Γράφει ο Ceteris Paribus
Τα μάθατε τα νέα; Ο Πράσινος υποψήφιος κέρδισε τις επαναληπτικές προεδρικές εκλογές στην Αυστρία… Είναι ωστόσο βέβαιο ότι δεν είναι αυτή η είδηση της ημέρας. Το «βροντερό» ΟΧΙ των Ιταλών ψηφοφόρων στο χθεσινό δημοψήφισμα και η άμεση συνέπειά του, η παραίτηση του Ιταλού πρωθυπουργού κ. Ρέντσι, είναι το συγκλονιστικό νέο της «τρομερής» 4ης Δεκεμβρίου 2016 για την Ιταλία και την Ευρώπη. Οι γραμμές αυτές γράφτηκαν πριν γίνει φανερό πώς θα αντιδράσουν οι αγορές μετοχών και ομολόγων – οι αγορές συναλλάγματος υποδέχτηκαν το γεγονός οδηγώντας το ευρώ χαμηλότερα και στηρίζοντας τις εκτιμήσεις για απόλυτη ισοτιμία με το δολάριο.
Ωστόσο, η όποια αναταραχή στις αγορές δεν θα είναι η πιο σημαντική συνέπεια. Διότι αφενός το ΟΧΙ είχε σε μεγάλο βαθμό προεξοφληθεί και αφετέρου διότι ο κ. Μάριο Ντράγκι (μην ξεχνάμε πως είναι Ιταλός, ένας Ιταλός στο κατάλληλο πόστο την κατάλληλη στιγμή…) είχε δηλώσει πως η ΕΚΤ έχει καταστρώσει πλάνο παρέμβασης στις αγορές για να αντιμετωπίσει τους κλυδωνισμούς – όπως είχε συμβεί και το Brexit. Φυσικά, αν αποτύχει να τιθασεύσει τις αγορές, αυτό θα είναι μεγάλη είδηση, και οι συνέπειες θα είναι καταλυτικές. Αλλά αυτό είναι μάλλον το σενάριο στο οποίο δεν πρέπει να ποντάρουμε. Καλού κακού, πάντως, ας μεταφέρουμε τη γνώμη της επικεφαλής του τμήματος στρατηγικής της BlackRock, Isabelle Mateos y Lago, για το τι θα συμβεί σε αυτή την περίπτωση: «Αν υπάρξει ένα σοκ στην Ιταλία και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν μπορεί να ηρεμήσει τις αγορές, η πιθανότητα μετάδοσης στην υπόλοιπη Ευρωζώνη είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι αυτή του Brexit»…
Τα μεγαλύτερα προβλήματα από το «βροντερό» ΟΧΙ των Ιταλών ψηφοφόρων είναι δύο: η τύχη των ιταλικών τραπεζών και οι πολιτικές συνέπειες του ΟΧΙ, πρώτα στην ίδια την Ιταλία και ύστερα στην Ευρώπη συνολικότερα. Ας τα δούμε με τη σειρά:
Ιταλικές τράπεζες
Μας είχαν απασχολήσει και το καλοκαίρι, όταν η πλέον ασταθής εξ αυτών, η Monte dei Paschi di Siena, βρέθηκε στο χείλος της κατάρρευσης. Ύστερα από μια διελκυστίνδα μεταξύ ιταλικής κυβέρνησης, Κομισιόν και… Σόιμπλε, και με την αθόρυβη υποστήριξη του κ. Ντράγκι, υιοθετήθηκε ένα σχέδιο διάσωσης το οποίο προέβλεπε την άντληση 5 δισ. ευρώ από τις αγορές μέχρι το τέλος του έτους.
Άλλη μια ιταλική τράπεζα, η μεγαλύτερη της χώρας, η Unicredit, έχει ανακοινώσει σχέδιο διάθεσης μετοχών στις αγορές με στόχο να αντλήσει 13 δισ. ευρώ. Πίσω απ’ αυτές, ακολουθεί η υπόλοιπη «αφρόκρεμα» του ιταλικού τραπεζικού συστήματος, με τις Banca Popolare di Vicenza και Banca Veneto να έχουν στοχοποιηθεί από τις αγορές σαν οι επόμενες υποψήφιες για κατάρρευση και τις Banca Etruria, Banca Marche, CariFerrara και CariChieti να έπονται…
Με βάση τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της ΕΚΤ, η Monte dei Paschi di Siena είναι η «κορυφή του παγόβουνου» της έκθεσης συνολικά των ιταλικών τραπεζών σε 286 δισ. ευρώ «κόκκινα» δάνεια, το δε ιταλικό τραπεζικό σύστημα είναι η «κορυφή του παγόβουνου» της έκθεσης των ευρωπαϊκών τραπεζών σε «κόκκινα» δάνεια ύψους 990 δισ. ευρώ. Όλοι όμως γνωρίζουν ότι όλα αυτά είναι επίσης η «κορυφή του παγόβουνου» μιας ακόμη πιο τρομακτικής έκθεσης: των ευρωπαϊκών επενδυτικών τραπεζών (με πρώτη και καλύτερη την Deutsche Bank) σε τοξικά παράγωγα προϊόντα ύψους έως και 50 τρισεκατομμυρίων δολαρίων!
Το πρόβλημα που αναδεικνύεται με όλα αυτά είναι τούτο: Ο κ. Ντράγκι μπορεί να βγει αγοραστής και έτσι να αντιμετωπίσει την αναταραχή στις αγορές εξαιτίας του ιταλικού ΟΧΙ. Αυτό που δεν μπορεί να κάνει είναι κάτι που θα κόστιζε πολύ λιγότερο και θα έλυνε το πρόβλημα: να καλύψει τα 3 δισ. ευρώ που ζητεί από τις αγορές η Monte dei Paschi di Siena και τα 13 δισ. ευρώ που ζητεί η Unicredit. Διότι εκεί χρειάζεται η άδεια του κ. Σόιμπλε. Για να είμαστε δίκαιοι, το ζήτημα δεν είναι τόσο απλό. Δεν πρόκειται για 3+13 δισ. ευρώ, αλλά για συνολικά «ανοίγματα» 990 δισ. ευρώ των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Διότι αν ενισχυθούν απευθείας από την ΕΚΤ ιταλικές τράπεζες, θα πρέπει αυτομάτως να γίνει το ίδιο και με όλες τις άλλες. Επίσης, δεν πρόκειται καν για τα 990 δισ. ευρώ, αλλά για την τύχη του συστήματος εποπτείας των ευρωπαϊκών τραπεζών και επίλυσης των προβλημάτων αστάθειας που αυτό αντιμετωπίζει, την περιβόητη ευρωπαϊκή «τραπεζική ενοποίηση». Η απόφαση -και με τη βούλα του ευρωπαϊκού Συμβουλίου- είναι ρητή: από 1/1/2016 οποιαδήποτε ανάγκη κεφαλαιακής ενίσχυσης τραπεζών που εποπτεύονται από την ΕΚΤ θα πρέπει να καλυφθεί με τη μέθοδο του Bail in: θα πληρώσουν πρώτα οι μέτοχοι, ύστερα οι ομολογιούχοι και αν αυτά δεν αρκέσουν, οι καταθέτες.
Αν οι αγορές δεν δώσουν τα 5 δισ. ευρώ που ζητεί η Monte dei Paschi di Siena, τότε θα πρέπει να εφαρμοστεί το Bail in, που θα χρειαστεί να επεκταθεί σε πολλές ιταλικές τράπεζες. Το λιγότερο είναι ότι 150 δισ. τραπεζικά ομόλογα που κατέχουν ιδιώτες στην Ιταλία θα χαθούν, προκαλώντας πολιτικό σεισμό πολύ μεγαλύτερης έντασης από το ΟΧΙ. Το περισσότερο θα είναι ότι το ωστικό κύμα θα επεκταθεί σε όλο τον ευρωπαϊκό τραπεζικό χώρο…
Οι πολιτικές συνέπειες
Ο Ρέντσι, που βγήκε εκτός μάχης με το δημοψήφισμα, δεν είναι ένας τυχαίος πρωθυπουργός, αλλά ο εκπρόσωπος μιας ολόκληρης «φιλοσοφίας» και φόρμουλας διακυβέρνησης. Το υψηλό ποσοστό του ΟΧΙ κατέστρεψε και το σενάριο να παραμείνει «μέχρι νεωτέρας» ή στο ρόλο υπηρεσιακού πρωθυπουργού. Αν εξαιρέσουμε το κόμμα του Ρέντσι, στην ιταλική αντιπολίτευση ο ευρωσκεπτικισμός κάνει θραύση.
Ο πραγματικός νικητής του δημοψηφίσματος, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο, έχει θέση για συμβουλευτικό δημοψήφισμα για έξοδο από το ευρώ και για παράλληλο νόμισμα – τη λιρέτα σαν παράλληλο νόμισμα… Η Λέγκα του Βορρά και το κόμμα του Μπερλουσκόνι έχουν επίσης ευρωσκεπτικιστικές θέσεις. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία μετά το δημοψήφισμα θα έχουν τον κοινό παρονομαστή του ευρωσκεπτικισμού σε διάφορες διαβαθμίσεις. Ακόμη και η μεταβατική κυβέρνηση μέχρι να γίνουν εκλογές, θα είναι υποχρεωμένη να κινηθεί σε σκληρή γραμμή απέναντι στην Ε.Ε. και την Ευρωζώνη.
Όμως, το ΟΧΙ δημιουργεί πολιτικό πρόβλημα συνολικότερα για την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. Το ιταλικό ΟΧΙ είναι το δεύτερο «κρούσμα» ύστερα από το Brexit. Ο επόμενος σταθμός θα είναι οι ολλανδικές εκλογές το Μάρτιο. Και ύστερα οι δύο γύροι των γαλλικών προεδρικών εκλογών στα τέλη Απριλίου και τις αρχές Μαΐου. Όταν θα έρθει η ώρα των γερμανικών εκλογών για την καγκελαρία το Σεπτέμβριο, όλα θα έχουν κριθεί. Η Ευρωζώνη και η Ε.Ε. δεν φαίνεται πώς θα παραμείνουν οι ίδιες…