«Μαύρη τρύπα» στη ΔΕΗ, η οποία καθιστά εξαιρετικά πολύπλοκη υπόθεση την ομαλή λειτουργία της επιχείρησης, ανακάλυψαν οι ορκωτοί ελεγκτές της Ernst & Young στην οικονομική χρήση του 2018.
Πρόκειται για ζημία συνολικού ύψους 542 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, οι ορκωτοί ελεγκτές παρατηρούν, επιπλέον, ότι η ΔΕΗ παρουσιάζει μειωμένα έσοδα και υψηλές ζημίες προ φόρων, καθώς και ότι οι βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις της εταιρείας υπολείπονταν κατά 949 εκατ. ευρώ και 708 εκατ. ευρώ εκ των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεών τους, αντίστοιχα.
Ενδεικτικό της βαρύτητας του ζητήματος είναι το γεγονός ότι η ΔΕΗ ηλεκτροδοτεί πάνω από 7 εκατομμύρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όλες τις μεγάλες βιομηχανίες της αγοράς και το Δημόσιο.
Τις εξελίξεις παρακολουθούν στενά και οι συστημικές τράπεζες που έχουν εκτεθεί με δανεισμό προς την εταιρεία.
Κατά τις ίδιες πηγές, το καθαρό χρέος της ΔΕΗ ανέρχεται στα 3,7 δισ. ευρώ, με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές πελατών να έχουν ξεπεράσει τα 2,5 δισ. ευρώ.
Πού οφείλονται οι ζημιές της ΔΕΗ
Πέντε είναι οι κυριότερες αιτίες που οδήγησαν στις μεγάλες ζημιές την ΔΕΗ:
- Ο σχηματισμός πρόβλεψης 164 εκατ. ευρώ για αποζημιώσεις προσωπικού,
- Η αρνητική επίπτωση κατά 196 εκατ. ευρώ από την πρόσθετη χρέωση των προμηθευτών για τον ειδικό λογαριασμό ΑΠΕ (ΠΧΕΦΕΛ), η οποία καταργήθηκε από αρχές του έτους,
- Η αυξημένη δαπάνη κατά 146 εκατ. ευρώ λόγω αύξησης των τιμών CO2 (με άμεση επίπτωση και στην αύξηση της Οριακής Τιμής Συστήματος -ΟΤΣ), το μεγαλύτερο μέρος της οποίας, όπως σημειώνεται στις οικονομικές καταστάσεις, δεν μετακυλήθηκε στους καταναλωτές δεδομένου ότι δεν υφίσταται ρήτρα CO2 ή ΟΤΣ στα τιμολόγια χαμηλής τάσης της ΔΕΗ.
- Η αρνητική επίπτωση των δημοπρασιών ηλεκτρικής ενέργειας «ΝΟΜΕ» που ζημίωσαν τη ΔΕΗ κατά 223,8 εκατ. και
- Ο σχηματισμός πρόβλεψης ύψους 78,7 εκατ. ευρώ για τόκους υπερημερίας που διεκδικεί βάσει εξώδικου ο ΑΔΜΗΕ από τη ΔΕΗ από τη συμμετοχή της στην χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Όπως σημειώνεται στις λογιστικές καταστάσεις, «το σύνολο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων του ομίλου και της μητρικής εταιρείας υπερβαίνουν το σύνολο του βραχυπρόθεσμου ενεργητικού κατά το ποσό των περίπου 708 εκατ. και 949 εκατ., αντίστοιχα». Η διαφορά αυτή, οφείλεται κυρίως στη μείωση της λειτουργικής κερδοφορίας, την υποχρέωση αποπληρωμής εντός της χρήσης 2019 μακροπρόθεσμου δανεισμού ύψους 725,8 εκατ. ευρώ ενώ σημαντικό μέρος επίσης αποτελεί η πρόσθετη υποχρέωση για αγορές δικαιωμάτων CO2 λόγω της ραγδαίας αύξησης των διεθνών τιμών εντός του 2018.
Ο διαγωνισμός πώλησης
Σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον προχωρεί ο διαγωνισμός για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων.
Η ΔΕΗ έχει προγραμματίσει την υποβολή δεσμευτικών προσφορών στις 6 Μαΐου. Χθες, το διοικητικό συμβούλιο ενέκρινε την σύμβαση αγοραπωλησίας του διαγωνισμού (SPA), επιβεβαιώνοντας τις περιορισμένης κλίμακας βελτιώσεις που εξακολουθούν να κρίνουν επισφαλής και τη δεύτερη απόπειρα πώλησης των δύο εργοστασίων λιγνίτη της Επιχείρησης.
Η μόνη διαφορά σε σχέση με την προηγούμενη διαγωνιστική διαδικασία είναι ότι έχει ξεκαθαρίσει η τιμή προμήθειας του λιγνίτη για την μονάδα της Μελίτη. Παραμένουν σε εκκρεμότητα ο «Μακροχρόνιος Μηχανισμός Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος», τα γνωστά και ως ΑΔΙ, για την ετήσια αποζημίωση των λιγνιτικών μονάδων. Από τον περασμένο Οκτωβρίου, έχει γίνει η προκαταρκτική κοινοποίηση στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ωστόσο το πολυπόθητο πράσινο φως δεν έχει δοθεί.
Χθες το ΔΣ της ΔΕΗ, αποφάσισε για να δελεάσει τους επενδυτές να συμπεριλάβει αναφορά στο SPA, η οποία προβλέπει ακόμη και επιστροφή του 30% του τιμήματος σε περίπτωση που η υπόθεση των αποζημιώσεων δεν ευοδωθεί από την ΕΕ. Όπως συμφωνήθηκε, τίθεται ανώτατο όριο αποζημίωσης τα 40.000 ευρώ ανά μεγαβατώρα για έναν χρόνο. Εφόσον η Κομισιόν εγκρίνει μικρότερο ποσό, τότε προβλέπεται έκπτωση του τιμήματος κατά το ποσό που θα υπολείπεται.
Από την αποτίμηση των δύο μονάδων, οι οποίες έχουν ενσωματωθεί σε δύο ξεχωριστές εταιρείες που τελούν υπό πώληση, προέκυψε σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της ΔΕΗ, ζημία απομείωσης ύψους 236 εκ. ευρώ και 246 εκ. ευρώ αντίστοιχα στις εταιρικές και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις για τη χρήση που έληξε την 31 Δεκεμβρίου 2018.
Αξιοσημείωτο είναι πάντως ότι χθες το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έθεσε σε δημόσια διαβούλευση έως τις 10 Μαΐου την πρότασή του επί του σχεδίου του «Μακροχρόνιου Μηχανισμού Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος», η οποία είχε σταλεί στις Βρυξέλλες για έγκριση πριν από έξι μήνες.