Οι αρμόδιες αρχές του Σαν Φρανσίσκο ψήφισαν την Τρίτη (29/11) να επιτρέψουν στην αστυνομία της πόλης να χρησιμοποιεί δυνητικά θανατηφόρα τηλεκατευθυνόμενα ρομπότ σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
Η ψηφοφορία ήταν οκτώ υπέρ, τρεις κατά, με τους πολέμιους να λένε ότι η κίνηση αυτή θα οδηγήσει σε περαιτέρω επικίνδυνη και ανεπιθύμητη στρατιωτικοποίηση μιας αστυνομικής δύναμης που είναι ήδη πολύ επιθετική με τις μειονότητες.
«Ζούμε σε ένα δυστοπικό μέλλον, όπου συζητάμε αν η αστυνομία μπορεί να χρησιμοποιεί ρομπότ για να εκτελεί πολίτες χωρίς δίκη, ενόρκους ή δικαστή», δήλωσε στο Mission Local η Τίφανεϊ Μόγιερ, ανώτερη δικηγόρος της Επιτροπής Δικηγόρων για τα Πολιτικά Δικαιώματα της περιοχής του Κόλπου του Σαν Φρανσίσκο.
«Αυτό δεν είναι φυσιολογικό. Κανένας επαγγελματίας νομικός ή απλός κάτοικος δεν πρέπει να το αποδεχτεί ως κάτι φυσιολογικό», τόνισε.
Ωστόσο, η επόπτρια Κόνι Τσαν δήλωσε ότι έλαβε υπόψη της όλες τις ανησυχίες, αλλά «σύμφωνα με την πολιτειακή νομοθεσία, είμαστε υποχρεωμένοι να εγκρίνουμε τη χρήση αυτών των εξοπλισμών. Σίγουρα δεν είναι μια εύκολη συζήτηση».
Ακραία μέτρα
Σε ανακοίνωσή του, το Αστυνομικό Τμήμα του Σαν Φρανσίσκο απάντησε λέγοντας ότι επί του παρόντος δεν διαθέτει ρομπότ με τέτοιου είδους εξοπλισμό, αλλά ότι θα μπορούσε να αναπτύξει ρομπότ εξοπλισμένα με εκρηκτικά φορτία «για να εξουδετερώσει ή να αποπροσανατολίσει βίαιους, οπλισμένους ή επικίνδυνους υπόπτους» όταν οι καταστάσεις απαιτούν τέτοια ακραία μέτρα.
«Τα ρομπότ αυτά θα χρησιμοποιούνται μόνο σε ακραίες περιστάσεις για να σώσουν ή να αποτρέψουν περαιτέρω απώλειες αθώων ζωών», σημειώνει η αστυνομία στην ανακοίνωσή της. Επιπλέον, πολύ λίγοι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί θα έχουν την άδεια να εγκρίνουν τη χρήση ρομπότ που μπορούν να σκοτώσουν, περιορίζοντας τη μαζική ανάπτυξη τέτοιων ακραίων τακτικών.
Σήμερα, το αστυνομικό τμήμα του Σαν Φρανσίσκο διαθέτει 17 ρομπότ στο οπλοστάσιό του, 12 από τα οποία περιγράφονται ως πλήρως λειτουργικά. Μέχρι στιγμής δεν έχουν χρησιμοποιηθεί για να επιτεθούν σε κανέναν, αλλά επικεντρώνονται μάλλον στη διερεύνηση και την εξουδετέρωση πιθανών βομβών ή στην επιτήρηση περιοχών που θεωρούνται πολύ επικίνδυνες για να εισέλθουν οι αστυνομικοί.