Γράφει ο Ιωάννης Π. Χουντής*
Καλή η Οικονομία. Θρέφει τους πολίτες και για αυτό είναι σεβαστή η περί οικονομικών συζήτηση, που μονοπωλεί τον δημόσιο διάλογο από την αρχή της Κρίσης το 2009. Μολαταύτα η ζωή μας και η καθημερινότητά μας δεν είναι μόνο ”οικονομία”. Ένα βασικό στοιχείο της ύπαρξής μας είναι η παιδεία μας και η πνευματική μας διάσταση της προσωπικότητας. Ένα ανησυχητικό φαινόμενο, που παρουσιάζεται στην ελληνική κοινωνία όλο και περισσότερα τα τελευταία έτη -και αφορά ιδίως τις νεότερες ηλικίες- είναι η γλωσσική πενία και αυτό που θα ονομάζαμε γλωσσική αγλωσσία.
Δεν χρειάζεται να είσαι φιλόλογος για να κατανοήσεις τα δεκάδες καθημερινά και επαναλαμβανόμενα λάθη στην ρυθμιστική γραμματική των ομιλητών της νεοελληνικής. Λανθασμένες ορθογραφίες, συντακτικά λάθη, μορφολογικές ανωμαλίες (με προεξάρχουσα την κακοποίηση της προστακτικής) και ένα περιορισμένο ”οπλοστάσιο” λεξιλογίου. Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε, πως κατά μέσο όρο οι νεοέλληνες χρησιμοποιούν πεντακόσιες λέξεις. Τα νεότερα παιδιά δε φτάνουν στο Λύκειο χωρίς να ξέρουν βασικούς κανόνες ορθογραφίας…ακόμη και τονισμού!
Τι γινόταν παλαιότερα; Η ζωντανή καθημερινή γλώσσα ακόμα και των λιγότερο μορφωμένων Ελλήνων διατηρούσε την ορθή κλίση των τριτοκλίτων, την σωστή χρήση των επιρρημάτων, την διάκριση του στιγμιαίου από το διαρκές στους ρηματικούς χρόνους ενώ η γλώσσα αγκάλιαζε τύπους και εκφράσεις της λόγιας, εκκλησιαστικής και αρχαιοελληνικής παράδοσης. Όλα αυτά σε μία εποχή, που τα επίπεδα αναλφαβητισμού και οι εκπαιδευτικές ευκαιρίες ήταν λιγότερες από σήμερα!
Γιατί να μας ενδιαφέρει, όμως, κάτι τέτοιο θα αναρωτηθεί κανείς; Μήπως είναι μία φιλολογική μανία; Μία γραφικότητα; Με παρρησία οφείλουμε να απαντήσουμε: ΟΧΙ. Η έκπτωση της ποιότητας του χρησιμοποιούμενου γλωσσικού κώδικα είναι ένα τρομακτικό φαινόμενο γιατί αφορά την ίδια την σκέψη του πολίτη. Σκεφτόμαστε με λέξεις. Αυτή είναι από τις σημαντικότερες αρχές της (νευρο)γλωσσολογίας. Τι γίνεται, εν τούτοις, όταν το μέσο της σκέψης υφίσταται μία συνεχή ποιοτική υποβάθμιση; Μήπως και το παραγόμενο αποτέλεσμα, δηλαδή η (κριτική) σκέψη επίσης διέρχεται μίας υποβάθμισης; Και τι γίνεται, όταν σε μία κάποια κοινωνία οι πολίτες αντιμετωπίζουν προβλήματα κριτικής σκέψης;
Πως ανατρέπεται αυτή η κατάσταση; Αρχικά πρέπει να καταπολεμηθεί η αρχή της ήσσονος προσπάθειας στο ελληνικό σχολείο. Η ίδια αυτή αρχή, που ”ξεφορτώθηκε” την κακή καθαρεύουσα και το δύσκολο πολυτονικό σύστημα. Άλλωστε όλες οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις (κυρίως του1976 και του 1982, που αφορούσαν στην γλώσσα είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση των φαινομένων, που καταγράψαμε παραπάνω. Στη συνέχεια θα πρέπει να ενταθεί η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών κειμένων από το πρωτότυπο ως μέσο για την βέλτιστη κατανόηση των κανόνων της νέας ελληνικής, που αποτελεί απλά μία εξέλιξη της ίδιας γλώσσας. Τέλος οι νέοι θα πρέπει να συνηθίσουν την διαδικασία της ανάγνωσης, για την οποία θα επανέλθουμε σε ξεχωριστό άρθρο.
Δεν θα έχουμε πολλές ακόμη ευκαιρίες για την αναστροφή αυτής της κατάστασης. Η γλωσσική αγλωσσία είναι ένα επικίνδυνο φαινόμενο, που εάν δεν καταπολεμηθεί θα έχει έτι σοβαρότερες επιπτώσεις στην ίδια μας την σκέψη και τις μελλοντικές συλλογικές μας αποφάσεις.
*Ο Ιωάννης Π. Χουντής είναι Φιλόλογος με κλασική ειδίκευση και Πρόεδρος του Ινστιτούτου Πολιτικών Μελετών ”ΚΕΝΤΡΟ ΑΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ”