Πριν από δύο εβδομάδες, η Κομισιόν παρέπεμψε την Ελλάδα στο Δικαστήριο της ΕΕ, λόγω μη συμμόρφωσης με τους κανόνες για τις σιδηροδρομικές μεταφορές. Μια απόφαση που επανέρχεται στην επικαιρότητα μετά το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη.
Η ευρωπαϊκή οδηγία όριζε πως τα κράτη- μέλη έπρεπε να εξασφαλίσουν το αργότερο έως τις 16 Ιουνίου 2015 τη σύναψη συμβατικής συμφωνίας, ανάμεσα στην εθνική αρμόδια αρχή και τον διαχειριστή της σιδηροδρομικής γραμμής και τη δημοσίευσή της μέσα σε ένα μήνα.
«Η σύναψη και δημοσίευση της εν λόγω συμφωνίας είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη διαφάνεια των επικείμενων έργων στο δίκτυο σιδηροδρομικής υποδομής», επεσήμανε η Κομισιόν στην ανακοίνωση που είχε εκδώσει για το θέμα στις 15 Φεβρουαρίου.
Παράλληλα, τόνιζε πως η συμφωνία θα πρέπει να περιέχει ουσιαστικές διατάξεις, για παράδειγμα αναφορικά με το ύψος των κονδυλίων που διατίθενται για τις υπηρεσίες υποδομής, όπως και «στόχους επιδόσεων προσανατολισμένους στους χρήστες (για παράδειγμα, ταχύτητα γραμμής, ικανοποίηση πελατών ή προστασία του περιβάλλοντος)».
Παρά την ανταλλαγή επιστολών ανάμεσα στην Κομισιόν και την Ελλάδα, οι εθνικές αρχές «εξακολουθούν να μην έχουν υπογράψει και δημοσιεύσει τη συμβατική συμφωνία» με τον ελληνικό οργανισμό διαχείρισης της σιδηροδρομικής υποδομής, τον ΟΣΕ, υπογράμμιζε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Τον Δεκέμβριο του 2020, η Κομισιόν είχε κινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ελλάδας για αυτό το ζήτημα και ένα χρόνο αργότερα έστειλε αιτιολογημένη γνώμη. «Δεδομένου ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να παραβιάζει την οδηγία, η Επιτροπή αποφάσισε τώρα να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ανέφερε η ανακοίνωση που εξέδωσε η Κομισιόν στις 15 Φεβρουαρίου.
Κομισιόν: Τι περιλαμβάνει η υποχρεωτική σύμβαση
Η υποχρέωση για τη σύναψη και τη δημοσίευση συμφωνιών μεταξύ αρμόδιων αρχών και διαχειριστών σιδηροδρομικής υποδομής «αποτελεί σημαντικό στοιχείο της οδηγίας για τον ενιαίο ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό χώρο», επεσήμανε η Κομισιόν για το ζήτημα.
Αυτές οι συμφωνίες, περιλαμβάνουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του κράτους μέλους και του διαχειριστή ή των διαχειριστών υποδομής». Επιπλέον, καλύπτουν «όλες τις πτυχές διαχείρισης της υποδομής, τις οικονομικές υποχρεώσεις του κράτους-μέλους, τις απαιτήσεις αποδοτικότητας για τον διαχειριστή υποδομής, τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και τους κανόνες για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και σοβαρών διαταραχών σε λειτουργίες».
Επιπλέον, οι συμφωνίες περιλαμβάνουν «διορθωτικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση που ένα από τα μέρη παραβαίνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις, σε περίπτωση που επηρεάζεται η διαθεσιμότητα δημόσιας χρηματοδότησης. Οι συμφωνίες περιλαμβάνουν ένα πενταετές χρηματοδοτικό πλαίσιο για την κατασκευή, την αναβάθμιση και τη συντήρηση της σιδηροδρομικής υποδομής, το οποίο καθιστά προβλέψιμη τη δημόσια χρηματοδότηση».