Στο τέλος Νοεμβρίου η ΕΕ αναμένεται να ανακοινώσει τους επόμενους στόχους του 2050 για την απανθρακοποίηση της ενιαίας αγοράς. «Καθόλου κάρβουνο, καθόλου φυσικό αέριο…» το περιέγραψε με απλά λόγια υψηλόβαθμο στέλεχος της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θυμίζοντας παράλληλα τις δεσμεύσεις των κρατών-μελών για το 2030.
Την ίδια ώρα οι Βρυξέλλες στέλνουν σαφέστατο μήνυμα για την ενεργειακή πολιτική της Αθήνας: «Ολοκληρώστε τις μνημονιακές υποχρεώσεις με την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και στραφείτε στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας γιατί θα χάσετε τις κοσμογονικές αλλαγές…».
Τις επισημάνσεις αυτές έκαναν αρμόδιοι, για την ενέργεια, αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά τη διάρκεια επίσκεψης ελληνικής δημοσιογραφικής αποστολής στο Berlaymont, το κτίριο των υπηρεσιών της Κομισιόν στις Βρυξέλλες.
Μεταξύ των όσων θα συμβούν το επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 40% και αυτό θα μειωθεί με την κατανάλωση ενέργειας να φτάνει σε ποσοστό 32% από ΑΠΕ και την εξοικονόμηση ενέργειας από παρεμβάσεις στα κτίρια σε ποσοστό 32,5%.
Οι αντίστοιχοι στόχοι για το 2020 ήταν 20%, 20% και 20%. Στο ενδιάμεσο στάδιο έως το 2030 το βασικό καύσιμο θα είναι το φυσικό αέριο, το οποίο κι αυτό όσο οδεύουμε προς το 2050 θα περιορίζεται.
«Οι συζητήσεις πια στην ΕΕ έχουν περάσει για την εποχή μετά το 2030» σημείωναν στελέχη της Κομισιόν, και συγκεκριμένα με ποιον τρόπο θα επιτευχθεί η πλήρης απανθρακοποίηση σε 32 χρόνια από σήμερα. «Αν συνεχίσουμε με τους στόχους που έχουν τεθεί έως το 2030 η μείωση των ρύπων θερμοκηπίου για το 2050 θα έχει ανέλθει στο 60%, αλλά αυτό δεν αρκεί» τόνιζαν χαρακτηριστικά οι ίδιες πηγές.
Έτσι, εξετάζονται διάφορες τεχνολογίες που αναπτύσσονται αυτή την περίοδο ιδίως στον τομέα των μεταφορών, ο οποίος έχει μεγάλο μερίδιο για τις εκπομπές CO2.
Οι Βρυξέλλες παρακολουθούν τις εξελίξεις γύρω από την αποθήκευση ενέργειας, οι οποίες ακόμη είναι σε πρώιμο στάδιο. Υπάρχουν μορφές όπως μέσω της ανάπτυξης υβριδικών συστημάτων ΑΠΕ αλλά η λύση των μπαταριών αποθήκευσης έχει πολύ δρόμο ακόμη.
Επιπλέον, σύμφωνα με τους αξιωματούχους της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Κομισιόν στο μικροσκόπιο έχουν μπει και οι τεχνολογίες για την αυτοκινητοβιομηχανία. Δύο είναι οι διαφαινόμενες λύσεις: αυτή της ηλεκτροκίνησης και του υδρογόνου. Ωστόσο για να παραχθεί υδρογόνο απαιτείται η αύξηση της παραγωγής ενέργειας κατά μιάμιση φορά απ’ ό,τι σήμερα.
Τα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έδιναν το προαναφερόμενο περίγραμμα των πολιτικών που ακολουθούνται για να φέρουν, κατόπιν ερωτήσεων των Ελλήνων δημοσιογράφων, την αντίθεση με την ασκούμενη πολιτική της χώρας μας: «Το ελληνικό πολιτικό σκηνικό έχει δώσει μεγάλη έμφαση στα μεγάλα ενεργειακά έργα υποδομής, αγωγοί, αποθηκευτικοί χώροι υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), θέλοντας να πετύχει τη διαφοροποίηση πηγών προμήθειας. Και είναι μία σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, έχει αφήσει πίσω την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς, όπως οι ΑΠΕ και το χρηματιστήριο ενέργειας» περιέγραφαν χαρακτηριστικά. Και όταν ρωτήθηκαν για τα θέμα της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ (Μελίτη και Μεγαλόπολη) αλλά και της παράτασης των ωρών λειτουργίας των επίσης λιγνιτικών σταθμών του Αμυνταίου και της Καρδιάς, η απάντηση που έδωσαν οι αρμόδιοι αξιωματούχοι ήταν αφοπλιστική: «Πρέπει να τελειώνετε με τις μνημονιακές υποχρεώσεις. Να ανοίξετε τις αγορές. Η Ελλάδα οφείλει να περάσει στη μεταμνημονιακή εποχή και να κοιτάζει 10 χρόνια μπροστά. Το τρένο πρέπει να μπει στη σωστή κατεύθυνση…».
Σύμφωνα με τους ίδιους, οι ΑΠΕ είναι η κεντρική και μοναδική επιλογή. Και σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο να μην πετύχουν οι διαγωνισμοί πώλησης της Μελίτης και της Μεγαλόπολης, οι ίδιες πηγές άφησαν ανοικτό το ενδεχόμενο να βρεθούν άλλα μέτρα ώστε να επιτευχθεί η λύση της απανθρακοποίησης. Κι αυτά, όπως θέλουν οι εκτιμήσεις, θα είναι και η πώληση των υδροηλεκτρικών σταθμών.
Πηγή: tovima.gr