Του Μάκη Πατσιόγιαννη
Γεωπόνου – τ.μέλους της Κ.Ε. της Ν.Δ.
Επιθυμίᾳ μέν ἐλάχιστα κατορθοῦνται, προνοίᾳ δέ πλεῖστα. (Με μόνη την επιθυμία ελάχιστα κατορθώνεις, τα περισσότερα τα πετυχαίνεις όταν τα σκεφτείς και τα σχεδιάσεις φρόνιμα) (Θουκυδίδης)
Ζούμε έντονα σαν κοινωνία τις ωδίνες της κρίσεως, όπως ακριβώς την περιέγραψε στα «Τετράδια της φυλακής» ο Αντώνιο Γκράμσι, για το παλιό που πεθαίνει και το καινούργιο που δεν μπορεί να γεννηθεί. Αυτή είναι η ώρα των τεράτων. Τέρατα, που θα προηγηθούν της γεννήσεως του καινούργιου που έρχεται και ωδίνες που σταδιακά κορυφώνονται και ματώνουν την κοινωνία που υποφέρει από την σπειροειδή βύθιση στο βούρκο της μεταπολιτεύσεως και μάλιστα στο όνομα της Δημοκρατίας.
Η κατάρρευση της εθνικής μας οικονομίας δεν ήταν ‘κεραυνός εν αιθρία’. Τα σημάδια φαίνονταν από μακριά γι΄αυτούς που ήθελαν να δουν και ν’ ακούσουν. Και υπήρχαν πολλοί που προειδοποιούσαν για να αλλάξουμε πορεία. Ποιος όμως ήθελε να δει και να ακούσει, όταν το μεγάλο φαγοπότι βρισκόταν στο απόγειό του; Ποιος διεννοείτο να καταγγείλει το γενικευμένο ‘πλιάτσικο’ που είχε στηθεί στις πλάτες του λαού, αφού έγλυφε κι αυτός το ‘κόκκαλο’ που του πέταγαν οι μοναχοφάγοι του εθνικού πλούτου της χώρας, που είχαν το θράσος να μας πουν ότι μαζί τα φάγαμε, νομίζοντας έτσι ότι θα απενοχοποιηθούν; Ώστε λοιπόν τα φάγαμε μαζί με τους Τσοχατζόπουλους και έτσι ‘πατσίσαμε’;
Όμως η αθλιότητα των στιγμών που βιώνουμε δεν θα μπορούσε να περιγραφεί τραγικότερα από την απάντηση απογνώσεως που έδωσε μια βασανισμένη αλλά περήφανη γερόντισσα που περίμενε στις ουρές του απόλυτου εξευτελισμού των 60€, σε ερώτηση δημοσιογράφου στη τηλεόραση γι’ αυτά που έχασε και βιώνει: « Άνδρα, γουρούνι, γάϊδαρο για ποιόν να πρωτοκλάψω». Και ακόμα δεν μπορεί να φαντασθεί τον αρμαγεδδώνα που έρχεται…
Αυτές τις κρίσιμες για την πατρίδα και το έθνος στιγμές δεν έχουμε το δικαίωμα να σιγούμε. Δεν είναι δυνατόν το συναίσθημα της οργής να μην μας επιτρέπει να δούμε την αλήθεια. Αν πραγματικά νοιαζόμαστε για το ποιος ευθύνεται γι’ αυτά που έχει πάθει, αλλά κι’ αυτά που πρόκειται να πάθει η πατρίδα μας και μεις, ας κοιτάξουμε στον καθρέφτη και εκεί θα δούμε ότι ο πραγματικός κίνδυνος για αυτήν την σπουδαία χώρα είναι οι άνθρωποι που την κατοικούν. Τα κριτήρια και η συμπεριφορά του έλληνα ψηφοφόρου αγαπητοί φίλοι είναι δυστυχώς η κατάρα της Ελλάδος.
Είπε κάποιος ότι στην Ελλάδα όταν βλέπουμε γκρεμό έχουμε την τάση να πέφτουμε μέσα, με την σιγουριά μάλιστα ότι θα βγάλουμε φτερά πριν φτάσουμε στον πάτο! Και από ότι φαίνεται δεν είμαστε έτοιμοι ν’ αλλάξουμε, πριν καταστραφούμε τελείως.
Δεν είναι δυνατόν να εξηγήσουμε διαφορετικά τέτοιες συμπεριφορές αυτοχειριασμού και μάλιστα στο όνομα της μοναδικής πατρίδος, που με άμετρες θυσίες μας παρέδωσαν οι προηγούμενες γενιές. Αυτές τις συμπεριφορές εκμεταλλεύεται το πολιτικό σύστημα, που επιδιώκει κάθε φορά τους σκοπούς του μέσω του συναισθήματος, που δρα τις περισσότερες φορές όπως το μονοξείδιο του άνθρακος, που χαυνώνει το λαό πριν τον θάνατο. Καταργεί την αντίληψη της ατομικής ευθύνης και εκπαιδεύει τους πολίτες στη χειρότερης μορφής ηθική διαφθορά: την ανευθυνότητα. Τους μαθαίνει ότι οι ίδιοι ποτέ δεν φταίνε, έστω εν μέρει, αλλά πάντα οι άλλοι, οι όποιοι άλλοι, αλλά κυρίως οι ξένοι που δεν μπορούμε άλλωστε και να τους τιμωρήσουμε, μαζί με τα μνημόνια και τώρα τελευταία και το ευρώ. Τους μετατρέπει σε μια ανεύθυνη μάζα, έτοιμη να εξαρτηθεί από τον οιονδήποτε σωτήρα, που μας σερβίρει κάθε φορά το πολιτικό σύστημα, πολιτικό σύστημα, που για να επιβιώσει παραπλανά τον λαό βάζοντας την ταμπέλα του ‘καλού’ και του ‘κακού’.
Όμως οι σωτήρες μας τελείωσαν. Ζούμε τώρα την τελευταία τραγική φιγούρα – σωτήρα που το πολιτικό σύστημα ανέθεσε ως την τελευταία εφεδρεία του για να του μείνει στα χέρια ο ‘μουντζούρης’, νομίζοντας ότι το ίδιο θα διασωθεί. Μια εφεδρεία για να την χρησιμοποιήσουν σαν παρένθεση για την μεγάλη επιστροφή. Μια εφεδρεία που δεν δίστασαν να της αναθέσουν τον βρώμικο ρόλο, ενώ γνώριζαν καλά το παρελθόν τους, τις καταβολές τους, τη δίψα τους για την εξουσία για να ζήσουν το μύθο τους. Να εκπληρώσουν τα όνειρα που τους ενστάλαξαν οι ‘κόβες’ του ΚΚΕ. Οι ‘γιάφκες’ τις ανέμελης νιότης. Να ζήσουν τέλος τον ανεκπλήρωτο όνειρο του επαναστάτη Τσε Γκεβάρα, αλλά και κυρίως να επιβάλουν τον ρεβανσισμό της ήττας του Γράμμου (που αύριο εορτάζουμε) που οι ίδιοι προκάλεσαν και κατέστρεψαν ότι είχε απομείνει από την κατοχή. Τον ρεβανσισμό προς μια άφρονα αστική τάξη, που προκειμένου να παρατείνει την εξουσία της μετά τη μεταπολίτευση, νόθευσε τις αρχές και τις αξίες, τις οποίες για τόσα χρόνια πιστά υπηρετούσε. Μιας αστικής τάξεως αχόρταγης και διεφθαρμένης, η οποία δεν δίστασε να εκμαυλίσει με δανεικά ολόκληρη την κοινωνία και μάλιστα με την συμμετοχή και συνενοχή της αντιπολιτευομένης δήθεν αριστεράς, η οποία ζητούσε συνεχώς περισσότερα. Έτσι φθάσαμε να γιγαντώσουμε το κράτος αντί να το εκσυγχρονίσουμε και να αποδιοργανώσουμε πλήρως την παραγωγή. Και αφού δεν είχαμε την πρόνοια εγκαίρως από μόνοι μας να αλλάξουμε πορεία και να υλοποιήσουμε τις απαραίτητες εκείνες μεταρρυθμίσεις που θα μας βγάλουν από το τραγικό αδιέξοδο, αναγκασθήκαμε να υπογράψουμε μνημόνια υποταγής, από τα οποία ελάχιστα ετηρήθησαν. Πώς όμως να γίνουν οι όποιες απαραίτητες επώδυνες ή μη μεταρρυθμίσεις, όταν έχουμε ένα πολιτικό σύστημα που χαϊδεύει ακόμα την κομματική του πελατεία, αλλά και ένα λαό που αρνείται να ακούσει την αλήθεια και ζει με την νοσταλγία της επιστροφής στη χθεσινή ευωχία;
Τι περίμεναμε από όλες αυτές τις ετερόκλητες, άπειρες και εμμονικές αριστερές συνιστώσες της ανέμελης μεταπολιτεύσεως, κύριους εκφραστές του σκληρού πυρήνα των ελαττωμάτων του πολιτικού συστήματος, που σε ελάχιστο χρόνο έπραξαν και έταξαν τα πάντα για το κάνουν από κόμμα περιθωρίου, κόμμα εξουσίας; Απ’ αυτούς που μπροστά στο αδιέξοδο που οι ίδιοι εδημιούργησαν, μετά από πολύμηνες δήθεν διαπραγματεύσεις, αντί να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να υπογράψουν μια συμφωνία ρεαλιστική ή να παραιτηθούν, έριξαν την ευθύνη σε έναν λαό ανεύθυνο και κακομαθημένο να απαντήσει σε ένα απαράδεκτο δημοψήφισμα, με κλειστές τράπεζες, με την κρυφή ελπίδα ότι θα συνηγορήσει στο ΝΑΙ του τελεσιγράφου των δανειστών και θα τους βγάλει από το αδιέξοδο του αυτοεγκλωβισμού τους; Ένα δημοψήφισμα που εξελίχθη σε παγίδα αυτοεξευτελισμού, διεθνούς διασυρμού και ταπεινώσεως της χώρας, με το ΟΧΙ να μετατρέπεται σε ΝΑΙ και την άνευ όρων υπογραφή επώδυνων μνημονίων που προδίδουν τη γύμνια μας, αλλά και την έγκρισή τους από μια βουλή ‘καφενείο’, προηγούμενη της οποίας δεν πρέπει να έχει γνωρίσει η χώρα. Μια βουλή που θα μείνει στην ιστορία με την αθλιότητα, να ψηφίζει η αντιπολίτευση και να καταψηφίζουν στηρίζοντας την κυβέρνηση οι συνιστώσες με το πρόσχημα της δραχμής, νομίζοντας έτσι ότι θα διαφύγουν από τις ευθύνες τους.
Και σαν μην έφθαναν όλα αυτά, ενώπιον της τραγικής καταστάσεως που βιώνουμε ως χώρα, με τους λαθρομετανάστες ανεξέλεγκτα να εισβάλλουν από παντού, τους κινδύνους που εγκυμονούνται στα ανατολικά σύνορά μας από τις εξελίξεις στη μέση ανατολή, αλλά και των σκληρών προβλέψεων του μνημονίου που καλούμεθα να εφαρμόσουμε, αντί η παρούσα βουλή να αναθέσει την διαχείριση τους σε μια υπεύθυνη κυβέρνηση εθνικής ανάγκης με έκτακτες εξουσίες, μας σύρουν άρον-άρον και πάλι σε εκλογές, για να λύσουν τα εσωκομματικά τους προβλήματα. Να δραπετεύσουν από τις ευθύνες τους, ρίχνοντας και πάλι το ‘μπαλάκι’ στο λαό. Ένα λαό εξαπατημένο και εξαθλιωμένο, που το μόνο που τον ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή είναι πως θα επιβιώσει. Ένα λαό «κυρίαρχο» κατά τ’ άλλα, σαστισμένο και αγανακτισμένο, που βλέπει τα ψηφοδέλτια και κοιτάζει ποιους να τιμωρήσει και όχι ποιόν να ψηφίσει, αν τελικά ψηφίσει. Υπάρχει άραγε κάποιο ψηφοδέλτιο που ν’ αξίζει τη στήριξή του; Αναζητεί τις διεξόδους που του υπόσχεται η δημοκρατία. Όμως για να υπάρχουν διέξοδοι πρέπει να υπάρχει πρωτευόντως δημοκρατία! Και αυτή η αθλιότητα που βιώνουμε είναι δυστυχώς το κουρέλι της.
Βρισκόμαστε στο τελευταίο σκαλοπάτι της παρακμής και σαν λαός και σαν πολιτικό σύστημα. Στο πλήρες αδιέξοδο. Η κραυγή του Λιβανέζου καλλιτέχνη, ποιητή και συγγραφέα Χαλίλ Γκιμπράν στο βιβλίο του «Ο προφήτης» (1923), ας μας προβληματίσει και συνεγείρει:
«Το έθνος να λυπάστε, αν φορεί ένδυμα που δεν το ύφανε.
Ψωμί αν τρώει, αλλά όχι απ’ τη σοδειά του.
Κρασί αν πίνει, αλλά όχι από το πατητήρι του.
Το έθνος να λυπάστε, που δεν υψώνει τη φωνή παρά μονάχα στην πομπή της κηδείας. Που δεν συμφιλιώνεται παρά μονάχα μες τα ερείπιά του.
Που δεν επαναστατεί παρά μονάχα σαν βρεθεί ο λαιμός του ανάμεσα στο σπαθί και την πέτρα.
Το έθνος να λυπάστε, που έχει αλεπού για πολιτικό, απατεώνα για φιλόσοφο, μπαλώματα και απομιμήσεις είναι η τέχνη του.
Το έθνος να λυπάστε, που έχει σοφούς από χρόνια βουβαμένους…».
Ο καθένας θα πρέπει να αντιληφθεί ότι για κάθε πράξη στη ζωή υπάρχουν συνέπειες τις οποίες πρέπει να ξέρει να τις «λούζεται» και να συνεχίζει να αγωνίζεται.
Σε ένα τέτοιο καθεστώς αναποτελεσματικότητος, προχειρότητος, αναξιοκρατίας, διαφθοράς και συναλλαγής το οποίο εγκαθιδρύσαμε, δεν χωρούν οι επί πλέον διχασμοί: Μνημόνιο – αντιμνημόνιο, Ευρώ ή δραχμή. Ένας μόνον δρόμος υπάρχει. Η προσπάθεια επανίδρυσης της χώρας με νέους όρους, με αρχές και αξίες δοκιμασμένες, με πόνο, με δυσκολίες, με σκληρή δουλειά και με δίκαιη διανομή του πλούτου , πολύ ή λίγου, που θα παράγεται σ’ αυτή τη χώρα. Όμως μαζί με μια αλλαγμένη και αποφασισμένη κοινωνία, που τώρα δοκιμάζεται και βλέπει τις ανισότητες να διευρύνονται. Διότι χωρίς την κοινωνία να ακολουθεί, τέτοιες αλλαγές δεν μπορούν να υλοποιηθούν.
Δεν μένει λοιπόν παρά να ευχηθούμε «να είμαστε έτοιμοι για τη δοκιμασία που θα προηγηθεί της αναστάσεως του Έθνους που έρχεται..» όπως μας προτρέπει ο π. Σεραφείμ Ρόουζ. Και να είστε σίγουροι, ότι η ανάσταση θα έλθει από τον ηγέτη που θα πει στο λαό την αλήθεια, μαζί μ’ αυτούς που είναι έτοιμοι να την ακούσουν. Είμαστε όμως έτοιμοι να την ακούσουμε; Γένοιτο! Οι καιροί ου μενετοί…
Έρρωσθε!