Η άνοδος του δείκτη τιμών καταναλωτή είναι πρώτη είδηση και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει ήδη φθάσει το 5% σε ετήσια βάση τον Μάιο. Στην Ευρωζώνη ο πληθωρισμός φαίνεται πως θα αυξηθεί πάνω από το 2%, που έφθασε τον Μάιο, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Ενόψει των γερμανικών εκλογών στις 26 Σεπτεμβρίου, τα υψηλά ποσοστά του ονομαστικού πληθωρισμού θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε έντονες αντιδράσεις της Γερμανίας, που ενδιαφέρεται πολύ για τον πληθωρισμό και να εντείνει τις πιέσεις προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για γρήγορη αλλαγή πορείας. Στις 9 Σεπτεμβρίου η ΕΚΤ θα επαναξιολογήσει τη στάση της βασιζόμενη σε νέες προβλέψεις που αφορούν την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Μέχρι τότε, η ΕΚΤ μπορεί να βρεθεί υπό μία ασυνήθιστα μεγάλη πίεση.
Φυσικά, οι βραχυπρόθεσμες αλλαγές στην πορεία του ονομαστικού πληθωρισμού δεν σχετίζονται άμεσα με τη νομισματική στάση που θα υιοθετήσει η ΕΚΤ. Με το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (PEPP) του Μαρτίου 2020, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απέτρεψε μία σύντομη περίοδο οικονομικής αναταραχής από το να μετατραπεί σε μία βαθιά οικονομική κρίση, η οποία θα μπορούσε να συμπιέσει την οικονομική δραστηριότητα ακόμη περισσότερο απ’ ό,τι έκαναν –ούτως ή άλλως– οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν για τη συγκράτηση της εξάπλωσης του κορωνοϊού.
Μάλιστα, τον Μάρτιο του 2021 η ΕΚΤ επιτάχυνε τον ρυθμό αγοράς ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP, ως απάντηση στο κύμα πανδημίας που εξαπλώθηκε τον περασμένο χειμώνα. Μέχρι στιγμής η κεντρική τράπεζα έχει περιορίσει με επιτυχία τους κινδύνους μιας οικονομικής ύφεσης.
Εντούτοις, η ΕΚΤ θα πρέπει να προσαρμοστεί και να ισορροπήσει στην εναλλαγή των κινδύνων. Ανεξάρτητα από τις βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις, ο γενικός πληθωρισμός είναι πιθανόν να αυξηθεί από περίπου 1% στο 1,8% το 2023, ως απάντηση στην ισχυρή ανάπτυξη και τη σταδιακή άνοδο των μισθών έπειτα από την επιστροφή πολλών στην πλήρη απασχόληση. Καθώς το κύμα έξαρσης του ιού τον χειμώνα έχει αρχίσει να υποχωρεί, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να ξεκινήσει να περιορίζει τις αγορές τίτλων στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων (PEPP) τον Σεπτέμβριο και να συνεχίσει να το μειώνει μέσα στο 2022.
Kαι ενώ οι αγορές μπορεί περιστασιακά να αμφιταλαντεύονται απέναντι σε μία τέτοια προοπτική, το να ανακόψεις την ταχύτητα σε μία οικονομία που ήδη επιταχύνει την ανάπτυξή της δεν θα πρέπει να προκαλεί μεγάλη αντίδραση.
* Οι κ. Holger Schmieding και Kallum Pickering είναι επικεφαλής οικονομολόγοι της Berenberg Βank.
- Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»