Η χρήση ενεργοβόρων υπολογιστών για την παραγωγή του κρυπτονομίσματος bitcoin από μόνη της θα ήταν ικανή να θέσει εκτός τροχιάς τους στόχους της διεθνούς κοινότητας για την κλιματική αλλαγή, ωθώντας την άνοδο της παγκόσμιας θερμοκρασίας πάνω από τους δύο βαθμούς σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, πιθανώς από το 2033.
Η εκτίμηση αυτή διατυπώνεται από επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Χαβάης, με επικεφαλής τον αναπληρωτή καθηγητή γεωγραφίας Καμίλο Μόρα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα κλιματικής αλλαγής «Nature Climate Change».
Όπως είπαν, «το bitcoin είναι ένα κρυπτονόμισμα με βαριές απαιτήσεις σε υλικό (hardware), πράγμα που προφανώς μεταφράζεται σε μεγάλη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας».
Τα κρυπτονομίσματα αποτελούν ψηφιακές μορφές νομισμάτων που δημιουργούνται μέσω κρυπτογράφησης (εξ ου και το όνομά τους) σε υπολογιστές, μια διαδικασία γνωστή ως «εξόρυξη».
Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι η χρήση bitcoin το 2017 οδήγησε στην εκπομπή 69 εκατομμυρίων μετρικών τόνων διοξειδίου του άνθρακα. Με αυτό το ρυθμό και στο μέλλον, το bitcoin εκτιμάται ότι θα «στείλει» την άνοδο της θερμοκρασίας πάνω από το όριο των δύο βαθμών Κελσίου σε 15 έως 22 χρόνια, δηλαδή μεταξύ του 2033 και του 2040. Η μαζική κατανάλωση ηλεκτρισμού για την παραγωγή («εξόρυξη») bitcoin μπορεί να έχει ως συνέπεια την εκπομπή περίπου 230 γιγατόνων άνθρακα μέσα στην επόμενη 15ετία.
«Σήμερα οι εκπομπές από τις μεταφορές, τα κτίρια και τον τομέα των τροφίμων θεωρούνται οι κύριες αιτίες που συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή. Η νέα έρευνα δείχνει ότι το bitcoin θα πρέπει να προστεθεί σε αυτό τον κατάλογο» δήλωσε η ερευνήτρια Κέιτι Ταλαντέι.
Σχεδόν 200 χώρες συμφώνησαν στο Παρίσι το 2015 ότι η άνοδος της θερμοκρασίας πρέπει να κρατηθεί «αρκετά κάτω» από τους δύο βαθμούς σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
«Είναι κρίσιμο η όποια μελλοντική ανάπτυξη των κρυπτονομισμάτων να στοχεύει στη μείωση της ζήτησης για ηλεκτρικό ρεύμα, αν θέλουμε να αποφευχθούν οι δυνητικά καταστροφικές συνέπειες μια παγκόσμιας θέρμανσης κατά δύο βαθμούς Κελσίου», τόνισε ο Μόρα.
Προειδοποιήσεις και από τον Ζερεφό
Την ίδια ώρα, στη συνέργεια των ανθρωπογενών παρεμβάσεων στο περιβάλλον και στην κλιματική αλλαγή, αναφέρθηκε ο ακαδημαϊκός κ. Χρήστος Ζερεφός, μιλώντας σε ημερίδα για τις φυσικές καταστροφές που διοργάνωσε το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ).
Όπως επεσήμανε ο καθηγητής, το 30% των ευθυνών για την υπερθέρμανση του πλανήτη μπορεί να αποδοθεί στον άνθρωπο. Στη χώρα μας, σύμφωνα με τον καθηγητή, τα επόμενα χρόνια μπορεί να έχουμε λιγότερες πυρκαγιές, αλλά θα είναι πιο καταστροφικές. Όπως τόνισε ο ίδιος, η Ελλάδα ήδη πλήττεται από την κλιματική αλλαγή, καθώς καταγράφεται αύξηση των περιόδων ξηρασίας στη Δυτική Πελοπόννησο και Στερεά Ελλάδα, άνοδος της μέσης θερμοκρασίας και πολλά άλλα ακραία φαινόμενα, τα οποία αναμένεται να αυξηθούν τα επόμενα χρόνια.
Γι’ αυτό ο κ. Ζερεφός θεωρεί ότι απαιτείται σύμπνοια μεταξύ εκείνων «που έχουν τις τύχες μας στα χέρια τους» ώστε να υπάρξει ο απαραίτητος σχεδιασμός και «καλή γνώση του αντικειμένου».
Όσον αφορά στους σεισμούς, όπως επεσήμανε, η πολιτεία μέσω του ΟΑΣΠ (Οργανισμός Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας) απέδειξε ότι μπορούν να αντιμετωπιστούν με επιτυχία, είτε με ανθεκτικές κατασκευές, είτε με ενημέρωση του κόσμου. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις υπόλοιπες φυσικές κατασκευές, λέει ο καθηγητής. Και τα λεγόμενά του βρήκαν σύμφωνο και τον καθηγητή Δυναμικής Τεκτονικής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρο του ΟΑΣΠ κ. Ευθύμιο Λέκκα.
Όπως είπε, είναι εξαιρετικά σημαντικό το θέμα της έγκαιρης προειδοποίησης (π.χ. σε περιπτώσεις σεισμών) καθώς και της εκπαίδευσης των πολιτών «σε κάθε μία από τις φυσικές καταστροφές για να έχουμε ασφαλή διαβίωση». Ο κ. Λέκκας, αναφέρθηκε στο παράδειγμα της πρόσφατης φωτιάς στο Μάτι όπου «όλοι πήραν τα αμάξια, μπλοκαρίστηκαν και οι περισσότερο θάνατοι ήταν μέσα στα αυτοκίνητα». Σύμφωνα με τον κ. Λέκκα, «δεν έχουμε κανονισμό για τις πυρκαγιές, αντίστοιχο του αντισεισμικού κανονισμού ώστε τουλάχιστον να υπάρχουν ειδικές προδιαγραφές για τις κατασκευές που κτίζονται μέσα ή κοντά σε δάση».