Χτες, 3 Ιουλίου έλαβε χώρα στην Βουλή- μετά από αίτημα του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας προς τον Πρόεδρο της Βουλής- συζήτηση με βασικό θέμα την οικονομία της χώρας ύστερα από τις αποφάσεις του Eurogroup και τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης. Περιττό να πει κανείς πως ησυζήτηση δεν στάθηκε μόνο εκεί καθώς υπήρξε μιας εφ’ όλης της ύλης αναφορά στα τεκταινόμενα και στις πολιτικές αποφάσεις τα τελευταία χρόνια που αφορούν την οικονομία. Δεν έλλειψαν οι κατηγόριες και (κομψά) τα παράπονα από τον έναν στο άλλον.
Επιτηρώντας το ζήτημα λίγο επιφυλακτικά, νομίζω πως η διάκριση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης σχετίζεται μεν με τις ιδεολογικές απολήξεις της κάθε μίας αλλά βασίζεται στην στόχευση των μεν και των δε. Ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τους ΑΝΕΛ (και ακόμα είναι απορίας άξιον πως δύο τέτοιοι πόλοι “συμφώνησαν” μεταξύ τους) στοχεύει στο μεγαλύτερο κράτος, σε μεγέθυνση του δημοσίου, στον κρατισμό. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εν αντιθέσει μίλησε εχτές για ένα μαζεμένο, καλά οργανωμένο και ευέλικτο κράτος. Και για όποιον παρατηρεί σε βάθος τα πολιτικά τεκταινόμενα θα παρατηρήσει πως στα πλαίσια του ίδιου του του κόμματος κάτι τέτοιο έχει ήδη εφαρμοστεί (μετά την εκλογή του σε πρόεδρο) αρκετά πετυχημένα κατά κοινή ομολογία. Εν αντιθέσει, το ολοένα “αυξανόμενο” κράτος του κύριου Τσίπρα έχει υιοθετήσει τις ιδιότητες καρκινικών κυττάρων και όλοι ξέρουμε που καταλήγει αυτό το μονοπάτι. Ελπίζω να μην το μάθουμε από πρώτο χέρι.
Δυστυχώς, θέλοντας και μη, αφήνοντας στην άκρη ιδεολογίες και ερεθίσματα νομίζω πως όλοι (ακόμα αντίθετοι στην Νέα Δημοκρατία ιδεολογικά και κομματικά) είναι λίγο πιο κοντά στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Διότι τα σχόλια που διατύπωσε για το κυβερνητικό έργο και κάποιες σύντομες και προσεκτικές προτάσεις- λύσεις στο πρόβλημα ήταν αν μη τι άλλο ρεαλιστικές. Ας μην δημιουργείται στο μυαλό μας, στο σημείο αυτό, το αντίπολο σωστού- λάθους, καλού- κακού. Μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης πέφτει συχνά σε αυτό το σφάλμα. Ο κόσμος πρέπει να καταλάβει πως στην πολιτική δεν υπάρχει μαύρο και άσπρο. Υπάρχει κόστος και όφελος μαζί με πολύ γκρι. Καλώς ή κακώς, όποιος και αν ήταν στην θέση της σημερινής αντιπολίτευσης δεν θα είχε επιλογή από το να μιλήσει σκληρά, να μιλήσει σύνθετα και να πει “Παιδιά, τα πράγματα είναι δύσκολα. Αλλά θα το παλέψουμε λίγο λίγο.” Και η συγκεκριμένη κυβέρνηση με τις πράξεις της, την ποθεί την αντιπολίτευση.
Χαρακτηριστικά ένα πολύ καλό δείγμα του γεγονότος είναι μια αναφορά στην πρωτολογία του κ. Τσίπρα περί μείωσης της ανεργίας. Και (όσο και να μην ακούγεται συχνά η επόμενη φράση) είχε δίκιο ο κύριος Τσίπρας. Η ανεργία μειώθηκε. Δεν αμφισβητεί κανείς τα νούμερα. Ας μην ξεχνάμε εκτός του ποσοτικού και το ποιοτικό κριτήριο όμως. Μειώθηκε η ανεργία ίσως, αλλά πως; Με άτομα να βρίσκουν ευκαιριακές δουλειές, με το δημόσιο να προσλαμβάνει όποιον βρει όπου βρει (επέκταση του κράτους υπενθυμίζω) και τον επιχειρηματικό κόσμο να έχει δύο αόρατα χέρια γύρω από τον λαιμό του. Ας επιστρέψουμε στο ποσοτικό κριτήριο όμως, για να παίζουμε επί ίσοις όροις. Μειώθηκε η ανεργία, αυξήθηκαν τα έξοδα του κάθε “εργαζόμενου”. Πια δουλεύουν, όσοι δουλεύουν, αλλά για πολλούς λόγους είναι σαν να μην δουλεύουν. Μας δουλεύουν!
Εν τέλει, δεν γνωρίζω αν η συζήτηση αυτή έφερε ή θα επιφέρει κάποια αλλαγή στα ζητήματα που τρέχουν (και η Ελλάδα δεν προφτάνει). Γνωρίζω όμως ποιες είναι οι συνέπειες του πείσματος, του εγωισμού και της αβάσταχτης ελαφρότητας να θέλεις να κάνεις το δικό σου ανεξαρτήτως του τι λένε “οι άλλοι”. Και όχι μόνο εγώ. Έχουμε όλοι εισιτήριο VIP σε αυτή την προβολή.