Ένα πολεμούμενο καθεστώς αντιμετωπίζει μαζικές διαδηλώσεις –και έναν ασθενή ανώτατο ηγέτη
Στις αρχές αυτού του μήνα, η ιρανική φημολογία υπερδραστηριοποιήθηκε εν μέσω αναφορών ότι ο 83χρονος ανώτατος ηγέτης του Ιράν, ο Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, ο οποίος επιβίωσε από επέμβαση για καρκίνο του προστάτη το 2014, ήταν και πάλι βαριά άρρωστος. Στις 16 Σεπτεμβρίου, η [εφημερίδα] New York Times ανέφερε ότι μια επείγουσα χειρουργική επέμβαση στο έντερο άφησε τον Χαμενεΐ κλινήρη και πολύ αδύναμο για να καθίσει στητός, επικαλούμενη τέσσερις ανώνυμες πηγές που λέγεται ότι «γνωρίζουν την κατάσταση της υγείας του». Στις πιο άγριες γωνιές των περσόφωνων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, οι ισχυρισμοί ότι ο Χαμενεΐ ήταν ετοιμοθάνατος έδωσαν την θέση τους σε εικασίες ότι είχε ήδη πεθάνει. Όπως συμβαίνει για περισσότερο από μια δεκαετία, τέτοιες φήμες γρήγορα μετατράπηκαν σε πυρετώδεις εικασίες σχετικά με το πώς η Συνέλευση των Εμπειρογνωμόνων (Assembly of Experts) του Ιράν, το σώμα των 88 ισλαμιστών νομικών που επιλέγουν τον ανώτατο ηγέτη, θα επέλεγε τον διάδοχο του Χαμενεΐ και θα συζητούσε ζωηρά τα σχετικά προσόντα των κληρικών που συναγωνίζονται για τον ρόλο.
Οι αναφορές για το θάνατο του Χαμενεΐ σύντομα αποδείχθηκαν ιδιαίτερα υπερβολικές. Στις 17 Σεπτεμβρίου, ο αγιατολάχ έκανε τηλεοπτική εμφάνιση σε μια τελετή πένθους για την Arbaeen, την εθνική εορτή που τιμά την μνήμη του μαρτυρίου του Ιμάμη Χουσεΐν, ο θάνατος του οποίου κατά την διάρκεια της Μάχης της Καρμπάλα τον έβδομο αιώνα αποτελεί ένα θεμελιώδες γεγονός στην σιιτική ιστορία και θεολογία. Στην τελετή, ο Χαμενεΐ φαινόταν όχι απλώς να κάθεται στητός, αλλά να στέκεται, να χαιρετά και να βηματίζει γύρω – γύρω με ένα μικρόφωνο, προτρέποντας το ακροατήριο του να αγνοήσει τους «παρανόμους» τα ψέματα των οποίων ίσως υπονόμευαν την πίστη τους. Το μπαστούνι που έχει χρησιμοποιήσει δημοσίως ο Χαμενεΐ για περισσότερα από 40 χρόνια δεν υπήρχε πουθενά.
Όμως, εντός ωρών, η προσεκτικά χορογραφημένη επανεμφάνιση του Χαμενεΐ είχε επισκιαστεί, καθώς οι διαδηλώσεις που ξέσπασαν στο βορειοδυτικό Ιράν εκείνο το πρωί στην κηδεία της 22χρονης Mahsa Amiri -ο θάνατος της οποίας μετά την σύλληψή της από την θρησκευτική αστυνομία της Τεχεράνης για μια λανθασμένα δεμένη μαντίλα πυροδότησε εκτεταμένη κατακραυγή- άρχισαν να εξαπλώνονται σε κοντινές πόλεις. Η κυβέρνηση του Ιρανού προέδρου, Εμπραχίμ Ραϊσί, αποσπασμένη από την πρώτη εμφάνιση του προέδρου στην παγκόσμια σκηνή, στην Γενική Συνέλευση (General Assembly) του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, συνελήφθη απροετοίμαστη. Τις επόμενες ημέρες, καθώς ο Χαμενεΐ έκανε πολλές περισσότερες δημόσιες εμφανίσεις, όλες αναλυτικά καλυμμένες από τα ιρανικά κρατικά media, οι διαδηλώσεις -πολλές από αυτές με επικεφαλής νεαρές γυναίκες, κάποιες από τις οποίες έκαιγαν ευθαρσώς τις μαντίλες τους δημοσίως για να διαμαρτυρηθούν για τις υποχρεωτικές απαιτήσεις κάλυψης [του κεφαλιού τους]- εξαπλώθηκαν σε περισσότερες από 80 πόλεις σε όλο το Ιράν. Οι διαδηλώσεις συνεχίζουν να εντείνονται και οι εκκλήσεις για κατάργηση της θρησκευτικής αστυνομίας έχουν δώσει την θέση τους σε στεντόρειες επιθέσεις εναντίον του κατεστημένου των κληρικών και του ίδιου του ανώτατου ηγέτη. Πιστεύεται πλέον ότι οι σημερινές διαμαρτυρίες αποτελούν την πιο σοβαρή δοκιμασία που έχει αντιμετωπίσει η κυβέρνηση του Ιράν από τις διαδηλώσεις του Πράσινου Κινήματος (Green Movement) το 2009. Μια σειρά από προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ιρανικό καθεστώς —η διευρυνόμενη απογοήτευση για τους κοινωνικούς περιορισμούς˙ η κατακραυγή για την οικονομική κατάρρευση και την κακοδιαχείριση˙ και ο θυμός που βράζει για τον Χαμενεΐ και ένα κατεστημένο των κληρικών που δεν έχει δείξει φροντίδα για τις ανάγκες του λαού – έχουν πλέον συγκλίνει σε μια κρίση νομιμοποίησης για την Ισλαμική Δημοκρατία.
ΜΙΑ ΣΥΓΚΕΧΥΜΕΝΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΔΟΧΗΣ
Οι διαδηλώσεις παρουσιάζουν στο ιρανικό καθεστώς μια πολύ πιο άμεση κρίση από την επιλογή του τελικού διαδόχου του Χαμενεΐ. Αλλά η αδιαφανής διαδικασία διαδοχής -και τα υποβόσκοντα ερωτήματα σχετικά με την νομιμοποίηση και την έλλειψη λογοδοσίας της- θα στοιχειώνουν το πολιτικό σύστημα του Ιράν για πολύ καιρό μετά την καταστολή των ταραχών. Έχοντας διαδεχθεί τον Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί το 1989, ο Χαμενεΐ είναι πλέον ο μακροβιότερος ηγέτης ενός κράτους της Μέσης Ανατολής, και ο θάνατός του θα προαναγγείλει μια σημαντική μετάβαση τόσο για το Ιράν όσο και για την ευρύτερη περιοχή. Ο ανταγωνισμός για την διαδοχή του θα είναι έντονος και όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, ο τρόπος με τον οποίο θα εξελιχθεί η μετάβαση θα έχει εκτεταμένες συνέπειες στην σχέση του Ιράν με τους Άραβες γείτονές του και τους δυτικούς αντιπάλους του.
Η διαδικασία διαδοχής του Ιράν έχει επίσημα και άτυπα στοιχεία που αντανακλούν τα αιρετά και μη αιρετά όργανα στο υβριδικό θρησκευτικό σύστημα του, όπου ο ανώτατος ηγέτης δεν εμπλέκεται στις δύσκολες υποθέσεις, αλλά διατηρεί κυρίαρχη ισχύ και επιρροή. Το Σύνταγμα του Ιράν κωδικοποιεί ότι η Συνέλευση των Εμπειρογνωμόνων ορίζει και εκλέγει τον επόμενο ηγέτη. Όταν ο Χαμενεΐ πεθάνει ή γίνει ανήμπορος, η συνέλευση θα συγκαλέσει έκτακτη συνεδρίαση. Από εκεί, όπως έγινε το 1989, θα προταθούν υποψήφιοι, πιθανώς από την ίδια την συνέλευση, και θα ακολουθήσουν ομιλίες και ψηφοφορία. Ο Χαμενεΐ αναγνωρίστηκε επίσημα αφότου έλαβε την πλειοψηφία των δύο τρίτων, η οποία στην περίπτωσή του συνοδεύτηκε από την υποστήριξη υψηλόβαθμων κληρικών και την ευλογία του ετοιμοθάνατου Χομεϊνί.
Για να προετοιμαστούν για την επερχόμενη διαδικασία διαδοχής, οι ηγέτες της Συνέλευσης των Εμπειρογνωμόνων ανακοίνωσαν το 2016 ότι είχαν συγκεντρώσει μια επιτροπή για να οριοθετήσει τα προσόντα του ιδανικού υποψηφίου και να προσδιορίσει μια λίστα των επικρατέστερων διεκδικητών. Αλλά δεν υπήρξε δημόσια διανομή ή συζήτηση ετούτης της λίστας. Ο Χαμενεΐ έχει πει στο παρελθόν ότι ο επόμενος υποψήφιος δεν πρέπει να είναι τίποτα λιγότερο από «επαναστάτης»· το Σύνταγμα παραθέτει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: «δίκαιος, ευσεβής, με επίγνωση της ηλικίας του, θαρραλέος, εφευρετικός και με διοικητική ικανότητα».
Το 1989, πριν ξεκινήσει η διαδικασία της ψηφοφορίας, η Συνέλευση των Εμπειρογνωμόνων συζήτησε πρώτα την δυνατότητα εκλογής ενός συμβουλίου ηγεσίας αντί της επιλογής ενός μοναδικού διαδόχου. Εκείνη την εποχή, η συνέλευση καταψήφισε αυτό το αποτέλεσμα, πιστεύοντας ότι ένα συμβούλιο θα ενσωμάτωνε περαιτέρω τον φραξιονισμό στο πολιτικό σύστημα του Ιράν. Το σύνταγμα τροποποιήθηκε για να αφαιρεθεί η δυνατότητα ενός κοινού συμβουλίου ηγεσίας από τις μελλοντικές συζητήσεις για την διαδοχή. Ωστόσο, το Σύνταγμα καθιστά σαφές ότι μέχρι να ολοκληρωθεί η εκλογή, ένα συμβούλιο αποτελούμενο από τον πρόεδρο του Ιράν, τον επικεφαλής της δικαστικής εξουσίας του Ιράν και έναν εκπρόσωπο από το Συμβούλιο των Φυλάκων (Guardian Council), το όργανο που διατηρεί το δικαίωμα του βέτο στη νομοθεσία, θα αναλάβει προσωρινά τα καθήκοντα της ηγεσίας.
Και κατά την εξέταση των μελλοντικών σεναρίων, η ιδέα ενός συμβουλίου ηγεσίας αναφέρεται συχνά ως μια δυνητική εξέλιξη μετά τον Χαμενεΐ. Μολονότι ένα συμβούλιο ηγεσίας θα μπορούσε να προσφέρει μια συμβιβαστική λύση που θα έφερνε κοντά σημαντικές προσωπικότητες των φατριών για να διαχειριστούν το διασπασμένο πολιτικό σύστημα του Ιράν, χρειάζονται συνταγματικές αναθεωρήσεις για να γίνει αυτό το σενάριο μια πραγματική πιθανότητα. Προς το παρόν, χωρίς συναίνεση για την οδό προς τα εμπρός, ο συναγωνισμός φαίνεται πιο πιθανό να παραγάγει έναν υποψήφιο που θα είναι αποδεκτός τόσο από το κατεστημένο των κληρικών όσο και από το «βαθύ κράτος» του Ιράν, το οποίο έχει αποκτήσει σημαντική ισχύ υπό τον Χαμενεΐ.
Στην πραγματικότητα, πέρα από το επίσημο προσωπείο, το βαθύ κράτος του Ιράν καθοδηγεί ανεπίσημα την διαδικασία της διαδοχής. Μολονότι το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (Islamic Revolutionary Guard Corps, IRGC), η στρατιωτική οντότητα που είναι εξουσιοδοτημένη να προστατεύει την εθνική ασφάλεια του Ιράν, θεωρείται συχνά συνώνυμο με το βαθύ κράτος του Ιράν, υπάρχει και κάτι περισσότερα από αυτό. Μια περίπλοκη υπερ-διάρθρωση ασφαλείας, υπηρεσιών πληροφοριών και οικονομικών φέρνει κοντά άτομα και θεσμούς ο στόχος των οποίων είναι να διατηρήσουν τη θεμελιώδη επαναστατική φύση, το όραμα και την ασφάλεια της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Το βαθύ κράτος περιλαμβάνει το δικαστικό σώμα, κάποια μέλη της θρησκευτικής γραφειοκρατίας, φιλανθρωπικά παρακρατικά ιδρύματα, διάφορες ημι-ιδιωτικές οντότητες που είναι κρίσιμης σημασίας για την χρηματοδότηση και το πιο σημαντικό, το πανίσχυρο γραφείο του ανώτατου ηγέτη, μια οντότητα που ασκεί λεπτομερή εποπτεία σε όλα τα πολιτικά συστήματα και τις διαδικασίες του Ιράν.
Το γραφείο του Χαμενεΐ ελέγχει τους υπουργούς Εξωτερικών, Πληροφοριών, Εσωτερικών και Άμυνας -καθώς και τους πρέσβεις του Ιράν στο Ιράκ, στην Ρωσία, στην Συρία και σε άλλους σημαντικούς συμμάχους- προτού μπορέσουν να σταλούν τα ονόματά τους στο κοινοβούλιο για έγκριση. Η Οργάνωση Πληροφοριών του IRGC βρίσκεται επίσης στο γραφείο του ανώτατου ηγέτη και έχει δικαιοδοσία να αστυνομεύει κατά της παρείσφρησης. Αυτή η φιλική διευθέτηση έχει δώσει την εξουσία στο IRGC να θέτει υπό κράτηση πολίτες και δεκάδες πολίτες με διπλή υπηκοότητα για αντιληπτές παραβιάσεις της εθνικής ασφάλειας.
Το βαθύ κράτος ενισχύθηκε υπό την ηγεσία του Χαμενεΐ, στην αρχή της θητείας του, για να αντισταθμίσει τις αντιληπτές αδυναμίες του ως θρησκευτική εξουσία και να ενισχύσει έτσι την δύναμή του εντός του φραξιονιστικού πολιτικού συστήματος του Ιράν. Με τα χρόνια, ο Χαμενεΐ πέτυχε να περιθωριοποιήσει πολιτικούς αντιπάλους, όπως τον άλλοτε υποστηρικτή του, πρόεδρο Ακμπάρ Χασεμί Ραφσαντζάνι, ο οποίος έπαιξε έναν κρίσιμης σημασίας ρόλο στην εκλογή του Χαμενεΐ, καθώς και μέλη του κατεστημένου των κληρικών που δεν υποστήριξαν την ηγεσία του. Το βαθύ κράτος έγινε πιο ορατό κατά την διάρκεια της μεταρρυθμιστικής προεδρίας του Μοχάμεντ Χαταμί, από το 1997 έως το 2005, όταν θεώρησε την μεταρρύθμιση εκ των έσω ως απειλή παρόμοια με τις ιδέες του προέδρου Μιχαήλ Γκορμπατσόφ για την γκλάσνοστ και την περεστρόικα στην Σοβιετική Ένωση. Καθ’ όλη την διάρκεια της προεδρίας του Χαταμί, το βαθύ κράτος άρχισε να επιβάλλεται πέρα από την [βάση] της ασφάλειας και την οικονομική του βάση, παρεμβαίνοντας σταδιακά στην πολιτική για να παρεμποδίσει την εσωτερική διαφωνία, όπως αυτή που παρατηρήθηκε κατά την διάρκεια των διαδηλώσεων με επικεφαλής τους φοιτητές το 1999. Μετά τον Χαταμί, η κυβέρνηση του Ιράν χρησιμοποίησε την ίδια στρατηγική για να καταπνίξει τις διαδηλώσεις του Πράσινου Κινήματος του 2009 και τις οικονομικές διαδηλώσεις του 2017–19, καθώς και να περιορίσει τις ατζέντες των διαδοχικών προέδρων. Σήμερα, χωρίς αμφιβολία, το βαθύ κράτος ηγείται και πάλι της επίθεσης για να συντρίψει τις διαδηλώσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Προετοιμάζοντας την διαδοχή ενός νέου ανώτατου ηγέτη, το βαθύ κράτος επιδιώκει, πάνω απ’ όλα, να διατηρήσει το status quo. Οι δυνητικοί υποψήφιοι αναμένεται να προέλθουν μέσα από τον κύκλο των έμπιστων. Και αναμένεται από αυτούς να έχουν συντηρητικές ιδεολογικές τάσεις και να έχουν απολαύσει μια στενή σχέση με τον Χαμενεΐ.
ΟΙ ΠΡΟΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΙ ΔΙΕΚΔΙΚΗΤΕΣ
Τα τελευταία χρόνια, ο πρόεδρος του Ιράν, Εμπραχίμ Ραϊσί, έχει συχνά προηγηθεί στις λίστες των αναλυτών με τους επικρατέστερους διεκδικητές για να αντικαταστήσουν τον Χαμενεΐ. Τα θρησκευτικά διαπιστευτήρια και οι παλαιότερες πολιτικές θέσεις του Ραϊσί σηματοδοτούν σαφώς την εγγύτητά του με τον στενό κύκλο των πανίσχυρων κληρικών. Το 2016, ο Χαμενεΐ τον διόρισε ως πρόεδρο του Astan Quds Razavi, του πανίσχυρου οικονομικού ομίλου με έδρα την [πόλη] Mashhad, και το 2019 έγινε επικεφαλής της δικαστικής εξουσίας του Ιράν. Ωστόσο, από τον Ραϊσί έλειπε η αναγνώριση του ονόματος του. Αυτό άλλαξε με την εκλογή του στην προεδρία το 2021, η οποία του έδωσε μια εθνική πλατφόρμα, και τον τοποθέτησε ώστε να ακολουθήσει τα βήματα του Χαμενεΐ στην πορεία από πρόεδρος σε ανώτατος ηγέτης.
Ταυτόχρονα, το δημόσιο προφίλ του Ραϊσί τον αφήνει επίσης ανοιχτό σε μεγαλύτερο δημόσιο έλεγχο, κάτι που θα μπορούσε να αποδυναμώσει το εκτόπισμα του εντός του βαθέως κράτους. Ο Ραΐσι κέρδισε τις προεδρικές εκλογές που είχαν το χαμηλότερο επίπεδο δημόσιας συμμετοχής στην ιστορία του Ιράν. Ανέλαβε τα καθήκοντά του στο απόγειο των κυρώσεων μέγιστης πίεσης των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες έχουν συνέπειες στην ιρανική οικονομία. Και ο Ραϊσί δεν έχει ακόμη επιτύχει οποιαδήποτε πολιτική νίκη. Παρά τους μήνες διαπραγματεύσεων, οι συνομιλίες για τα πυρηνικά του Ιράν δεν έχουν ακόμη φτάσει σε μια θετική κατάληξη που θα έβλεπε την ελάφρυνση των κυρώσεων και την επιστροφή του Ιράν στην πυρηνική συμμόρφωση. Προς αμηχανία του Ραϊσί, το Ισραήλ έχει διεισδύσει στο Ιράν και έχει σκοτώσει τον πιο εξέχοντα πυρηνικό επιστήμονά του. Τα διαδοχικά κύματα διαδηλώσεων έχουν αποκαλύψει τον αντίκτυπο της οικονομικής και περιβαλλοντικής κακοδιαχείρισης στις ζωές των καθημερινών Ιρανών και το βάθος του θυμού τους για την καταπίεση του κράτους ασφαλείας. Με αυτές τις προκλήσεις, ο Ραϊσί θα μπορούσε κάλλιστα να απαξιωθεί καθώς ο ανταγωνισμός για τον ανώτατο ηγέτη θα εντείνεται.
Ο δεύτερος γιος του Χαμενεΐ, ο Mojtaba, είναι ένας άλλος συχνά αναφερόμενος, αν και τακτικά παραβλεπόμενος, υποψήφιος. Παρά τις αναφορές ότι ο Mojtaba έχει σχεδόν ολοκληρώσει αρκετή θρησκευτική διδασκαλία και σπουδές για να γίνει αγιατολάχ – μια κίνηση που θα του έδινε σημαντικά θρησκευτικά διαπιστευτήρια – προσωπικότητες της εσωτερικής αντιπολίτευσης χρησιμοποιούν την υπόδειξη ότι η κληρονομική ηγεσία έρχεται στην Ισλαμική Δημοκρατία για να υπονομεύσει περαιτέρω τη νομιμοποίηση του κατεστημένου των κληρικών. Αλλά ο Mojtaba είναι στενά συνδεδεμένος με το κατεστημένο ασφαλείας του βαθέως κράτους και έχει την προσοχή του πατέρα του. Το βαθύ κράτος γνωρίζει επίσης πολύ καλά ότι η διατήρηση των μελών της οικογένειας Χαμενεΐ θα μπορούσε να είναι απαραίτητη για τον περιορισμό πιθανής μελλοντικής αντιπολίτευσης.
Ταυτόχρονα, πολλοί αμφιβάλλουν ότι η κληρονομική εξουσία θα μπορούσε ποτέ να θεσμοθετηθεί στο θεοκρατικό σύστημα του Ιράν μετά την δραματική επανάσταση του 1979 που ανέτρεψε τον τελευταίο σάχη του Ιράν, την δυναστεία των Παχλαβί, και την ίδια την κληρονομική μοναρχία. Οι Ιρανοί είναι εδώ και καιρό θυμωμένοι με την ιδέα ότι ο Χαμενεΐ προετοίμαζε τον γιο του ως διάδοχο, και πολλοί θεωρούν την έννοια της κληρονομικής διακυβέρνησης ως άλλη μια προδοσία της επανάστασης. Στις διαδηλώσεις που ξέσπασαν σε όλο το Ιράν τις τελευταίες ημέρες, δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές εξέφρασαν την οργή τους τόσο με τον Χαμενεΐ όσο και με τον γιο του με πρωτόγνωρα συγκεκριμένες, προσωπικές και άσεμνες εκφράσεις.
Άλλοι υποψήφιοι των οποίων τα ονόματα έχουν κυκλοφορήσει στο παρελθόν, όπως ο Sadeq Larijani, γόνος της επιδραστικής οικογένειας Larijani, έχουν απαξιωθεί από κατηγορίες για διαφθορά. Με αμφότερους τον Ραϊσί και τον νεότερο Χαμενεΐ να γίνονται αποδυναμωμένοι υποψήφιοι που ίσως να μην μπορούσαν να συγκεντρώσουν την συναίνεση, υπάρχει η πιθανότητα να υπάρξει μια επιλογή – έκπληξη: μια προηγουμένως άγνωστη ανώτερη προσωπικότητα μέσα από τη Συνέλευση των Εμπειρογνωμόνων που θα μπορούσε να αναδυθεί ως υποψήφιος της τελευταίας στιγμής, κάποιος που το βαθύ κράτος θα μπορούσε να διαχειριστεί. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι το 1989, ο Χαμενεΐ δεν ήταν προφανές φαβορί.
Εναλλακτικά, ο ορισμός ενός συμβουλίου ηγεσίας που θα φέρει κοντά τρεις βασικές προσωπικότητες θα μπορούσε να αναβιώσει ως μια προσπάθεια διάσωσης της διαδικασίας. Καθώς αυτή η αβεβαιότητα παραμένει χωρίς μια σαφή, βασισμένη στην συναίνεση, οδό προς τα εμπρός ή ένα στιβαρό σύνολο υποψηφίων, η διαδοχή θα παραμένει τελματωμένη στην συνωμοσία και στην αδιαφάνεια, επιδεικνύοντας περαιτέρω την αδυναμία του κράτους να αναλάβει δράση σε κρίσιμα ζητήματα όπως η πυρηνική συμφωνία του Ιράν. Μια συνέπεια αυτού του προπετάσματος καπνού είναι η πολιτική στασιμότητα και ο φραξιονιστικός ανταγωνισμός που συνεχίζει να επιβαρύνει το πολιτικό σύστημα του Ιράν. Και όπως υποδηλώνουν οι πρόσφατες διαδηλώσεις, οι παλιοί τρόποι ίσως να μην μπορούν να αντέξουν τον συνεχή, αυξημένο έλεγχο από τους καθημερινούς Ιρανούς.
Και μόνο η δύναμη, η ταχύτητα και το θράσος του νέου κινήματος διαμαρτυρίας, και η ταχύτητα με την οποία η ανησυχία για την υγεία του Χαμενεΐ έχει δώσει την θέση της σε πρωτόγνωρες δημόσιες εκκλήσεις για την εκδίωξη του, έχουν συγκλονίσει πολλούς παρατηρητές, όπως τους έχει [συγκλονίσει] και η οργή που πολλοί διαδηλωτές έχουν κατευθύνει προς το ίδιο το ευρύτερο θεοκρατικό σύστημα. Μέχρι πρόσφατα, η ελίτ των κληρικών ίσως ήλπιζε ότι η διαδικασία της διαδοχής θα εκτυλισσόταν εξ’ ολοκλήρου κεκλεισμένων των θυρών, όπως έχει [εκτυλιχθεί] στο παρελθόν. Αλλά ο δημόσιος θυμός έχει πλέον εστιάσει ξεκάθαρα στη νομιμοποίηση του Χαμενεΐ και στη νομιμοποίηση του συστήματος που αυτός εκπροσωπεί. Σε ολόκληρο το Ιράν, χιλιάδες θυμωμένοι διαδηλωτές συνεχίζουν να φωνάζουν «θάνατος στον Χομεϊνί», «κληρικοί φύγετε» και «Mojtaba, μακάρι να πεθάνεις και να μην γίνεις Ανώτατος Ηγέτης». Καθώς το βαθύ κράτος εξαπολύει για άλλη μια φορά την πλήρη δύναμη της καταναγκαστικής ισχύος του για να διακόψει τις διαδηλώσεις, οι καθημερινοί Ιρανοί από όλα τα κοινωνικά στρώματα παρακολουθούν προσεκτικά. Εάν ο Χαμενεΐ πεθάνει ενόσω το Ιράν ταράσσεται από ένα κίνημα διαμαρτυρίας αυτής της κλίμακας, η πρόκληση για το σύστημα των κληρικών θα μπορούσε να γίνει υπαρξιακή.