Η άνοδος της παγκόσμιας θερμοκρασίας λόγω της κλιματικής κρίσης προκαλεί δυσφορία στα έμβρυα των εγκύων που δουλεύουν ως στα χωράφια, αποκαλύπτει νέα μελέτη.
Οι ερευνητές της μελέτης διαπίστωσαν ότι τα έμβρυα των γυναικών που εργάζονταν σε χωράφια στην Γκάμπια παρουσίασαν ανησυχητικές αυξήσεις στους καρδιακούς παλμούς και μειώσεις στη ροή του αίματος προς τον πλακούντα, εξαιτίας της ανόδου της θερμοκρασίας. Οι γυναίκες, οι οποίες κάνουν μεγάλο μέρος της γεωργικής εργασίας και δουλεύουν στα χωράφια καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους, δήλωσαν στους επιστήμονες ότι οι θερμοκρασίες είχαν αυξηθεί αισθητά την τελευταία δεκαετία.
Όπως αναφέρει η Guardian, υπάρχουν ήδη ισχυρές ενδείξεις ότι η ακραία ζέστη οδηγεί σε αύξηση των θνησιγενειών καθώς και των γεννήσεων πρόωρων και λιποβαρών μωρών, αλλά τα δεδομένα αυτά προέρχονται από πλούσιες, εύκρατες χώρες. Η νέα μελέτη εστιάζει για πρώτη φορά σε αγρότισσες που ζουν σε μια τροπική χώρα, όπου η αύξηση της ακραίας ζέστης απασχολεί σοβαρή τους κατοίκους.
Οι ερευνητές της μελέτης θέλησαν να κατανοήσουν γιατί τα έμβρυα υποφέρουν όταν οι μέλλουσες μητέρες καταπονούνται από τη ζέστη. Πιθανές αιτίες είναι η εφίδρωση που οδηγεί σε αφυδάτωση και η εκτροπή του αίματος και του οξυγόνου από τον πλακούντα στο δέρμα της μητέρας προκειμένου να δροσιστεί το σώμα. Στόχος των επιστημόνων είναι να παράσχουν στοιχεία για μέτρα προστασίας των εγκύων και των εμβρύων, όπως η καλλιέργεια δέντρων για τη σκίαση των γυναικών αλλά και των καλλιεργειών.
«Η μελέτη μας διαπίστωσε ότι οι έγκυες αγρότισσες βιώνουν συνήθως επίπεδα ακραίας ζέστης πάνω από τα συνιστώμενα όρια εργασίας στην ύπαιθρο και ότι αυτό μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία τους και στην υγεία των μωρών τους», δήλωσε η δρ Άνα Μπονέλ, επικεφαλής της μελέτης και ερευνήτρια στη Μονάδα του Συμβουλίου Ιατρικών Ερευνών στη Γκάμπια και στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου.
Μια σειρά μελετών που δημοσιεύθηκαν τον Ιανουάριο διαπίστωσαν ότι η κλιματική κρίση βλάπτει την υγεία των εμβρύων, των βρεφών και των νηπίων σε όλο τον κόσμο. Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι η αυξημένη θερμότητα συνδέεται με τη ταχεία αύξηση του βάρους των μωρών, η οποία με τη σειρά της αυξάνει τον κίνδυνο παχυσαρκίας στη μετέπειτα ζωή τους. Οι υψηλότερες θερμοκρασίες συνδέθηκαν επίσης με πρόωρες γεννήσεις, οι οποίες μπορεί να έχουν δια βίου επιπτώσεις στην υγεία, και με αυξημένες εισαγωγές μικρών παιδιών σε νοσοκομεία.
Στην έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Lancet Planetary Health», συμμετείχαν 92 έγκυες αγρότισσες που ζουν σε μια αγροτική περιοχή της Γκάμπια. Κατά τη διάρκεια της επτάμηνης περιόδου μελέτης, η μέση θερμοκρασία του αέρα κατά τη διάρκεια των ωρών εργασίας ήταν 33,5 βαθμοί Κελσίου.
Οι επιστήμονες μέτρησαν επίσης την υγρασία, τη θερμοκρασία και τους καρδιακούς παλμούς των εγκύων και των εμβρύων. Διαπίστωσαν ότι όταν η θερμοκρασία του σώματος της γυναίκας και ο καρδιακός ρυθμός της αυξάνονταν κατά μία κατηγορία στον δείκτη θερμικής καταπόνησης, ο κίνδυνος εμβρυϊκής δυσφορίας αυξανόταν κατά 20%. Η εμβρυϊκή δυσφορία αποτυπωνόταν είτε στον καρδιακό ρυθμό ο οποίος ήταν πάνω από 160 παλμούς ανά λεπτό ή τη μειωμένη ροή αίματος στον πλακούντα, όπως μετρήθηκε με υπερηχογράφημα.
Η ομάδα διαπίστωσε επίσης ότι όταν η θερμική καταπόνηση αυξανόταν κατά 1 βαθμό Κελσίου, ο κίνδυνος εμβρυϊκής δυσφορίας επίσης αυξανόταν κατά 17%. Ο κίνδυνος αυξήθηκε κατά 12% ακόμη και όταν συνυπολογίστηκε η αύξηση της θερμοκρασίας και του καρδιακού ρυθμού της γυναίκας, γεγονός που υποδηλώνει άλλους παράγοντες που επηρεάζουν το έμβρυο. Αυτοί μπορεί να περιλαμβάνουν αφυδάτωση, χαμηλή ροή αίματος στον πλακούντα ή φλεγμονή που σχετίζεται με τη ζέστη.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι αρκετές γυναίκες υπέφεραν από θερμική νόσο, με σχεδόν το 60% να αναφέρει τουλάχιστον ένα σύμπτωμα κατά τη διάρκεια των αξιολογήσεων πεδίου. Τα συμπτώματα περιλάμβαναν πονοκέφαλο, ζάλη, αδυναμία, μυϊκές κράμπες, εμετό και ξηροστομία.
Αναφερόμενη στην αντιμετώπιση του αυξανόμενου προβλήματος της θερμικής καταπόνησης, η Μπονέλ δήλωσε: «Αρχικά, θα συνιστούσα να σταματήσει η καύση ορυκτών καυσίμων – αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα».
Τα επιμέρους μέτρα θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την ψύξη με παγοκύστες, την ανάπαυση στη σκιά και τη διασφάλιση ότι οι γυναίκες μπορούν να σταματήσουν την εργασία τους όταν εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα. Η δράση σε κοινοτικό επίπεδο θα μπορούσε να περιλαμβάνει προγράμματα οικονομικής στήριξης που θα επέτρεπαν στις έγκυες να δουλεύουν λιγότερο», κατέληξε η επιστήμονας.
ΠΗΓΗ: Guardian