Τον περασμένο Οκτώβριο, ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης δέχθηκαν πυρά μετά την αποκάλυψη ότι δημιούργησαν έναν υβριδικό ιό, συνδυάζοντας την παραλλαγή Όμικρον και το αρχικό στέλεχος του κορονοϊού που εντοπίστηκε στη Γουχάν. Σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα της Daily Mail ο υβριδικός ιός σκότωσε το 80% των ποντικών που χρησιμοποιήθηκαν στη μελέτη. Η είδηση προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων με αποτέλεσμα το πανεπιστήμιο να αναγκαστεί να βγάλει σχετική ανακοίνωση. Τελικά, όπως αποδείχτηκε, το τροποποιημένο στέλεχος του ιού ήταν στην πραγματικότητα λιγότερο θανατηφόρο από το αρχικό.
Ο σάλος όμως που προκλήθηκε ανέδειξε τις ελλείψεις στον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση των ΗΠΑ ρυθμίζει την έρευνα με παθογόνους οργανισμούς που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια πανδημία. Αποκάλυψε επίσης την έλλειψη διαφάνειας στον τρόπο με τον οποίο κρίνεται το ρίσκο των πειραμάτων και ένα φαινομενικά τυχαίο μοτίβο στην πολιτική εποπτείας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, γνωστή και ως πλαίσιο P3CO (Potential Pandemic Pathogen Care and Oversight). Όπως επισημαίνουν οι New York Times (NYT), παρόλο που η αμερικανική κυβέρνηση επέπληξε δημοσίως το Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, δεν αναφέρθηκε σε άλλα πειράματα που χρηματοδότησε και στα οποία οι ερευνητές χειρίστηκαν τους κορονοϊούς με παρόμοιους τρόπους.
«Το επεισόδιο της Βοστώνης σίγουρα μας λέει ότι το πλαίσιο P3CO πρέπει να αναθεωρηθεί», δήλωσε στους New York Times η Angela Rasmussen, ιολόγος στον Οργανισμό Εμβολίων και Λοιμωδών Νοσημάτων του Πανεπιστημίου του Saskatchewan στον Καναδά.
«Η όλη διαδικασία είναι ένα είδος μαύρου κουτιού που δυσκολεύει πολύ τους ερευνητές».
Από την άλλη, εκπρόσωποι των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ (NIH) δήλωσαν ότι οι εμπειρογνώμονές τους ελέγχουν την ασφάλεια κάθε μελέτης πριν την χρηματοδοτήσουν. Ορισμένα πειράματα, όμως, είτε επειδή σχεδιάζονται κατά τη διάρκεια της έρευνας, είτε επειδή δεν χρηματοδοτούνται από ομοσπονδιακά κονδύλια, δεν υπόκεινται σε αυτή τη διαδικασία, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση, δήλωσαν στους ΝΥΤ οι ειδικοί σε θέματα βιοασφάλειας. Επιπλέον, οι κανόνες ενδέχεται να αναθεωρηθούν σύντομα. Μετά από μήνες συναντήσεων, μια επιτροπή κυβερνητικών συμβούλων αναμένεται να παραδώσει επικαιροποιημένες συστάσεις για την εν λόγω έρευνα, έως τον Δεκέμβριο ή τον Ιανουάριο.
Αλλά, όπως επεσήμαναν ορισμένοι ερευνητές, οι κατευθυντήριες γραμμές είναι ασαφείς σχετικά με το ποιες γνωστοποιήσεις απαιτούνται μετά την έγκριση μιας ερευνητικής πρότασης. Σε δήλωσή του στους New York Times, το Πανεπιστήμιο της Βοστώνης ανέφερε ότι τα πειράματα εγκρίθηκαν από τη δική του επιτροπή ασφάλειας καθώς και από την Επιτροπή Δημόσιας Υγείας της Βοστώνης.
Το πανεπιστήμιο δήλωσε επίσης ότι οι επιστήμονές του δεν ήταν υποχρεωμένοι να ενημερώσουν το NIH επειδή, αν και είχαν λάβει κρατική χρηματοδότηση για σχετική έρευνα, χρησιμοποίησαν πανεπιστημιακά κονδύλια για να χρηματοδοτήσουν τα εν λόγω πειράματα.
«Παίζοντας με την φωτιά»
Η είδηση για την έρευνα στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης επανέφερε στο προσκήνιο τα πειράματα κέρδους- λειτουργίας, γνωστά στην επιστημονική κοινότητα ως «Gain of Function» με τα οποία παγκοσμίως διαφοροποιούνται ή μετατρέπονται γενετικά μέσω πειραμάτων σε τουλάχιστον 13 εργαστήρια επιπέδου BLS 4, επικίνδυνα παθογόνα και μολυσματικοί ιοί. Ήταν ένα τέτοιο πείραμα αυτό που πραγματοποίησε η ερευνητική ομάδα του πανεπιστημίου της Βοστόνης;
Σύμφωνα με την Washington Post, οι επιστημονικές απόψεις διίστανται. Ο επιδημιολόγος του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, Μαρκ Λίπσιτς, δήλωσε ότι ήταν «αναμφισβήτητα» πείραμα κέρδους-λειτουργίας, επειδή η προσθήκη της ακίδας της παραλλαγής Όμικρον στο αρχικό στέλεχος του κορονοϊού, τον έκανε πιο μολυσματικό. Άλλοι, όπως ο αρθρογράφος του περιοδικού Science, Ντέρεκ Λόου, χημικός φαρμάκων, διαφωνεί καθώς πιστεύει ότι ο χιμαιρικός ιός ήταν λιγότερο θανατηφόρος από το αρχικό στέλεχος.
«Άρα δεν επρόκειτο για ένα πείραμα κέρδους- λειτουργίας», έγραψε.
Τι αποκαλύπτει έρευνα του ιστότοπου The Intercept
Ο ερευνητικός ιστότοπος The Intercept εξέτασε πάνω από 5.500 σελίδες εγγράφων των NIH στα οποία αναφέρονται λεπτομερώς εκατοντάδες ατυχήματα σε διάφορα βιολογικά εργαστήρια των ΗΠΑ, που σημειώθηκαν από το 2004 έως το 2021. Τα έγγραφα αυτά αποκαλύπτουν μια ευρεία διαφοροποίηση ως προς τη σοβαρότητα με την οποία οι επιστήμονες και οι υπεύθυνοι βιοασφάλειας αντιμετώπιζαν τα λάθη και τα ατυχήματα.
Για παράδειγμα, το 2011, ένα κουνάβι εμβολιασμένο με τον αναδημιουργημένο ιό της φονικής γρίπης του 1918, δάγκωσε έναν ερευνητή στην Ιατρική Σχολή Mount Sinai στη Νέα Υόρκη. Ο ερευνητής μπήκε σε καραντίνα αλλά τελικά δεν νόσησε. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις όπου τέτοιου είδους ατυχήματα οδήγησαν σε μόλυνση. Για παράδειγμα, μια ερευνήτρια του Πανεπιστημίου Ουάσινγκτον του Σεντ Λούις προσβλήθηκε από τον ιό Chikungunya- ο οποίος έχει προκαλέσει επιδημίες στην Αφρική- αφού τρυπήθηκε με βελόνα σε εργαστήριο επιπέδου βιοασφάλειας 3.
Ωστόσο, τα έγγραφα δείχνουν ότι τέτοιου είδους ατυχήματα συμβαίνουν ακόμη και σε εργαστήρια υψηλής ασφάλειας. Το NIH συγκάλεσε πρόσφατα μια συμβουλευτική ομάδα για να εξετάσει τον τρόπο με τον οποίο ρυθμίζει τέτοια πειράματα. Το 2017, μετά από μια παρατεταμένη διαμάχη σχετικά με πειράματα στα οποία επιστήμονες τροποποίησαν τον ιό της γρίπης των πτηνών H5N1 ώστε να τον κάνουν πιο μεταδοτικό σε κουνάβια, το Υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών υιοθέτησε νέες κατευθυντήριες γραμμές για την έρευνα με παθογόνους οργανισμούς που έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν πανδημία. Οι εν λόγω γραμμές απαιτούν τα πειράματα που «αναμένεται» να προσδώσουν επικίνδυνα νέα χαρακτηριστικά στα λεγόμενα «δυνητικά παθογόνα πανδημίας» – ή να δημιουργήσουν νέα – να υποβάλλονται σε ειδική διαδικασία εξέτασης προκειμένου να λάβουν χρηματοδότηση από το NIH. Σύμφωνα όμως με το Intercept, η πολιτική αυτή εφαρμόζεται άνισα.
Ορισμένοι εμπειρογνώμονες ζητούν να αυστηροποιηθούν και άλλες πολιτικές βιοασφάλειας, όπως αυτές που περιγράφουν τι πρέπει να γίνει μετά από ένα εργαστηριακό ατύχημα.
«Πολλές από τις συζητήσεις μας τώρα αφορούν πιθανά παθογόνα πανδημίας και τους κινδύνους γύρω από αυτά», δήλωσε ο Γκρέγκορι Κόμπλεντς, διευθυντής του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Βιολογικής Άμυνας στο Schar School of Policy and Government του Πανεπιστημίου George Mason. «Ωστόσο η γρίπη του 1918 ήταν ένα γνωστό παθογόνο που έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει πανδημία. Αυτό θα έπρεπε να έχει το υψηλότερο δυνατό επίπεδο βιοασφάλειας και να λαμβάνονται μέτρα σε περίπτωση ατυχήματος ή ύποπτης ή γνωστής έκθεσης».
Ορισμένοι επισημαίνουν και μια εγγενή σύγκρουση συμφερόντων καθώς τα NIH είναι επιφορτισμένα με την εποπτεία της ίδιας έρευνας που χρηματοδοτούν. Οι επιστήμονες που σχεδιάζουν ένα νέο πείραμα εξετάζουν τους κινδύνους και καταλήγουν σε τρόπους για τον μετριασμό τους με εξοπλισμό ασφαλείας και τους απαραίτητους ελέγχους. Στη συνέχεια προτείνουν αυτό το σχέδιο στην θεσμική επιτροπή βιοασφάλειας. Ωστόσο δεν υπάρχουν πρότυπα που να καθορίζουν αν τα οφέλη ενός πειράματος δικαιολογούν τους εναπομείναντες κινδύνους – ένα εξόφθαλμο πρόβλημα όταν πρόκειται για παθογόνα όπως ο ιός της γρίπης του 1918.
Κατά την αντιμετώπιση των παραβιάσεων, το NIH μπορεί να ζητήσει αλλαγές ή διορθωτικά μέτρα – και σε ορισμένες περιπτώσεις, το έχει κάνει. Μπορεί επίσης να αποσύρει τη χρηματοδότηση εάν δεν τηρούνται οι κατευθυντήριες γραμμές. Ωστόσο, το Intercept δεν βρήκε κανένα στοιχείο για τη λήψη τέτοιων ακραίων μέτρων. Σε μια περίπτωση, το NIH απείλησε να διακόψει τη χρηματοδότηση μετά από δύο περιστατικά σε εργαστήριο του Πανεπιστημίου του Wisconsin-Madison που εργαζόταν με τροποποιημένο ιό της γρίπης των πτηνών H5N1- η αντιπαράθεση έληξε με την υιοθέτηση αυστηρότερων πρωτοκόλλων.
Οι ρυθμιστικές αρχές που σκοπεύουν να αποτρέψουν μελλοντικές πανδημίες διερευνούν τώρα αλλαγές στις πολιτικές βιοασφάλειας. Το θέμα έχει απασχολήσει το Κογκρέσο, τον Λευκό Οίκο, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και το ίδιο το NIH. Αλλά η συζήτηση είναι ιδιαίτερα πολιτικοποιημένη, με ορισμένους επιστήμονες να αντιστέκονται στη ρύθμιση και ορισμένους εμπειρογνώμονες να είναι απαισιόδοξοι ότι η διαδικασία θα οδηγήσει σε πραγματική αλλαγή.
Ένα πρόβλημα είναι η έλλειψη πληροφοριών. «Δεν έχουμε σαφή εικόνα για όλα τα ατυχήματα», δήλωσε η Φίλιππα Λέντζος, ειδική σε θέματα βιοασφάλειας και βιολογικών απειλών στο King’s College του Λονδίνου. «Είναι δύσκολο να έχουμε καλές πληροφορίες σχετικά με το πόσο επικίνδυνα είναι τα πράγματα και πόσο πιθανό είναι να συμβεί ένα ατύχημα. Απλά δεν έχουμε αυτά τα δεδομένα». Τα νέα για σοβαρές παραβιάσεις διαρρέουν μερικές φορές στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αλλά πολλοί εργαζόμενοι στα εργαστήρια είναι μεταπτυχιακοί φοιτητές. Γι’ αυτούς, το να μιλήσουν για τα προβλήματα ασφάλειας θα μπορούσε να σημαίνει αυτοκτονία της καριέρας τους.
Διέρρευσε από εργαστήριο ο Έμπολα;
Στις 3 Νοεμβρίου, η Daily Mail δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικά με μια μελέτη στην οποία επιστήμονες ισχυρίζονται ότι η επιδημία του ιού Έμπολα στη Δυτική Αφρική το 2014, προκλήθηκε από ατύχημα σε βιολογική εγκατάσταση η οποία χρηματοδοτείται από τις ΗΠΑ.
Η έρευνα που πραγματοποίησε το 2014 επιστημονική ομάδα με επικεφαλής ερευνητές του Robert Koch-Institute στο Βερολίνο, υπέδειξε ότι η επιδημία του ιού Έμπολα μπορεί να ξεκίνησε από επαφή μεταξύ ανθρώπων και νυχτερίδων μολυσμένων από τον ιό. Ωστόσο, μια νέα μελέτη ισχυρίζεται το αντίθετο, σύμφωνα με την Daily Mail. Συγκεκριμένα, ο ιολόγος δρ Τζόναθαν Λάθαμ – πρώην ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν – και ο δημοσιογράφος Σαμ Χουσεϊνί, ισχυρίζονται ότι υπάρχουν αρκετές ανακολουθίες στο επίσημο χρονοδιάγραμμα της επιδημίας στη Δυτική Αφρική.
Οι δυο συγγραφείς της μελέτης ισχυρίζονται ότι ο ιός πιθανόν να εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια ερευνητικών δραστηριοτήτων ρουτίνας σε ένα εργαστήριο στην Kenema της Σιέρα Λεόνε, το οποίο εκείνη την εποχή χρηματοδοτείτο από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για την έρευνα του πυρετού Λάσα (Lassa). Το εργαστήριο αυτό ειδικευόταν σε αιμορραγικούς ιούς παρόμοιους με τον Έμπολα – αν και δεν είναι σαφές αν όντως χειρίστηκε το παθογόνο που προκάλεσε την επιδημία.
Ο καθηγητής Πολ Χάντερ, ειδικός σε θέματα μολυσματικών ασθενειών στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας, δήλωσε στην Daily Mail ότι «Συχνά είναι πραγματικά δύσκολο και μερικές φορές αδύνατο να εντοπίσουμε την ακριβή έναρξη μιας επιδημίας και να γνωρίζουμε γιατί ξεκίνησε», προσθέτοντας ότι «η έρευνα για τον Έμπολα διεξάγεται σε εργαστήρια επιπέδου βιοασφάλειας 4 (BSL4), οπότε μια διαρροή από το εργαστήριο θα ήταν πολύ απίθανη, αλλά όχι αδύνατη».
Ωστόσο, εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με την εγκυρότητα των ισχυρισμών των δυο συγγραφέων της μελέτης. Ο Δρ Λάθαμ διευθύνει το Independent Science News, το οποίο έχει χαρακτηριστεί από τον ιστότοπο ελέγχου γεγονότων Media Bias/Fact Check, ότι φιλοξενεί περιεχόμενο «συνωμοσίας και ψευδοεπιστήμης».
Ωστόσο το εργαστήριο στη Σιέρα Λεόνε είναι επιπέδου βιοασφάλειας 3, που σημαίνει ότι μπορεί να χειρίζεται επικίνδυνους παθογόνους μικροοργανισμούς, και διοικείται από την κοινοπραξία για τον ιογενή αιμορραγικό πυρετό (VHFC) με έδρα τις ΗΠΑ. Η νέα έρευνα υποστηρίζει ότι το εργαστήριο θα μπορούσε να αποθηκεύει ή ακόμη και να εξετάζει δείγματα του ιού Έμπολα που συλλέχθηκαν στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος που χρηματοδοτείται από την αμερικανική κυβέρνηση και ονομάζεται PREDICT.
Επιστήμονες και κυβερνήσεις αναζητούν εδώ και δεκαετίες τρόπους εξισορρόπησης των πιθανών κινδύνων της έρευνας διπλής χρήσης όπως αυτή του κέρδους-λειτουργίας.
Τον περασμένο Ιούνιο, με αφορμή τις αποκαλύψεις για τα πειράματα με κορoνοϊούς που διεξάγονταν στο Ιολογικό Ινστιτούτο της Γουχάν και την τήρηση των επιπέδων ασφάλειας των εργαστηρίων εκεί, το ertnews.gr μίλησε με ειδικούς για την επικινδυνότητα των πειραμάτων κέρδους-λειτουργίας και τη θεωρία της διαρροής του ιού από εργαστήριο της Γουχάν. Ανεξάρτητα από την προέλευση του κορονοϊού, οι ειδικοί λένε ότι ήρθε η ώρα να αυστηροποιηθούν τα πρωτόκολλα των εργαστηρίων βιοασφάλειας.
Αυτό που είναι ακόμη πιο ανησυχητικό, όπως επισημαίνει η εφημερίδα Washington Post, είναι το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή κατασκευάζονται 40 νέα εργαστήρια ιολογίας σε διάφορες χώρες του κόσμου. Πρόκειται για εργαστήρια BSL-4, σχεδιασμένα για την αντιμετώπιση των πιο επικίνδυνων παθογόνων μικροοργανισμών.
Ωστόσο, όπως αναφέρει η Washington Post, η έρευνα κέρδους-λειτουργίας μπορεί να αναφέρεται και σε τεχνικές στις οποίες χρησιμοποιούνται τροποποιημένοι ιοί για την ανάπτυξη γονιδιακής θεραπείας κατά του καρκίνου και των κληρονομικών ασθενειών. Με έναν τόσο ευρύ ορισμό, δεν είναι εφικτό ή προς το συμφέρον του κοινού να απαγορευτεί εντελώς η έρευνα κέρδους- λειτουργίας. Αυτό που προέχει τώρα, είναι να βρεθεί μια ισορροπία μεταξύ της ταχύτητας της έρευνας, της δημόσιας ασφάλειας και της διαφάνειας στο θέμα της τροποποίησης ζωντανών ιών.
ΠΗΓΗ: Intercept, NYT, Washington Post, ertnews.gr, Grid
Πηγή: ertnews.gr