Γράφει ο Ceteris Paribus
Η «μάχη του δημόσιου τομέα» μόλις άρχισε για την κυβέρνηση, προδιαγράφοντας μια νέα ήττα της κυβερνητική τακτικής. Με τι και πώς θα αναπληρωθούν οι απώλειες;
Πέρα από το τρέχον επικοινωνιακό και πολιτικό «ισοζύγιο», δηλαδή τον απολογισμό για το ποιος κέρδισε τις εντυπώσεις από την υπόθεση της απεργίας των εργαζομένων στους ΟΤΑ για το ζήτημα της αποκομιδής των σκουπιδιών, η υπόθεση έχει για την κυβέρνηση και το κυβερνών κόμμα στρατηγική σημασία και προδιαγράφει μια στρατηγική ήττα.
Θα εξηγήσω τι εννοώ ευθύς αμέσως. Όλες οι δηλώσεις στελεχών της κυβέρνησης, περιλαμβανομένου του ίδιου του πρωθυπουργού, σηματοδοτούν τη στροφή στην ανάληψη της «ιδιοκτησίας» του προγράμματος. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Χουλιαράκης το είπε ευθέως: «Πρέπει να έχουμε την ιδιοκτησία του προγράμματος». Ο Αλέξης Τσίπρας το είπε εμμέσως πλην σαφώς από το βήμα του συνεδρίου του Economist στις 29/6/2017: «Πλέον το πρόγραμμα προσαρμογής φτάνει στο τέλος του και είναι αυτή η κυβέρνηση που θα αναβάλει το έργο της ταχύτατης ολοκλήρωσης, χωρίς καθυστερήσεις και χωρίς άσκοπες αμφιταλαντεύσεις (υπογράμμιση δική μου)». Αλέξης Τσίπρας, συνέδριο του Economist, 29/6/2017.
Υπάρχουν όμως τουλάχιστον μία ενοχλητική «λεπτομέρεια»: Η ανάληψη της ιδιοκτησίας του προγράμματος, στην περίπτωση του δημόσιου τομέα οδηγεί σε ευθεία σύγκρουση με την κεντρική πολιτική αφήγηση της κυβέρνησης.
Η «στρατηγική συμμαχία» με τους δημόσιους υπαλλήλους…
Υποχρεωμένη να ασκεί σκληρές μνημονιακές πολιτικές, η κυβέρνηση έχτισε την πολιτική της αφήγηση πάνω στο «Θα έρθει ο Μητσοτάκης να κάνει ακόμη χειρότερα» (μια υπόμνηση ότι «εμείς τουλάχιστον προσπαθούμε να αποφύγουμε τα χειρότερα») και τα κοινωνικά της στηρίγματα πάνω στη «στρατηγική συμμαχία» με τους δημόσιους υπαλλήλους. Ο διορισμός των επιτυχόντων στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ το μακρινό 1998, κυρίως όμως ο διορισμός μόνιμου προσωπικού και συμβασιούχων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, υπογράμμιζαν την αφήγηση ότι «εμείς είμαστε διαφορετικοί».
Η σχέση αυτή έχει νευραλγική και άρα στρατηγική σημασία για το κυβερνών κόμμα, όσον αφορά την αξιοπιστία του κεντρικού του αφηγήματος αλλά και την κοινωνική του επιρροή. Διότι, μεταξύ άλλων, οι δημόσιο υπάλληλοι δεν «κουβαλούν» μόνο τις δικές τους ψήφους και διαθέσεις, αλλά είναι ταυτόχρονα και κοινωνικό στρώμα με ισχυρό ρόλο opinion maker… Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που έχει δημιουργηθεί ο εξής «καταμερισμός» μεταξύ κυβερνώντος κόμματος και αξιωματικής αντιπολίτευσης: το κυβερνών κόμμα στηρίζει την επιρροή και την αφήγησή του στο δημόσιο τομέα, ενώ το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στον ιδιωτικό.
Ύστερα από την απόφαση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου, η κυβέρνηση φέρεται να έχει «όλη την καλή διάθεση» να μετατοπιστεί και αυτή προς τον ιδιωτικό τομέα, μιλώντας για ιδιοκτησία του προγράμματος και στηρίζοντας όλες της τις προσδοκίες στην ανάπτυξη, αλλά η άγκυρα της επιρροής στο δημόσιο τομέα είναι πολύ βαριά και κάνει πολύ δύσκολη αυτή τη μετατόπιση…
…και το «πικρόν ποτήριον» του Μεσοπρόθεσμου
Απόδειξη προς τούτο αποτελεί ο όλος χειρισμός της υπόθεσης με την απεργία στον τομέα καθαριότητας. Η κυβέρνηση έδειξε μεν «ανυποχώρητη», αλλά όχι… εντελώς. Ανανέωσε μια υπόσχεση περί 2.500 προσλήψεων (από τις 6.500 που αποχωρούν ύστερα από την απόφαση του ΣτΕ, μέχρι το Μάρτιο του 2018. Στην επίσκεψή του στο υπουργείο Υγείας, ο πρωθυπουργός εξήγγειλε άλλες 5.000 προσλήψεις στον τομέα της υγείας.
Όλα αυτά λέγονται επειδή η «άγκυρα» είναι βαριά, λέγονται όμως ταυτόχρονα ελαφρά τη καρδία. Διότι απλούστατα στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα περιλαμβάνονται λεπτομερείς δεσμεύσεις που τα… απαγορεύουν! Συγκεκριμένα, για το 2018 και το 2019, έτη όπου οι «δεσμεύσεις» αλλά κυρίως οι πράξεις θα μετρήσουν στην εκλογική επιρροή των κομμάτων, το Μεσοπρόθεσμο προβλέπει μηδενικές προσλήψεις – με την εξαίρεση 200 προσλήψεων το 2018 και 160 το 2019 στον ΟΑΕΔ. Αν για τη «χαλαρή» διετία 2016-2017 στον ευρύτερο δημόσιο τομέα θα έχουμε 5.658 αποχωρήσεις έναντι 4.986 προσλήψεων, στη διετία 2018-19 προβλέπονται 5.900 αποχωρήσεις έναντι μόλις 368 προσλήψεων. Η δυνατότητα προσλήψεων ξανανοίγει από το 2020, αλλά η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι τότε, πιθανότατα, θα είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης που θα τις κάνει…
Οι αριθμοί αυτοί προδιαγράφουν μια στρατηγική ήττα για την κυβέρνησης στο «άντρο» της, το δημόσιο τομέα. και δημιουργούν την ανάγκη για κάποιο ισχυρό «υποκατάστατο» στην πολιτική αφήγηση του κυβερνώντος κόμματος.
Για τους πειραματισμούς και τις πιθανές απαντήσεις σε αυτό το πρόβλημα θα μιλήσω στο επόμενο άρθρο μου.