Γράφει ο Κωνσταντίνος Παντελής
Ο Πρόεδρος Trump έχει εγκαταλείψει την τακτική της άσκησης πίεσης προς τον Πρόεδρο της Συρίας, Bashar al-Assad, με στόχο την αποχώρησή του από την εξουσία, σημειώνοντας μια απότομη στροφή στην αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή που ακολούθησε ο Obama για περισσότερο από πέντε χρόνια, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση του Λευκού Οίκου την περασμένη Παρασκευή.
«Όσον αφορά στον Assad, υπάρχει μια πολιτική πραγματικότητα που πρέπει να δεχτούμε», δήλωσε ο Sean Spicer, γραμματέας Τύπου του Λευκού Οίκου.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σημαντικές προτεραιότητες στη Συρία και το Ιράκ, και έχουμε καταστήσει σαφές ότι η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, και ιδιαίτερα η ήττα του ISIS, κατέχει σημαντική θέση μεταξύ των προτεραιοτήτων», προσθέτει η ανακοίνωση.
Κατά μία έννοια, τα σχόλια του Spicer -και τα παρόμοια σχόλια που έκανε την Πέμπτη ο Υπουργός Εξωτερικών Rex W. Tillerson και η Nikki R. Haley, πρέσβειρα των Ηνωμένων Πολιτειών στα Ηνωμένα Έθνη- καταστούν ρητή την τακτική που ακολουθεί η κυβέρνηση Trump στην περιοχή τους τελευταίους μήνες.
Εντούτοις, τα ανωτέρω σχόλια έχουν προκαλέσει και την ανάλογη κριτική, ακόμη και από ορισμένους Ρεπουμπλικάνους, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι η Συρία θα συνεχίσει να είναι ένας μαγνήτης για τους εξτρεμιστές όσο χρονικό διάστημα ο Assad έχει τον έλεγχο της χώρας.
«Η προσπάθεια για την καταπολέμηση του ISIS, με την ταυτόχρονη ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να αγνοήσουμε τον συριακό εμφύλιο πόλεμο που ήταν η γενεσιουργός του δύναμη και το έρεισμά του μέχρι σήμερα, είναι μια συνταγή για περισσότερο πόλεμο, περισσότερο τρόμο, περισσότερους πρόσφυγες, και αστάθεια στην περιοχή», δήλωσε ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής της Αριζόνα και πρόεδρος της Επιτροπής Ενόπλων Δυνάμεων της Γερουσίας, John McCain, την Πέμπτη το βράδυ.
Σε κάθε περίπτωση, οι τελευταίες δηλώσεις της διοίκησης Trump για τη Συρία κωδικοποιούν μια αξιοσημείωτη αντιστροφή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Ο Πρόεδρος, Barack Obama, παρουσίασε μια εκ διαμέτρου διαφορετική προσέγγιση, τον Αύγουστο του 2011, όταν δήλωσε ότι ο Assad είχε χάσει τη νομιμότητά του, και τον είχε προτρέψει να εγκαταλείψει την εξουσία.
«Έχουμε επανειλημμένα δηλώσει ότι ο Πρόεδρος Assad πρέπει να οδηγήσει τη χώρα σε δημοκρατική μετάβαση ή να αποχωρήσει», είχε συμπληρώσει τότε ο Obama, σε μια δήλωση που έγινε σε συμφωνία με τους ευρωπαίους συμμάχους. «Για το καλό του λαού της Συρίας, έχει έρθει η ώρα για τον Πρόεδρο Assad να κάνει στην άκρη.»
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Trump είπε ότι ενώ δεν του άρεσε ο Assad, ήταν ευχαριστημένος από το γεγονός ότι ο Σύρος ηγέτης «σκοτώνει τον ISIS». Από την ανάληψη των καθηκόντων του, ωστόσο, ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει απόσχει από την σφυρηλάτηση μιας στρατιωτικής συμμαχίας με τη Ρωσία στην Συρία, πόσο μάλλον με τον Assad. Αντ’ αυτού, η μονόπλευρη εστίαση της διοίκησης των ΗΠΑ ήταν να βοηθήσει τους μαχητές της Συρίας να εκδιώξουν το Ισλαμικό Κράτος από την βόρεια πόλη της Raqqa, την οποία οι εξτρεμιστές έχουν ανακηρύξει πρωτεύουσα του αυτοαποκαλούμενου χαλιφάτου τους.
Παρά ταύτα, καίρια ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα, όπως το ποιές πολιτικές αρχές της Συρίας θα ελέγχουν τη Raqqa μετά την εκκαθάρισή της από τους εξτρεμιστές του ISIS και πώς η διεθνής κοινότητα θα μπορέσει να δημιουργήσει ασφαλείς ζώνες, ή όπως τις ονόμασε πρόσφατα ο Tillerson «ενδιάμεσες ζώνες σταθερότητας», που ως στόχο θα έχουν να ανακόψουν τη ροή των προσφύγων. Ένα άλλο σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο είναι δυνατή η διαπραγμάτευση μιας ευρύτερης πολιτικής λύσης για τη Συρία. Κι αυτό διότι παρά τα πλεονεκτήματά του, ο Assad δεν διαθέτει το στρατιωτικό ανθρώπινο δυναμικό για να ελέγξει ολόκληρη τη χώρα.
Πηγή: New York Times