Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Σε ένα πολιτικό σύστημα με ισχυρό δικομματισμό, αλλά όχι ισχυρές, μονοκομματικές κυβερνήσεις, η ύπαρξη ενός υγιούς, τρίτου πόλου, με ηγεσία που θα έχει λαϊκή νομιμοποίηση, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ευστάθειά του. Διότι, υπό προϋποθέσεις, αυτός ο τρίτος πόλος μπορεί να λειτουργήσει ως κυβερνητικός εταίρος και ως εξισορροπητικός παράγων.
Η αλήθεια είναι πως η συμμετοχή 210.000 πολιτών στην εκλογική διαδικασία ενός πολιτικού χώρου ταλανισμένου και σε αποδρομή μετά τα Μνημόνια είναι από μόνη της μιας μεγάλη και σημαντική νίκη. 210.000 άνθρωποι αποφάσισαν ότι ο πολιτικός τους χώρος δεν ανήκει στον πρωθυπουργό, ο οποίος εσχάτως καμώνεται τον de facto ηγέτη της Κεντροαριστεράς, επειδή πήρε ψήφους από το παλιό ΠΑΣΟΚ, ούτε στη ΝΔ, η οποία μπορεί να στρίβει προς το κέντρο, αλλά δεν παύει πάντα να είναι ένα κόμμα που έχει βαθιές και ριζωμένες αναφορές στη λαϊκή δεξιά, μεταξύ άλλων. Συνεπώς, ενδιαμέσως των δύο και, όσο και αν προχωρήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης τη στρατηγική και τη διείσδυση στον μεσαίο χώρο, η ύπαρξη ενός νέου, ισχυρού φορέα στην Κεντροαριστερά, είναι θετική.
Δεν χρειάζεται, όμως, να φοβόμαστε τις λέξεις: ο νέος φορέας μέσα του έχει πολύ ΠΑΣΟΚ. Η μεγάλη πλειοψηφία όσων στήθηκαν να ψηφίσουν στις ουρές ήταν ΠΑΣΟΚ. Οι δύο υποψήφιοι του δευτέρου γύρου είναι ΠΑΣΟΚ. Ο νέος φορέας είναι η μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ και η οργανική του συμπλήρωση από κάποια κομματίδια, κινήσεις και ατομικές πλατφόρμες. Από το 2013 και μετά, πολλοί άνθρωποι θέλησαν να διαγράψουν την ιστορία του ΠΑΣΟΚ, επειδή δεν τους άρεσε το brandname του. Η αλήθεια είναι πως ήταν φθαρμένο και συνυφασμένο με άσχημες στιγμές της Μεταπολίτευσης, βασικές ψηφίδες του ψηφιδωτού της χρεοκοπίας. Αλλά ποιο ήταν το στίγμα των αμφισβητιών; Το Κέντρο, έτσι αόριστα και αφηρημένα; Τους έκανε, επομένως, τη χάρη η Φώφη Γεννηματά και μέτρησαν όλοι τον ίσκιο τους. Ελπίζω πως μερικοί κατάλαβαν τώρα ότι αυτός δεν φτάνει πέρα από τη Βαλαωρίτου, κυρίως γιατί το πολιτικό τους στίγμα είναι από θολό ως ανύπαρκτο.
Από εδώ και πέρα, συνεπώς, πρέπει να ξεκινήσει η συζήτηση για την επιρροή αυτού του νέου, πολυσυλλεκτικού φορέα, στην κεντρική πολιτική σκηνή. Νομίζω πως η προσέλευση άνω των 200.000 ανθρώπων στη διαδικασία αυτή δεν προκάλεσε πανηγυρισμούς στο Μαξίμου, γιατί κατέδειξε πως η χώρος δεν είναι νεκρός. Συνεπώς, η πολιτική κυριαρχία του Αλέξη Τσίπρα σε αυτό το μέτωπο, παίζεται. Από εκεί και πέρα, αν ο πρωθυπουργός θα καταφέρει να πετύχει κάτι με το άνοιγμά του στην κ. Γεννηματά και στον ευρύτερο κεντροαριστερό χώρο, θα το δούμε. Αλλά, δεν το πέτυχε δύο χρόνια τώρα και υπό καλύτερες συνθήκες. Βέβαια, για να είμαστε ειλικρινείς, η ύπαρξη της κ. Γεννηματά δεν τρομάζει κιόλας τον πρωθυπουργό, μιας και φαίνεται πως η ίδια έχει ένα «ταβάνι» στην απήχησή της πέραν του χώρου του ΠΑΣΟΚ. Από την άλλη, θα πρέπει να δούμε, αν ο νέος φορέας θα «τσιμπήσει» ψηφοφόρους που ήταν μεν κεντροαριστερής απόχρωσης, αλλά έκλειναν το μάτι στον Κυριάκο Μητσοτάκη που, ως προφίλ, είναι επίσης κοντά στα πολιτικά «θέλω» τους. Και, φυσικά, στη ΝΔ περιμένουν να δουν πώς θα κινηθούν αρκετοί πολίτες, οι οποίοι δεν ενθουσιάζονται με την προοπτική της κ. Γεννηματά και συμμετείχαν στην εκλεκτορική διαδικασία.
Υπάρχει δρόμος μπροστά, αλλά αυτό δεν είναι κακό από μόνο του. Άλλωστε, όλοι οι πολιτικοί χώροι περνούν διαδικασίες επανίδρυσης. Το στοίχημα για τον νέο φορέα από εδώ και πέρα είναι να προσπαθήσει να αποκτήσει διακριτό πολιτικό στίγμα, αλλά και ενσυναίσθηση ότι θα φτάσει κάποια στιγμή η ώρα που θα πρέπει με κάποιον να πάει και κάποιον να αφήσει, όπως συμβαίνει πάντα στα «τρίτα πρόσωπα». Και, φυσικά, βασικό ζητούμενο είναι να δούμε, αν θα καταφέρει να έχει πολιτική δυναμική ή αν οι κ.κ.Τσίπρας και Μητσοτάκης θα συνεχίσουν να κοιμούνται ήσυχοι, ασχολούμενοι ο ένας με τον άλλον.