Γράφει ο Παναγιώτης Μπούρχας
Στο αποκορύφωμα της διαδικασίας κύρωσης από το εθνικό κοινοβούλιο του σχεδίου νόμου για την ίδρυση μη κρατικών Πανεπιστημίων, είδαμε την κυβέρνηση να εστιάζει τα βέλη της κριτικής της στο ΠΑΣΟΚ, αναδεικνύοντας τις εσωτερικές – δυνάμει διαλυτικές – αντιφάσεις ενός κόμματος που πριν από μερικά χρόνια, υπό την ηγεσία του Γιώργου Παπανδρέου, έκανε προγραμματική “σημαία” την ανάπτυξη και την αύξηση του ΑΕΠ της χώρας, που θα μπορούσε να προκληθεί από τη λειτουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών Πανεπιστημίων, όπως συνέβη και στην Κύπρο, κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Ακριβώς δηλαδή, ξεπατικωμένη που λέγαμε στο σχολείο μικροί, η επιχειρηματολογία της ΝΔ υπέρ του νόμου της και της ανορθόδοξης βέβαια, διαδικασίας… bypass του συντάγματος και του άρθρου 16.
Εσχάτως, το ΠΑΣΟΚ έχει φύγει εντελώς από την εστίαση του κυβερνητικού ενδιαφέροντος και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αλλά και οι ανακοινώσεις της Πειραιώς ασχολούνται με τα αστακοκάραβα, τα δάνεια Κασσελάκη στα κομματικά ΜΜΕ και τις εν ΗΠΑ εταιρείες του προέδρου…
Αλλαγή επικοινωνιακής στρατηγικής εκ μέρους της ΝΔ; Όχι, ο διμέτωπος αγώνας με ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ δεν αλλάζει και προσαρμόζεται ανάλογα με τις αντιπολιτευτικές ευκαιρίες.
Ενδεχομένως όμως, τα τελευταία δημοσκοπικά ευρήματα που δύνανται να παγιώσουν αν επαναληφθούν για τις επόμενες εβδομάδες, ένα προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη έναντι του ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη, να δικαιολογούν τη μετατόπιση του κυβερνητικού ενδιαφέροντος, αν αυτή τελικά δεν είναι πολύ προσωρινή.
Ως πολίτες που αποδεχόμαστε τη χρησιμότητα των δημοσκοπήσεων για το παιχνίδι της πολιτικής επικοινωνίας, με τις δεδομένες επισφάλειες, τα λάθη και τις επιστημονικές ατέλειες ενίοτε, και με δεδομένο επίσης πως τα τελευταία χρόνια, οι δημοσκοπήσεις πέφτουν συχνά και παντού, από λίγο έως και πολύ έξω… δε μπορούμε να αποκλείσουμε μια μεγαλύτερη “ψαλίδα” ανάμεσα στον δεύτερο και τον τρίτο, ανεξαρτήτως του ποιος θα είναι πού – μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ εννοούμε – αλλά ακόμα και μια μικρότερη από τη διαφαινόμενη σήμερα διαφορά, ανάμεσα στην πρώτη ΝΔ και τους άλλους δύο.
Η σταθερά που δημιουργείται ωστόσο, το τελευταίο διάστημα, χτίζεται πάνω σε έναν ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δε φαίνεται ότι μπορεί να πέσει κάτω από το διψήφιο ποσοστό αλλά που για τους λόγους που αναφέραμε, τους σχετικούς με τις δημοσκοπήσεις, μπορεί ίσως να πάει αναπάντεχα καλά. Το αυτό ισχύει και για το ΠΑΣΟΚ, μεταξύ των δύο όμως, υπάρχει θεωρούμε, μια σημαντική ποιοτική διαφορά: η “δεξαμενή” ψήφων του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ μεγαλύτερη, για τους εξής λόγους:
– Το ΠΑΣΟΚ απευθύνεται σε σκεπτόμενους ψηφοφόρους, κεντρώους ως επί το πλείστον. Το κακό για το ΠΑΣΟΚ όμως, είναι ότι στα μάτια των συγκεκριμένων ψηφοφόρων, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είναι δυο όμοροι χώροι, με πολιτικές που επί Μητσοτάκη για την πρώτη, φέρνει πιο πολύ σε μια δύναμη της σοσιαλδημοκρατίας, παρά στο φιλελευθερισμό. Δύσκολα θα πειστεί σήμερα ο κεντρώος ψηφοφόρος πως το ΠΑΣΟΚ θα διαχειρίζονταν καλύτερα από τη ΝΔ του Μητσοτάκη, κρίσεις όπως η πανδημία, οι ανεξέλεγκτες τιμές της ενέργειας και ούτως καθεξής. Αφήνω στην άκρη, τα τεράστια κενά του κράτους δικαίου που άφησε η σημερινή και η πρώτη κυβέρνηση Μητσοτάκη, στο χειρισμό των υποκλοπών και της τραγωδίας των Τεμπών. Καλώς ή κακώς, τα δύο αυτά θέματα δεν βαρύνουν στην κρίση των κεντρώων ψηφοφόρων, όσο θα ήθελε η αντιπολίτευση.
– Ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη έχει αποθεώσει την μετα-πολιτική, από την πρώτη στιγμή της εκλογής του διαδόχου του Τσίπρα. Σε ένα κοινό λοιπόν, νεανικό κατ’ αρχάς, το οποίο χρησιμοποιεί μόνο Tik Tok σε κοινωνικά μέσα δικτύωσης, ο Κασσελάκης είναι κυρίαρχος, εξαιτίας των βίντεο που ανεβάζει στο συγκεκριμένο μέσο, καλύτερα από κάθε άλλον πολιτικό αρχηγό. Σε ένα άλλο κομμάτι της κοινωνίας, των κάθε είδους δικαιωματιστών, ο Κασσελάκης εκπροσωπεί ειλικρινέστερα τις φωνές της μειοψηφίας που σώπαιναν ή κρύβονταν για δεκαετίες. Μια άλλη μερίδα της κοινωνίας τέλος που αρέσκεται στην αντισυστημική έκφραση, αν δει πέρα από τις στερεοτυπικές διακρίσεις δεξιάς-αριστεράς, θα βρει στον Κασσελάκη τον πολιτικό που… “δεν τον κρατάει κανένας” και αν και τα τρία παραπάνω υποσύνολα κάνουν το βήμα και πάνε να ψηφίσουν στις ευρωεκλογές, τότε εύκολα δημιουργούνται οι συνθήκες για να είναι το αποτέλεσμα της κάλπης της 9ης Ιουνίου, αρκετά διαφορετικό από αυτό που βγάζουν σήμερα οι δημοσκοπήσεις.