ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ*
Η Τουρκία τα προηγούμενα χρόνια, ήταν η ευνοούμενη των ξένων δανειστών και βίωσε μια μεγάλη εισροή ξένων κεφαλαίων. Στις μέρες μας, ωστόσο, το «πάρτι» της Τουρκίας τελειώνει. Δεν έχει τόση σημασία τι προκαλεί την απότομη διακοπή στον ξένο δανεισμό: μπορεί να είναι γεγονότα στο εσωτερικό, όπως το να επιλέγεις το γαμπρό σου (όπως έκανε ο Ερντογάν) ως Υπουργό Οικονομικών, μπορεί να είναι μια αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων, μπορεί να είναι η εμπρηστική γεωπολιτική της στάση.
Όποιες κι αν είναι οι αιτίες, το βέβαιο είναι ότι το ξένο χρέος έχει καταστήσει την οικονομία της πλήρως επίφοβη για χρεωκοπία. Η απώλεια εμπιστοσύνης προκαλεί πτώση στο νόμισμα της. Αυτό κάνει πιο δύσκολη την αποπληρωμή των χρεών της σε ξένο νόμισμα. Αυτό πλήττει την πραγματική οικονομία και μειώνει ακόμα περισσότερο την εμπιστοσύνη, οδηγώντας σε περαιτέρω πτώση το νόμισμα της και ούτω καθεξής.
Ήδη διαπιστώνουμε ότι μπροστά στο φάσμα της χρεωκοπίας το καθεστώς Ερντογάν «ρίχνει» γέφυρες στην Ευρώπη, αφού γνωρίζει ότι με τους νέους «λυκοσυμμάχους» του, τη Ρωσία, το Ιράν κτλ, δεν μπορεί να αποτρέψει την οικονομική καταστροφή που πλησιάζει ραγδαία.
Στο πλαίσιο αυτό τοποθετείται και η αιφνιδιαστική απόφαση του να απελευθερώσει τους δύο Έλληνες ομήρους, οι οποίοι κρατούνταν πάνω επί πέντε μήνες χωρίς κανένα ουσιαστικό κατηγορητήριο. Το καθεστώς Ερντογάν αρέσκεται σε τακτικές ομηρίας ξένων υπηκόων εδώ και δύο χρόνια, ακριβώς όπως έκαναν βάρβαροι πολέμαρχοι κατά το Μεσαίωνα, ζητώντας λύτρα ή ανταλλάγματα. Βεβαίως στο σημερινό παγκόσμιο πολιτικό γίγνεσθαι τέτοιες «μπαμπεσιές» δεν αρμόζουν σε πολιτισμένες χώρες, οι οποίες μετέχουν σε διεθνείς οργανισμούς ή στρατιωτικές συμμαχίες. Απέχουν δε, παρασάγγας από το να είναι υποψήφιες προς ένταξη χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Για την Ελλάδα ο Ερντογάν και το καθεστώς του αποτελούν μία ευκαιρία. Ίσως ακούγεται «ουτοπική» μία τέτοια τοποθέτηση. Κι όμως, πρόκειται για έναν άνθρωπο που στην προσπάθεια του να «θεοποιηθεί», έχει καταφέρει αυτό που για την Ελλάδα ήταν το επιδίωξη επί δεκαετίες: να απομονωθεί η Τουρκία.
Η απελευθέρωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών είναι μία σαφής ένδειξη ότι αυτή την περίοδο της ασφυκτικής πίεσης που δέχεται από τους Αμερικανούς, ο Ερντογάν επιδιώκει να διατηρεί χαμηλά το «θερμόμετρο» στο ελληνοτουρκικό μέτωπο.
Σήμερα πλέον, που ο Λευκός Οίκος έχει επιβάλει κυρώσεις στην Τουρκία και διαμορφώνει κλίμα κλυδωνισμού της οικονομίας της, ο Ερντογάν είναι πεπεισμένος ότι η Ουάσιγκτον τον έχει προγράψει.
Ο φόβος αυτός του Ερντογάν απορρέει με την εδραιωμένη πεποίθησή του πως οι Αμερικανοί έχουν σκοπό, όχι απλώς να τον «στριμώξουν», αλλά να τον αφανίσουν! Όταν κατηγορεί τον Γκιουλέν ως υποκινητή του πραξικοπήματος εννοεί τη CIA. Είναι ενδεικτικό ότι οι δικές του δημοσιογραφικές φωνές έχουν επανειλημμένως διατυπώσει τη θεωρία πως η Ουάσιγκτον μεθοδεύει μία θερμή ελληνοτουρκική κρίση για να επέμβει κατά τρόπο που να δημιουργήσει συνθήκες ανατροπής του. Δεν υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις ότι το σενάριο αυτό συνδέεται με την πραγματικότητα, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο Ερντογάν το πιστεύει, ή τουλάχιστον το θεωρεί πολύ πιθανό.
Με άλλα λόγια, ο εν λόγω φόβος του έχει αποκτήσει στη θεώρησή του αυξημένη αξιοπιστία και ως εκ τούτου είναι εδραιωμένος μέσα του.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μέντιουμ ή έγκυρος πολιτικός αναλυτής για να δει και να προβλέψει τα μελλούμενα στην γειτονική χώρα, αφού το μήνυμα του κ. Τραμπ έχει εμπεδωθεί και από τους πλέον ανίδεους.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, τόνισε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, δεν πρόκειται να καθίσουν με τα χέρια σταυρωμένα (US not going to take it sitting down). Δεν έχουμε δει ακόμα το τέλος αυτής της ιστορίας, πρόσθεσε, αφήνοντας στον καθένα να καταλάβει ότι η κατάληξη, όποια και αν είναι, θα είναι άσχημη για τον Τούρκο Πρόεδρο.
Η σχέση των ΗΠΑ με τον Ερντογάν είναι έντονα συγκρουσιακή. Η έντονη πίεση του Ισραηλινού Πρωθυπουργού Νετανιάχου για να τερματιστεί η πολιτική της ανοχής έναντι στην Τουρκία, που «υπαγορεύτηκε» στον Λευκό Οίκο, φανερώνει την χώρα που θα είναι απόλυτα κερδισμένη- και αυτή η χώρα είναι φυσικά το Ισραήλ.
Σ’ αυτό ακριβώς το πλαίσιο έλαβε χώρα η απελευθέρωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.
Ακόμα και αν στη συνέχεια, απελευθερωθούν ο Πάστορας και οι υπόλοιποι Αμερικανοί όμηροι από τον Ερντογάν δεν ακυρώνεται το γεγονός ότι το Ισραήλ έχει ήδη αναδειχθεί σε καθοριστικό παράγοντα της αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή.
Η Ελλάδα και η Κύπρος, νοιώθουν δικαιωμένες που επιμένουν να διατηρούν εξαιρετικές σχέσεις με το Εβραϊκό Κράτος.
Το δυστύχημα, ωστόσο, είναι ότι ακόμη και τώρα υπάρχουν διεφθαρμένοι yes menΈλληνες πολιτικοί, αλλά και αμετανόητοι αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον, το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, που υποστηρίζουν ότι πρέπει να μοιράσουμε το Αιγαίο και την Κύπρο με τους Τούρκους.
Ευτυχώς, δόξα τω Θεώ και τον πρόεδρο Τραμπ, μόλις επιβληθούν οι νέες κυρώσεις, δεν θα υπάρχει πισωγύρισμα για την Τουρκία και αυτό ας το έχουν υπόψη τους οι αργυρώνητοι Τουρκόφιλοι των ΗΠΑ και των Βρυξελλών.
(*) Ο Νίκος Νικολόπουλος είναι ανεξάρτητος βουλευτής Αχαΐας και Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος