Ο Άλμπερτ Μπουρλά, διευθύνων σύμβουλος της Pfizer μιλά για τη, σε χρόνο ρεκόρ, δημιουργία του εμβολίου.
Απόδοση από άρθρο για το Harvard Business Review.
Στις 19 Μαρτίου, 2020, όσο η νόσος Covid-19 σάρωνε τον κόσμο, έθεσα την πρόκληση σε όσους εργάζονταν στην Pfizer, να κάνουν τα αδύνατα δυνατά: να παρασκευάσουν ένα εμβόλιο πιο γρήγορα από οποιονδήποτε άλλον, ιδανικά μέσα σε έξι μήνες και σίγουρα προτού τελειώσει η χρονιά. Ο Ουγούρ Σαχίν, διευθύνων σύμβουλος της συνεργάτιδάς μας εταιρείας BioNTech -μια γερμανική εταιρεία η οποία ασχολείται με ανοσοθεραπείες κατά του καρκίνου- έκανε ακριβώς το ίδιο με τη δική του ομάδα.
Σε λιγότερο από οκτώ μήνες, την Κυριακή, 8 Νοεμβρίου, κάποια ανώτερα διοικητικά στελέχη και εγώ συγκεντρωθήκαμε για να μάθουμε ότι η ομάδα μας, από επιστήμονες, διοργανωτές κλινικών δοκιμών, κατασκευαστές και ειδικούς στην υλικοτεχνική υποστήριξη και διανομή, είχαν συλλογικά επιτύχει τον στόχο αυτό. Τέσσερις ανεξάρτητοι επόπτες συναντιόντουσαν απομακρυσμένα, για να αξιολογήσουν τα δεδομένα και τα προκαταρκτικά αποτελέσματα των δοκιμών των υποψηφίων εμβολίων που έτρεχαν οι δύο εταιρείες μας. Αυτή ήταν μια διπλή τυφλή μελέτη· κανένας από τους επιστήμονες, τους διοργανωτές κλινικών δοκιμών ή τους ασθενείς δε γνώριζε αν εμβολιάζεται με το φάρμακο ή με πλασέμπο. Έτσι λοιπόν ήμασταν προετοιμασμένοι για τρία πιθανά αποτελέσματα: οι επόπτες θα μας έλεγαν να σταματήσουμε γιατί αποτύχαμε, να συνεχίσουμε γιατί δεν έχουμε οριστικά αποτελέσματα ή να συνεχίσουμε και να κάνουμε αίτηση για άμεση έγκριση επειδή το εμβόλιο είχε αποτέλεσμα και ήταν ασφαλές.
Ξέραμε ότι οι επόπτες θα είχαν τη συνάντησή τους στις 11 π.μ. και για αυτό και κάναμε και μερικοί από εμάς μια συνάντηση: Ο Μίκαελ Ντόλστεν, επικεφαλής επιστημονικός υπεύθυνος· ο Ροντ Μακένζι, υπεύθυνος στο τμήμα ανάπτυξης· η Σάλι Σάσμαν, υπεύθυνη στο τμήμα εταιρικών σχέσεων· η Γιολάντα Λάιλ, η υπεύθυνη προσωπικού μου· ο γενικός μας σύμβουλος Νταγκ Λάνκλερ και εγώ. Οι επιστήμονες που ηγήθηκαν της έρευνας για την Covid-19, που δούλευαν 24 ώρες το 24ωρο στις εγκαταστάσεις μας στη Νέα Υόρκη, θα μάθαιναν πρώτοι τα νέα και θα τα μετέφεραν σε εμάς. Προσπαθούσαμε να συζητάμε για άσχετα θέματα, αλλά ήμασταν αρκετά αγχωμένοι.
Τελικά, γύρω στις 2 μ.μ. η Γιολάντα έλαβε ένα γραπτό μήνυμα: Τα αποτελέσματα είχαν έρθει και οι ερευνητές μας ήθελαν να κάνουμε μια τηλεδιάσκεψη μέσω του Webex. Όσο περιμέναμε με αγωνία να συνδεθούμε, αστειεύτηκα για το πως όλο αυτό ήταν τα αντίποινα για την πίεση που άσκησα σε όλους εκείνους τους μήνες. Αλλά, όταν είδαμε τα πρόσωπά τους στην οθόνη, καταλάβαμε από τα χαμόγελά τους ότι τα νέα ήταν καλά. Η ανεξάρτητη επιτροπή συνιστούσε «θερμά» να ζητήσουμε έγκριση για χρήση. Δέκα λεπτά μετά, ενημερωθήκαμε εμπιστευτικά πως η αποτελεσματικότητα του σκευάσματος έφτανε το εκπληκτικό ποσοστό του 95,6%.
Μέχρι τον Δεκέμβριο είχαν κατασκευαστεί 74 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου μας και είχαν δοθεί 46 εκατομμύρια. Μέχρι τη στιγμή που γράφτηκε αυτό το άρθρο, χάρις στη δουλειά μας, αλλά και των άλλων εταιρειών που επίσης έλαβαν εγκρίσεις, ελπίζουμε πως θα είναι διαθέσιμες 300 εκατομμύρια δόσεις παγκοσμίως.
Αυτή είναι η σύντομη ιστορία. Αλλά, πιστεύουμε πως αξίζει να πούμε και την πιο μεγάλη εκδοχή, καθώς μάθαμε πάρα πολλά σε αυτό το διάστημα. Χρειάστηκε μια δυνατή πρόκληση, δημιουργική σκέψη, συνεργασία μεταξύ εταιρειών, απελευθέρωση από τη γραφειοκρατία και, πάνω απ’ όλα σκληρή δουλειά από όλους στην Pfizer και τη BioNTech ώστε να καταφέρουμε αυτό που κάναμε το 2020. Οι εταιρείες κάθε μεγέθους και σε κάθε κλάδο μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις στρατηγικές και για να λύσουν δικά τους προβλήματα, και για να παράγουν σημαντικό έργο, το οποίο θα ωφελήσει την κοινωνία.
Βάζοντας πρώτα τον ασθενή
Ως κτηνίατρος με PhD στη βιοτεχνολογία της αναπαραγωγής, μπήκα στην Pfizer το 1993, στη θέση του τεχνικού διευθυντή για τη μονάδα υγείας ζώων στην Ελλάδα, τον τόπο καταγωγής μου. Δουλεύοντας σε διάφορα πόστα, ανέβηκα στην εταιρεία, μέχρι που το 2014 έγινα πρόεδρος της ομάδας για τα παγκόσμια εμβόλια, την ογκολογία και την υγεία των καταναλωτών. Εφάρμοσα τη σκέψη ότι οι καλύτερες ιδέες κερδίζουν τις καλύτερες επενδύσεις. Τον Ιανουάριο του 2019 έγινα διευθύνων σύμβουλος.
Στα 27 χρόνια που δουλεύω με την Pfizer, εγώ και η οικογένειά μου έχουμε ζήσει σε οκτώ πόλεις και πέντε χώρες. Έχοντας εκτεθεί σε όλους αυτούς τους πολιτισμούς, έχοντας αναλάβει τόσο διαφορετικούς ρόλους μέσα στην εταιρεία, με τις επιστημονικές μου γνώσεις και την εβραϊκή ανατροφή μου στην Ελλάδα, ήμουν προετοιμασμένος για όλες αυτές τις καινούριες ευθύνες. Προερχόμουν από μια χώρα που είναι ένας μικρός παίκτης στον κόσμο. Αυτό και το γεγονός ότι άνηκα σε θρησκευτική μειονότητα μου δίδαξε να αγωνίζομαι για αυτό που θεωρώ σωστό και να μην παραιτούμαι ποτέ.
Σε όλη την καριέρα μου, η προσοχή μου ήταν πάντα στους τελικούς καταναλωτές των προϊόντων μας, είτε αυτοί ήταν ζώα και οι φροντιστές τους, είτε γενικοί καταναλωτές και πάντα ενθάρρυνα αυτή τη νοοτροπία στην εταιρεία: να μετράμε τα αποτελέσματα σε ανθρώπους (ή ζώα) αντί να μετράμε πόσα σκευάσματα πουλήθηκαν. Αυτό οδήγησε στη δημιουργία μιας ομάδας για τις επιπτώσεις στην υγεία και τους ασθενείς, η οποία είναι αφοσιωμένη στην καινοτομία και την πρόσβαση.
Όταν μπήκα σε αυτή τη θέση, η εταιρεία ήταν σε ένα καλό σημείο. Ο Ίαν Ριντ, που ήταν ο προηγούμενος διευθύνων σύμβουλος, είχε επιτυχημένα αντιμετωπίσει μια πτώση στον τζίρο, καθώς έληγαν οι πατέντες μας. Πιο σημαντικό είναι ότι είχε μεταμορφώσει τον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης μας από μέτριο, σε έναν από τους καλύτερους στον κλάδο. Είχε ανοίξει την αγορά μας, από ένα εμβόλιο, σε έναν ικανό αριθμό εμβολίων.
Σκοπός μου ήταν να χτίσω πάνω σε αυτά, με το μάτι στραμμένο στην επιστήμη και τους ασθενείς. Για να φτάσουμε στο επόμενο επίπεδο, θα χρειαζόταν να αλλάξουμε εγκαταστάσεις και να αποκτήσουμε την τελευταία εξέλιξη στην τεχνογνωσία. Θα χρειαζόταν να εστιάσουμε σε όλους τους μετόχους για να δημιουργήσουμε μακροχρόνια αξία. Τέλος θα χρειαζόταν να εκμοντερνιστούμε, κάνοντας ψηφιακό κάθε κρίκο στην αλυσίδα της εταιρείας μας.
Έτσι, ενδυναμώσαμε τις ηγετικές μας ομάδες. Φέραμε τη Λίντια Φονσέκα ως υπεύθυνη για την τεχνολογία· την Άντζελα Χουάνγκ ως πρόεδρο της βιοφαρμακευτικής ομάδας· την Πάγιαλ Σαχνί ως υπεύθυνη του τμήματος προσωπικού και τον Μπιλ Καραπέτσι ως αντιπρόεδρο. Από τον Ιούνιο του 2019, μέχρι τον Απρίλιο του 2020 προσθέσαμε ακόμα τέσσερα μέλη στο συμβούλιο: την Σου Ντέσμοντ Χέλμαν, τη Σούσαν Χόκφιλντ, τον Σκοτ Γκότλιμπ και τον Τζέιμς Κουίνσι. Όλοι τους πρόσθεσαν τα στοιχεία που έλειπαν από την ομάδα μας και πρόσφεραν τις γνώσεις και την εμπειρία τους.
Η πανδημία χτυπά
Τον Ιανουάριο του 2020 έφτασαν για πρώτη φορά στα αυτιά μας οι πληροφορίες για αναπνευστικές ασθένειες και θανάτους στην Ουχάν της Κίνας. Σαν εταιρεία που έχει επενδύσει βαθιά στις μεταδοτικές ασθένειες και στην έρευνα για εμβόλια, παρακολουθήσαμε το θέμα με προσοχή. Μέχρι τον Φλεβάρη ο ιός είχε εξαπλωθεί σε πολλά μέρη στον κόσμο και ξέραμε ότι η Pfizer θα είχε σημαντικό ρόλο στο να τον σταματήσει.
Εργαζόμασταν ήδη με την BioNTech πάνω στην εφαρμογή της πρωτότυπης τεχνολογίας της εφαρμογής των mRNA σε εμβόλια για τη γρίπη. Η παραδοσιακή μορφή των εμβολίων περιλαμβάνει ένα εξασθενημένο στέλεχος του ιού, για αυτό και τη δεκαετία του ’60, χρειάστηκε τέσσερα χρόνια για να βγει το εμβόλιο της παρωτίτιδας. Αλλά, τα mRNA εμβόλια κατασκευάζονται συνθετικά, κάτι που επισπεύδει τη διαδικασία.
Ο Ουγούρ Σαχίν η Όζλεμ Τουρέσι, το ανδρόγυνο πίσω από τη BioNTech, αμέσως είδαν πως το mRNA μπορούσε να εφαρμοστεί για την καταπολέμηση της Covid-19. Την 1η Μαρτίου μίλησαν με την Κάθριν Τζάνσεν, επικεφαλής του τμήματος έρευνας και ανάπτυξης, για να ρωτήσουν αν ενδιαφερόμασταν για συνεργασία. Και φυσικά και ήμασταν! Το μόνο μειονέκτημα ήταν ότι τέτοιου είδους εμβόλια δεν είχαν λάβει έγκριση για κλινική χρήση.
Η συνεργασία μας ξεκίνησε όταν ξέσπασε η ασθένεια. Στις 11 Μαρτίου ο ΠΟΥ ανακοίνωσε πως πρόκειται για πανδημία. Στις 13, ενώ αλλάζαμε τα πρωτόκολλά μας για να δουλεύουμε από απόσταση, κυκλοφορήσαμε ένα σχέδιο με πέντε σημεία που θα καθοδηγούσαν εμάς και άλλες φαρμακευτικές στην καταπολέμηση του κορωνοϊού. Προτείναμε να μοιραστούμε σκέψεις και εργαλεία, μαζί με δεδομένα και την ανάλυσή τους· να ενώσουμε τους ανθρώπους μας· να μοιραστούμε τη διαδικασία ανάπτυξης με μικρότερες εταιρείες για να τις βοηθήσουμε· να παρέχουμε κατασκευαστικές ευκολίες σε κάθε εγκεκριμένη θεραπεία ή εμβόλιο· και να οργανώσουμε μια ομάδα επιστημόνων άμεσης ανταπόκρισης για μελλοντικές επιδημίες.
Στις 16 Μαρτίου ήμασταν αποφασισμένοι να τα δώσουμε όλα. Δε θέλαμε οι αποφάσεις μας να επηρεάζονται από την ανάγκη οικονομικών απολαβών και μόνο. Η κύριά μας προτεραιότητα ήταν να σώσουμε όσες περισσότερες ζωές μπορούσαμε και όσο πιο σύντομα.
Πίεζα για να έχουμε το εμβόλιο πριν το φθινόπωρο, ώστε να προλάβουμε το επόμενο κύμα. Όλοι ήξεραν πως ήταν σχεδόν αδύνατο, αλλά ήξεραν και πως ήταν υποχρέωσή μας να το αναλάβουμε.
Η δουλειά ξεκινά
Η Pfizer υπέγραψε σύμφωνο δέσμευσης συνεργασίας με την BioNTech. Οι οικονομικές λεπτομέρειες θα κανονίζονταν αργότερα. Το θέμα ήταν ο χρόνος. Αποφασίσαμε να εργαστούμε παράλληλα σε διαφορετικά υποψήφια εμβόλια, αντί να διαλέξουμε το πιο υποσχόμενο, όπως κάναμε συνήθως. Αυτό ήταν ένα οικονομικό ρίσκο, αλλά θα έφερνε πιο γρήγορα αποτελέσματα. Επίσης αρνηθήκαμε κυβερνητικές επιχορηγήσεις, για να απελευθερωθούμε από τη γραφειοκρατία και να μην υπάρξουν αχρείαστες καθυστερήσεις.
Η τηλεδιασκέψεις μας γινόντουσαν κάθε Τρίτη και Πέμπτη, μέσω Webex, αλλά κάναμε και από κοντά συναντήσεις. Μέχρι τις 20 Απριλίου είχαμε τέσσερα υποψήφια εμβόλια, δοκιμασμένα σε ποντίκια εργαστηρίου. Κανονικά θα κάναμε και τεστ σε μεγαλύτερα ζώα, αλλά δεδομένης της κατάστασης, ζητήσαμε και λάβαμε άδεια για να τα κάνουμε παράλληλα σε δοκιμές σε ανθρώπους. Με αυτή τη λογική κάναμε μαζί και τις δοκιμές τις δεύτερης και της τρίτης φάσης.
Οι πρώτες ενέσεις έγιναν σε εθελοντές στη Γερμανία, όπου και αρχίσαμε να μελετάμε τα πρώτα δεδομένα. Προκαλούσε ανοσολογική απόκριση; Προκαλούσε σοβαρές παρενέργειες; Μέχρι το Μάιο είχαμε 2 υποψήφια και αρχίσαμε να κάνουμε δοκιμές δοσολογίας στις ΗΠΑ.
Τα πρώτα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά και είδαμε ότι χρειαζόταν δύο ενέσεις σε απόσταση τριών εβδομάδων. Στις 23 Ιουλίου, μια μέρα πριν ανακοινώσουμε την απόφασή μας στον FDA, είδαμε ότι και τα δύο προκαλούσαν σημαντική ανοσολογική απόκριση, με το ένα να εμφανίζει λιγότερες παρενέργειες.
Εν το μεταξύ, η ομάδα μας, με επικεφαλή τον Μάικ ΜακΝτερμότ, πρόεδρο παγκόσμιων διανομών, ετοιμαζόταν να ξεκινήσει τη μαζική παραγωγή και διανομή του σκευάσματος. Χρειάστηκε νέος εξοπλισμός και διαδικασίες. Ένα πρόβλημα ήταν η πολύ χαμηλή θερμοκρασία στην οποία έπρεπε να συντηρηθεί το εμβόλιο για να παραμείνει σταθερή η δραστική του ουσία. Ξεκινήσαμε την παραγωγή με το που καταλήξαμε στο υποψήφιο σκεύασμα. Είχαμε έτοιμες 1,5 εκατομμύρια δόσεις, τις οποίες αν κάτι δεν πήγαινε καλά, θα έπρεπε να πετάξουμε.
Παρά την σκληρή μας δουλειά, η αλήθεια ήταν μια: Κάναμε όσο γρήγορα μας επέτρεπε η επιστήμη. Σε συνομιλία μου με τον Άλεξ Γκόρσκι της Johnson & Johnson, συμφωνήσαμε να ενώσουμε τις δυνάμεις όλων των εταιρειών που ασχολούνταν με το θέμα. Μέσα σε 48 ώρες είχαν συμφωνήσει και άλλες επτά εταιρείες.
Φυσικά, η Pfizer, είναι εταιρεία κολοσσός και κάποια τμήματά μας εργάστηκαν πάνω στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων του ιού και στο ποια φάρμακα θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμα.
Επιπρόσθετα, ενώ το 70% των προσπαθειών μας ήταν στον νέο ιό, κρατήσαμε ανοιχτές τις εργασίες για άλλες ασθένειες, όπως η μηνιγγίτιδα. Η επιλογή αυτή απέδωσε και η εταιρεία είχε 7% αύξηση του τζίρου τους πρώτους εννέα μήνες της χρονιάς.
Στις αρχές του φθινοπώρου χρειάστηκε να βρούμε και άλλους εθελοντές και να πάμε σε κόκκινες περιοχές. Από τους 43.538 ανθρώπους που έκαναν το εμβόλιο, είχαν αρρωστήσει μόνο οι 94 και έτσι πήραμε τα καλά νέα τον Νοέμβριο. Όσοι νόσησαν δεν είχαν εμβολιαστεί, και οι υπόλοιποι ήταν σχεδόν προστατευμένοι, αν και είχαν εκτεθεί.
Πρώτο το Ηνωμένο Βασίλειο ενέκρινε τη χρήση του εμβολίου και η Μάργκαρετ Κίναν έκανε την πρώτη δόση στις 8 Δεκεμβρίου του 2020. Ακολούθησαν οι ΗΠΑ με τη Σάντρα Λιντσεϊ στις 14 Δεκεμβρίου. Προβλήματα προέκυψαν, αλλά καταφέραμε να παράγουμε 74 εκατομμύρια δόσεις και διαθέσαμε πάνω από 45 εκατομμύρια μέχρι το τέλος του 2020. Για το 2021 στοχεύουμε σε 2 δισεκατομμύρια δόσεις.
Τι μάθαμε στην Pfizer από την παρανοϊκή χρονιά του 2020;
Πρώτο και κύριο, ότι η επιτυχία είναι ομαδική προσπάθεια. Είμαι ευγνώμων και θαυμάζω απεριόριστα όλο το προσωπικό για τη δουλειά, τις θυσίες και το αποτέλεσμα που προσέφερε.
Δεύτερον ότι το να βάζεις πρώτο ένα σκοπό, μπορεί να αποδώσει. Η οικονομική επιτυχία της εταιρείας ακολούθησε της απόφασης να επενδύσουμε χωρίς να ξέρουμε αν θα έχουμε ανταπόδοση. Κινηθήκαμε με το μυαλό μας στην αποστολή μας.
Τρίτον, ο συνδυασμός μια δυνατής πρόκλησης με τον σωστό σκοπό είναι εμπρηστικός. Αρχικά το πλάνο των έξι μηνών φαινόταν τρελό. Αλλά σχεδόν το καταφέραμε. Κάναμε τα αδύνατα, δυνατά.
Τέταρτον, όταν θέτεις έναν τεράστιο στόχο, χρειάζεται να σκεφτείς δημιουργικά. Να δεις τι έχει ήδη γίνει και να φτιάξεις μια νέα πραγματικότητα. Μετά από λίγο, αυτό έγινε η νέα μας συνήθεια.
Το πέμπτο στοιχείο της επιτυχίας μας ήταν ότι απελευθερώσαμε τους επιστήμονες από οικονομικούς περιορισμούς και από τη γραφειοκρατία.
Το τελευταίο μάθημα είναι ότι πρέπει να συνεργαζόμαστε, ειδικά σε περιόδους κρίσης. Αν τα πράγματα ήταν πιο απλά, θα δουλεύαμε και μόνοι μας. Αλλά για να νικήσουμε μια κρίση τέτοιου επιπέδου, θα έπρεπε να αντιληφθούμε τον ευρύτερο ρόλο μας στο επιστημονικό οικοσύστημα και το δίκτυο καινοτομίας.
Ένα λαμπρό μέλλον
Η πανδημία αποτέλεσε το πιο δύσκολο τεστ στην αξιοπιστία των φαρμακευτικών εταιρειών και κατά την γνώμη μου, το περάσαμε με απόλυτη επιτυχία. Πολλές εταιρείες έφτιαξαν και φτιάχνουν ακόμα θεραπείες και εμβόλια. Πλέον δουλεύουμε μαζί και προετοιμαζόμαστε για τον επόμενο ιό ή ασθένεια.
Επίσης προβλέπω ένα λαμπρό μέλλον για την ίδια τη Pfizer. Η τεχνολογική μας πρόοδος και η αίσθησή μας ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα πάντα, θα φέρει νέα επίπεδα στην καινοτομία των προϊόντων μας.
Στη διάρκεια της καριέρας μου στην Pfizer, είδα ότι οι άνθρωποι κάνουν εκπληκτικά πράγματα όταν έχουν κίνητρο. Κανένας μας δεν ήξερε για τι είναι ικανός, μέχρι που ήρθαμε αντιμέτωποι με τις πιο δύσκολες των προκλήσεων. Η δουλειά μας το 2020 ήταν απλώς το τελευταίο και πιο μεγάλο παράδειγμα. Οπότε, την επόμενη φορά που ένας συνάδελφος πει ότι κάτι είναι αδύνατο, περιμένω οι γύρω του να πουν: «Κοίτα τι κατάφερε η ομάδα για την Covid-19. Αφού μπόρεσαν αυτοί, μπορούμε κι εμείς».