Την εκτίμηση ότι η Ελλάδα χρειάζεται να ενισχύσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, που έχει αρχίσει να «χτίζει» στον τομέα των οπτικών δορυφορικών επικοινωνιών, αναλαμβάνοντας δράση όχι μόνο σε ό,τι αφορά την πανεπιστημιακή έρευνα, αλλά και τη δημιουργία επιχειρηματικού οικοσυστήματος, διατυπώνει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Πολυζώης Κοκκώνης, Future Programs Officer στην Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία (ESA). «Οι οπτικές δορυφορικές επικοινωνίες θα αναπτυχθούν ισχυρά στο μέλλον. Αποκτούν μεγαλύτερη σημασία, γιατί προσφέρουν πολύ καλές δυνατότητες για την επικοινωνία στο Διάστημα» λέει ο κ. Κοκκώνης και υπενθυμίζει πως η Ελλάδα, σε συνεργασία με τη ΕSA, ήταν από τις πρώτες χώρες, που μέσω του επίγειου σταθμού του προγράμματος “Skylight” στο Αστεροσκοπείο του Χελμού, έκανε οπτική ζεύξη με δορυφόρο.
Κατά τον κ. Κοκκώνη, που διευκρινίζει ότι η θέση του είναι προσωπική και όχι η επίσημη της ESA, στην Ελλάδα χρειάζεται να δημιουργηθεί ένα οικοσύστημα, που θα εστιάζει σε αυτό τον παράγοντα. «Δεν μπορούμε να στηρίξουμε έναν χώρο μόνο με τις startup. Πρέπει να ενδιαφερθούμε και για τις μεγαλύτερες εταιρείες, ίσως ξένες, που θα θελήσουν να εγκαταστήσουν κάποιο τμήμα στην Ελλάδα. Για να το κάνουν, χρειάζονται ένα έτοιμο οικοσύστημα: να μπορούν να βρουν το κατάλληλο ανθρώπινο ταλέντο, να βρουν άλλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον χώρο του Διαστήματος και καλό επίπεδο σπουδών στα πανεπιστήμια. Επίσης, πέρα από τις κρατικές ερευνητικές χρηματοδοτήσεις, χρειάζεται να υπάρχουν και εμπορικές. Η Ελλάδα έχει αρχίσει να εμφανίζεται διεθνώς στο “κάδρο”, αλλά όταν μιλάμε για τεχνολογίες με τόση δυναμική για το μέλλον, μιλάμε για ένα πεδίο έντονα ανταγωνιστικό. Υπάρχουν αρκετές χώρες που ενδιαφέρονται να τοποθετηθούν στο κομμάτι των οπτικών επικοινωνιών και εκεί νομίζω ότι η Ελλάδα χρειάζεται να τονώσει το οικοσύστημά της» υπογραμμίζει, με την ευκαιρία του 6ου διεθνούς φόρουμ με τίτλο «5G Techritory», που πρόσφατα συγκέντρωσε στη Ρίγα της Λετονίας προσωπικότητες παγκόσμιας εμβέλειας στον χώρο της τεχνολογίας.
Πόσο πρόσφορο είναι όμως το έδαφος για τη δημιουργία ενός ισορροπημένου οικοσυστήματος, όταν οι ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν φτάσει στο επίπεδο TRL (Technology Readiness Level) 9 της ESA, που αποτυπώνει τον ανώτατο βαθμό τεχνολογικής εξειδίκευσης και ετοιμότητας για την ανάληψη μεγάλων έργων, είναι ελάχιστες; «Δεν είναι απαραίτητο το σύνολο του έργου να γίνεται μέσα στην ίδια χώρα. Οι ελληνικές εταιρείες πρέπει να μπουν στη λογική ότι δεν υπάρχει μόνο το δίπτυχο “make- buy”, δηλαδή ή φτιάχνω κάτι ή το αγοράζω, αλλά και το μοντέλο της συνεργασίας, μέσω του οποίου μπορούν να βρουν τους κατάλληλους εταίρους, ώστε να συμμετάσχουν σε μεγαλύτερα έργα. Αν πάντοτε προσπαθώ ως εταιρεία να τα κάνω όλα εσωτερικά, θα δυσκολευτώ πάρα πολύ να φτάσω γρήγορα στο TRL 9, ενώ αν συνεργαστώ με κάποιον εταίρο, μπορεί να μου προσφέρει δυνατότητες» λέει.
Στο ερώτημα αν οι ελληνικές εταιρείες (σ.σ. σήμερα δραστηριοποιούνται στον τομέα του Διαστήματος πάνω από 45, αμιγώς εξαγωγικές ελληνικές επιχειρήσεις, με ετήσιο τζίρο 210 εκατ. ευρώ) σπεύδουν να αναπτύξουν όντως τέτοιες συνεργασίες, ο κ.Κοκκώνης απαντά πως σε κάποιον βαθμό όντως το πράττουν, αλλά δεν είναι η κυρίαρχη τάση. Πολλές τεχνολογικές επιχειρήσεις -και αυτό δεν αφορά μόνο την Ελλάδα- φοβούνται ότι αν μοιραστούν τις ιδέες τους με μεγαλύτερες εταιρείες, θα τις χάσουν, λέει. «Μέχρι όμως να φτάσει μια ιδέα να μετατραπεί σε ανταγωνιστικό προϊόν για την παγκόσμια αγορά, έχει πάρα πολύ μεγάλο δρόμο να διανύσει. Και οι μεγάλες εταιρείες έχουν τη δυνατότητα να βοηθήσουν ακριβώς σε αυτό. Οπότε το να υπάρχουν στην Ελλάδα μεγαλύτερες επιχειρήσεις, π.χ., ως θυγατρικές ξένων εταιρειών, και να στηρίξουν το οικοσύστημα γύρω τους, νομίζω ότι είναι το πιο υγιές» εκτιμά.
Ευρωπαϊκή συστοιχία δορυφόρων και επικοινωνία & πλοήγηση στη Σελήνη
O Έλληνας φυσικός, με έδρα την Αγγλία, εστιάζει στα προγράμματα της ESA για το μέλλον. Τι ετοιμάζει λοιπόν η ESA για το αύριο; Η απάντησή του περιλαμβάνει μια ευρωπαϊκή συστοιχία δορυφόρων, «κατά κάποιο τρόπο αντίστοιχη» με το «Starlink» της SpaceX και του Elon Musk, ένα πρωτοποριακό σύστημα επικοινωνιών στη Σελήνη, αλλά και προγράμματα που αφορούν την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών. Όπως λέει, μεταξύ άλλων, η ESA συνεισφέρει στο πρόγραμμα IRIS² (σ.σ. ονοματοδοτημένο από την ομώνυμη θεότητα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, που ήταν αγγελιαφόρος των Ολύμπιων θεών).
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να φτιάξει μια συστοιχία δορυφόρων, αντίστοιχη ας πούμε με το Starlink, αν και η λέξη “αντίστοιχη” δεν είναι απόλυτα ακριβής. Μια σημαντική τάση σήμερα είναι οι δορυφόροι χαμηλής τροχιάς, που έχουν πολλά πλεονεκτήματα για τις επικοινωνίες. Η Ευρώπη θέλει και πρέπει να είναι αυτόνομη, να έχει δηλαδή τη δυνατότητα για ανεξάρτητες επικοινωνίες, πλοήγηση, παρατηρήσεις από δορυφόρους παίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στον συγκεκριμένο χώρο. Δεν είναι όμως μόνο η αυτονομία ο στόχος του IRIS². Φτιάχνοντας κάτι τέτοιο, δίνεις τη δυνατότητα στην ευρωπαϊκή βιομηχανία ν’ αναπτύξει τις ικανότητες, την τεχνολογία και την τεχνογνωσία σε τέτοιους τομείς. Γιατί δεν μπορείς να περιμένεις από τη βιομηχανία ν’ αναπτύξει από μόνη της τέτοιες ικανότητες και δεξιότητες, αν δεν υπάρχουν τα πρότζεκτ που τις ζητούν. Άρα, χρειαζόμαστε τέτοια προγράμματα μεγάλης κλίμακας, που θα δώσουν στην ευρωπαϊκή βιομηχανία τη δυνατότητα να αναπτυχθεί σε τομείς τεχνολογικής αιχμής» σημειώνει, ενώ στο ερώτημα πότε αναμένεται να δημιουργηθεί αυτή η συστοιχία ξεκαθαρίζει ότι δεν θα ήθελε να επεκταθεί σε λεπτομέρειες, αφού το πρότζεκτ το διαχειρίζεται η ΕΕ.
Επιπλέον, στην ΕΕ «τρέχει» ένα ακόμα πρόγραμμα, για το οποίο μάλιστα υπάρχει συνεργασία με τη NASA. Το πρόγραμμα αφορά την προσπάθεια παροχής επικοινωνίας και πλοήγησης στη Σελήνη, ώστε οι αποστολές στο φεγγάρι να μη χρειάζεται κάθε φορά να στήνουν από την αρχή την απαιτούμενη υποδομή. «Και αυτό δεν θα έχει όφελος μόνο για την Ευρώπη, η σκέψη είναι να το προσφέρει και στις υπόλοιπες αποστολές. Για αυτό άλλωστε υπάρχει εκεί και συνεργασία με τη NASA. Επιπλέον, η ΕΕ προσπαθεί να στηρίξει περισσότερο την εμπορευματοποίηση της διαστημικής τεχνολογίας, δηλαδή να στηρίξει ευρωπαϊκές εταιρείες, που δραστηριοποιούνται με προϊόντα ή υπηρεσίες σχετικά με το Διάστημα» λέει και αναφέρει ενδεικτικά την περίπτωση των δεδομένων παρατήρησης γης (earth observation data), έναν τομέα με αμέτρητες δυνατότητες και εφαρμογές, ο οποίος έχει μεγάλη συνεισφορά και στον τομέα της αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών.
Η Ευρώπη είναι δυνατή στους δορυφόρους, αλλά εξακολουθεί να υστερεί στις εκτοξεύσεις
Κατά τον κ. Κοκκώνη, η Ευρώπη είναι πολύ ανταγωνιστική στο κομμάτι της κατασκευής εμπορικών δορυφόρων και της σχετικής τεχνολογίας, μέσω εταιρειών όπως οι Airbus, Thales και OHB, ενώ αντίθετα οι αμερικανικές Boeing και Lockheed εστιάζουν σε κυβερνητικές και στρατιωτικές παραγγελίες. «Το σημείο στο οποίο μπορεί να πει κάποιος ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή πρόκληση είναι σε δορυφόρους χαμηλής τροχιάς. Εκεί χρειάζεται πολύ μεγαλύτερος αριθμός δορυφόρων, γρηγορότερη παραγωγή και ανανέωση. Έχουν γίνει κάποια βήματα -για παράδειγμα, η OneWeb είναι ευρωπαϊκή- αλλά η Ευρώπη δεν έχει ακόμα αυτή τη στιγμή την απαραίτητη κλίμακα (scale) στην παραγωγή. Επιπλέον, πρόβλημα -που αντιμετωπίζουν όμως και άλλες περιοχές του κόσμου- έχει η Ευρώπη και στο θέμα της εκτόξευσης στο Διάστημα» λέει, υπενθυμίζοντας πως η ESA έχει την πλατφόρμα για τις εκτοξεύσεις της στο Κουρού στη Γαλλική Γουιάνα.
Προσθέτει ότι όταν μιλάμε για μεγάλες εκτοξεύσεις, αυτό σημαίνει μεγάλο υψόμετρο, και μεγάλη ωφέλιμη μάζα που θα σταλεί στο Διάστημα. Το πιο αξιόπιστο δυτικό σύστημα αυτή τη στιγμή, σημειώνει, είναι αυτό της αμερικανικής SpaceX με τους (επαναχρησιμοποιούμενους) πυραύλους μεταφοράς φορτίου Falcon. «Σε αυτό το κομμάτι η Ευρώπη έχει τους πυραύλους Ariane, με την καινούργια γενιά των οποίων, Ariane 6, πρέπει να καλύψει την απόσταση. Προς το παρόν βέβαια, στον Ariane υπάρχουν καθυστερήσεις και κάποια τεχνικά προβλήματα. Αυτό που η Ευρώπη δυσκολεύεται πάντα να κάνει είναι το κομμάτι του scale (κλίμακας). Στην Ευρώπη χρειάζεται να συνεργαστούν πολλές εταιρείες και πολλές χώρες μαζί, για να κάνουν κάτι, ενώ το αμερικάνικο αντίστοιχο είναι πως συνήθως μια εταιρία λειτουργεί πιο αυτόνομα, αν πάρουμε για παράδειγμα τη SpaceX ή την προσέγγιση που έχει τώρα η Amazon με το πρότζεκτ Kuiper» σημειώνει.
Στο ερώτημα αν υπάρχουν συνεργασίες της Ευρώπης με τη NASA και αμερικανικές εταιρείες, σε μια περίοδο ιδίως που βρίσκεται σε εξέλιξη ο τεχνολογικός πόλεμος Δύσης- Ανατολής, ο Έλληνας επιστήμονας απαντά πως υπάρχουν συνέργειες στο κομμάτι της αστρονομίας και της κοσμολογίας, αλλά και της εξερεύνησης του Διαστήματος. Σημαντικά παραδείγματα συνεργασίας ESA-NASA είναι: το διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb που αφορά την κοσμολογία και η εξερεύνηση της Σελήνης με την αποστολή Artemis. «Επίσης, εμφανίζονται και χώρες όπως η Αυστραλία κι η Ινδία, που επίσης ενδιαφέρονται για συνεργασίες, στις οποίες η ESA είναι ανοιχτή» λέει.
Ερωτηθείς αν ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει με κάποιο τρόπο επηρεάσει τα προγράμματα Διαστήματος και δορυφόρων της ESA, ο κ. Κοκκώνης απαντά πως σαφώς και υπάρχει αντίκτυπος, καθώς κάποιες συνεργασίες με τη ρωσική υπηρεσία Διαστήματος, τη Roscosmos, δεν προχωρούν και χρειάστηκε να γίνουν διάφορες αλλαγές στον προγραμματισμό, για τις οποίες όμως -όπως διευκρινίζει- δεν είναι αρμόδιος να μιλήσει. «Γενικά, η συνεργασία τόσο με την Κίνα, όσο και με τη Ρωσία, είναι πιο δύσκολη αυτόν τον καιρό» επισημαίνει.
Σήμερα ιδιώτες όπως ο Elon Musk και ο Jeff Bezos εκτοξεύουν συστοιχίες δορυφόρων στο Διάστημα. Πώς βλέπει να εξελίσσεται αυτή η τάση και πώς αναμένεται να επηρεάσει την κοινωνία και την οικονομία; «Ιστορικά είχαμε τηλεπικοινωνιακούς δορυφόρους σε γεωστατική τροχιά. Πρακτικά μπορούσες να καλύψεις σχεδόν όλη τη Γη με τρεις δορυφόρους. Όμως, λόγω της μεγάλης απόστασής τους από τη Γη, οι δορυφόροι αυτοί δεν μπορούν να προσφέρουν low latency (σ.σ. έχουν μεγάλη χρονοκαθυστέρηση) και ευρυζωνικές επικοινωνίες, ενώ επειδή βρίσκονται πάντα γύρω από τον Ισημερινό, υστερούν σε κάλυψη κοντύτερα στις πολικές περιοχές. Αναπτύσσοντας συστήματα σε τροχιές πιο κοντά στη Γη με τους δορυφόρους χαμηλής τροχιάς έχουμε τα χαρακτηριστικά που χρειαζόμαστε, τα συστήματα όμως γίνονται πιο περίπλοκα. Τέτοια συστήματα είναι το Starlink του Μασκ και το Kuiper του Μπέζος. Η ιδέα αυτή δεν είναι καινούργια. Χρονολογείται ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’90. Απλώς τότε δεν ήταν δυνατό να γίνουν τόσες εκτοξεύσεις δορυφόρων, όσες χρειάζεται ένα τέτοιο σύστημα. Αυτό σταδιακά βελτιώθηκε -χάρη και στο μεγάλο άλμα της SpaceX, που επειδή έχει επαναχρησιμοποιούμενα κομμάτια στους πυραύλους της καταφέρνει να κάνει πάρα πολύ γρήγορα νέες εκτοξεύσεις- οπότε άνοιξε ο δρόμος» σημειώνει.
Βέβαια, η εκτόξευση συστοιχιών δορυφόρων σημαίνει ότι υπάρχει πλέον αναγκαστικά πολύ μεγαλύτερος αριθμός αντικειμένων στο Διάστημα, σκουπιδιών σε τροχιά. «Επομένως έχουμε θέμα πώς διαχειριζόμαστε αυτά τα αντικείμενα. Πρακτικές που ίσχυαν όταν είχαμε μικρό αριθμό αντικειμένων στο Διάστημα δεν μπορούν να συνεχίσουν να ισχύουν. Κι αυτό αφορά και το πώς διαχειριζόμαστε αυτά τα αντικείμενα (τους δορυφόρους) και πριν αχρηστευτούν και γίνουν απόρριμμα. Δηλαδή πρέπει να υπάρχει συμφωνημένη πολιτική, ότι όταν στέλνω κάτι στο Διάστημα και αυτό πάψει να είναι χρήσιμο, έχω ήδη από πριν αποφασίσει τι θα κάνω» επισημαίνει.
Σε μια εποχή που η κλίμακα όσων γίνονται στο Διάστημα αυξάνεται και αντίστοιχα ενισχύεται και η πολυπλοκότητα, οι διαστημικές υπηρεσίες βρίσκουν πολύτιμο αρωγό στην Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ): «Χρειάζεσαι την ΤΝ, για να μπορέσεις να διαχειριστείς δίκτυα -τόσο διαστημικά όσο και επίγεια- με το μέγεθος και την περιπλοκότητα που χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή. Το ίδιο ισχύει και για τις διάφορες αποστολές. Επομένως, υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για τέτοια προγράμματα. Η ΕSΑ είναι ανοιχτή σε προτάσεις τέτοιου τύπου και υπάρχουν συγκεκριμένες προσκλήσεις προγραμμάτων, που αφορούν την εισαγωγή ΤΝ στα διάφορα πρότζεκτ μας» καταλήγει.
ΑΠΕ-ΜΠΕ