Πόσο πιθανό είναι η επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ να οδηγήσει σε περαιτέρω κλιμάκωση και τι θα σημαίνει αυτό για το μακροοικονομικό περιβάλλον. Πού θα πάει το πετρέλαιο, ποιες οι επιπτώσεις για τον πληθωρισμός και πώς θα κινηθούν οι κεντρικές τράπεζες. Κατά τη Citi, εάν δεν σημειωθεί άνοδος του πετρελαίου, οι παγκόσμιες αγορές θα μπορούσαν γρήγορα να επιστρέψουν στο story της Fed και την πορεία των επιτοκίων, όμως, με τους μεσοπρόθεσμους κινδύνους να έχουν αυξηθεί, μπορεί να ενδείκνυται η αντιστάθμιση του χαρτοφυλακίου. Ποια είναι η καλύτερη στρατηγική και γιατί συστήνει buy the dip στις μετοχές.
Πιο αναλυτικά, όπως επισημαίνει η Citi, η επίθεση του Ιράν είναι απίθανο να οδηγήσει σε κλιμάκωση βραχυπρόθεσμα καθώς οι βασικοί “παίχτες” φαίνεται να υποδηλώνουν ότι δεν υπάρχει επιθυμία κλιμάκωσης της τρέχουσας σύγκρουσης, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Τούτου λεχθέντος, οι κίνδυνοι έχουν σαφώς αυξηθεί ως αποτέλεσμα των επιθέσεων του Σαββατοκύριακου. Γενικότερα, τα γεγονότα μπορεί να είναι συμπτώματα ευρύτερων προκλήσεων για την παγκόσμια συνεργασία. Ωστόσο, η γεωπολιτική “θερμοκρασία” στην περιοχή έχει αυξηθεί περαιτέρω και μαζί της υπάρχει κίνδυνος να ξεφύγουν τα πράγματα.
Οι μακροοικονομικές επιπτώσεις
Το επόμενο βήμα που πρέπει να εξεταστεί είναι πιθανά ισραηλινά αντίποινα, τονίζει η Citi. Η αναφερθείσα αντίθεση των ΗΠΑ σε αυτό δεν θα πρέπει να θεωρείται ως σήμα ότι δεν θα συμβεί. Το πότε και πώς θα αντεπιτεθούν φαίνεται να χαρτογραφείται στα εσωτερικά πολιτικά ρήγματα του Ισραήλ: ο Benny Gantz, ηγέτης του αντιπολιτευόμενου κόμματος National Unity (επίσης μέλος του πολεμικού υπουργικού συμβουλίου και πιο εύλογος αντίπαλος του Netanyahu για τη θέση του πρωθυπουργού) τόνισε τη σημασία των στρατηγικών συμμαχιών εν μέσω της παγκόσμιας απειλής που αποτελεί το Ιράν, ενώ ο Miki Zohar του κύριου κυβερνητικού συνασπισμού του Likud επέκρινε την αδύναμη απάντηση στην επιθετικότητα του Ιράν.
Όπως σημειώνει η Citi, υπάρχει μια ποικιλία επιλογών για αντίποινα. Θα μπορούσαν να είναι συμβατικών στρατιωτικών μέσων ή κυβερνοεπιθέσεων, εναντίον ιρανικού προσωπικού ή εναντίον συμμάχων του Ιράν, εντός του Ιράν ή αλλού (όπως με το χτύπημα στο προξενείο της Δαμασκού) κ.λπ. Ακόμα κι αν η κλιμάκωση δεν είναι ο κύριος στόχος κανενός, η σημαντική πιθανότητα συνέχισης των επιθέσεων ανοίγει την πιθανότητα ενός γεγονότος (π.χ. μεγάλος αριθμός απωλειών αμάχων) που δεν μπορεί να μείνει χωρίς μεγάλη απάντηση. Οι διευρυμένες επιθέσεις από τους Χούτι στην Υεμένη ή τις σιιτικές πολιτοφυλακές στο Ιράκ και τη Συρία και, ίσως το πιο σημαντικό, η κλιμάκωση των εχθροπραξιών μεταξύ της Χεζμπολάχ και του Ισραήλ, είναι οι κύριοι κίνδυνοι που πρέπει να παρακολουθήσει κανείς, σύμφωνα με την αμερικάνικη τράπεζα.
Οι δεσμοί με τη σύγκρουση Ισραήλ-Γάζας δημιουργούν πρόσθετες επιπλοκές, προσθέτει. Ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό της άμυνας κατά της επίθεσης του Ιράν ήταν η συμμετοχή χωρών όπως η Ιορδανία ή η Γαλλία, οι οποίες ήταν πολύ έντονες στην κριτική τους για την πρόσφατη προσέγγιση του Ισραήλ στη σύγκρουση στη Γάζα. Ομοίως, οι ΗΠΑ μετέφεραν ότι δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία για την ετοιμότητά τους να υπερασπιστούν το Ισραήλ (και πιθανώς άλλους συμμάχους) ενάντια στην ιρανική επιθετικότητα. Αυτό υποδηλώνει ότι οι σύμμαχοι επιδιώκουν να χαράξουν μια σαφή διαχωριστική γραμμή μεταξύ της σύγκρουσης Ισραήλ-Γάζας και του στόχου του περιορισμού του Ιράν. Για το Ισραήλ, η σύνδεση και των δύο ζητημάτων μπορεί να έχει πλεονεκτήματα, καθώς θα μπορούσε να ενισχύσει την υποστήριξη και πιθανώς να οδηγήσει τους συμμάχους να μετριάσουν την κριτική.
Οι συμμετέχοντες στην αγορά παρακολουθούν στενά την κατάσταση λόγω των σημαντικών επιπτώσεών της, μεταξύ άλλων, για τις τιμές του πετρελαίου, τους ναυτιλιακούς δρόμους στην Ερυθρά Θάλασσα και τις υποδομές του Κόλπου. Σε αυτό το πλαίσιο, αν το Ιράν διακόψει τις μεταφορές μέσω του Στενού του Ορμούζ έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις. Αυτό το ζήτημα είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τα κράτη του Κόλπου, τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το 25% της παγκόσμιας παραγωγής αργού. Κατά την άποψη της Citi, αρκετοί παράγοντες υποδηλώνουν ότι το κλείσιμο του Ορμούζ δεν είναι πολύ πιθανό. Σε περίπτωση που κλείσει ωστόσο, το Ομάν φαίνεται να βρίσκεται στην καλύτερη θέση όχι μόνο λόγω των φιλικών του μακροχρόνιων σχέσεων με το Ιράν, αλλά και επειδή σχεδόν όλοι οι υδρογονάνθρακές του βρίσκονται ανατολικά του Ορμούζ. Αυτή η χώρα θα μπορούσε να γίνει ένα σημαντικό κέντρο logistics για εισαγωγές τροφίμων και άλλων κρίσιμων προϊόντων στις υπόλοιπες χώρες του Κόλπου. Ενώ τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία έχουν την ικανότητα να εξάγουν σημαντικό μέρος της τρέχουσας παραγωγής τους μέσω αγωγών, το Κουβέιτ, το Κατάρ και το Μπαχρέιν, που δεν έχουν εναλλακτικές εξαγωγικές διαδρομές, θα αντιμετώπιζαν ένα πιο δύσκολο περιβάλλον εάν έκλεινε το Ορμούζ.
Παράλληλα, κατά τη Citi, η περαιτέρω ύφεση του τουρισμού και τα υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου είναι πιθανώς οι κύριοι παράγοντες που θα μπορούσαν να περιπλέξουν περαιτέρω τις οικονομικές προοπτικές. Για το Ισραήλ, το πρώτο είναι μάλλον μικρότερο πρόβλημα, με την έννοια ότι ο τουρισμός ήταν ήδη σε πολύ χαμηλά επίπεδα πριν από την πιο πρόσφατη έξαρση των εντάσεων. Ωστόσο, οικονομίες όπως η Αίγυπτος θα μπορούσαν ίσως να αντιμετωπίσουν περαιτέρω ανησυχίες εάν οι τουρίστες αποφύγουν την περιοχή γενικά και οι κυβερνήσεις εκδώσουν ταξιδιωτικές προειδοποιήσεις για περιοχές που θεωρούνται εύλογα ασφαλείς μέχρι στιγμής, π.χ. Σαρμ Ελ Σέιχ. Επιπλέον, οι επενδυτές και οι εταιρείες ενδέχεται να γίνουν πιο διστακτικοί στις επενδυτικές τους αποφάσεις στην περιοχή, βλάπτοντας τις ροές ξένων άμεσων επενδύσεων και, κατά συνέπεια, την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Πού θα πάει το πετρέλαιο
Σε αυτό το πλαίσιο, η Citi αυξάνει τις προβλέψεις της για την τιμή του πετρελαίου, δεδομένων των απαιτούμενων ασφαλίστρων κινδύνου. Η βραχυπρόθεσμη πρόβλεψή της για το Brent αυξάνεται από τα 80 δολάρια στα 88 δολάρια το βαρέλι. Οι πιο μακροχρόνιες εντάσεις έχουν πλέον τιμολογηθεί, κατά την άποψή της, αλλά σε κάθε περίπτωση βλέπει ασθενέστερο πετρέλαιο στο τρίτο τρίμηνο του 2024, όταν θα επιστρέψει στην περιοχή των 70-80 δολ. Ωστόσο, πιστεύει ότι η συνέχιση μιας άμεσης σύγκρουσης μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ δεν τιμολογείται και μπορεί να δούμε το πετρέλαιο στα 100 δολάρια ή και υψηλότερα.
Χωρίς άνοδο του πετρελαίου, οι παγκόσμιες αγορές θα μπορούσαν γρήγορα να επιστρέψουν στο story της Fed και την πορεία των επιτοκίων, όμως, με τους μεσοπρόθεσμους κινδύνους να έχουν αυξηθεί, μπορεί να ενδείκνυται η αντιστάθμιση του χαρτοφυλακίου και ο χρυσός και οι short θέσεις στην ισοτιμία δολαρίου/γεν USDJPY να είναι η καλύτερη στρατηγική, τονίζει η Citi.
Buy the dip στις μετοχές
Σε ότι αφορά τις μετοχές, η Citi παρακολουθεί τις τιμές της ενέργειας και θα αγοράσει τη βουτιά εάν υπάρξει διόρθωση χωρίς άνοδο του πετρελαίου. Η γεωπολιτική αποτελεί βασικό κίνδυνο για την εποικοδομητική της άποψη για τις παγκόσμιες μετοχές και αυτό το έχει επισημάνει καιρό η αμερικάνικη τράπεζα. Ωστόσο, η ιστορία δείχνει ότι οι αγορές τείνουν να ανακάμπτουν από γεγονότα γεωπολιτικού κινδύνου, εκτός εάν οδηγούν σε πιο σημαντικές κινήσεις στις αγορές εμπορευμάτων. “Σε περίπτωση που οι επενδυτές ρευστοποιήσουν τα κέρδη τους στις αγορές μετοχών χωρίς ουσιαστική (και διαρκή) αύξηση των τιμών της ενέργειας, θα συνιστούσαμε να αγοράσουν τη βουτιά”, τονίζει η Citi.
Βραχυπρόθεσμα, η πορεία των τιμών της ενέργειας θα μπορούσε να υπαγορεύσει τον τρόπο με τον οποίο οι μετοχές ανταποκρίνονται στη νέα κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή. Χρησιμοποιώντας την ιστορία ως οδηγό, μετά από κάποια αρχική αστάθεια, οι παγκόσμιες αγορές μετοχών κινήθηκαν γενικά υψηλότερα κατά μέσο όρο στους 12 μήνες μετά την έναρξη των γεωπολιτικών συγκρούσεων. Ενώ το ευρύτερο οικονομικό και χρηματοπιστωτικό πλαίσιο είναι πάντα διαφορετικό, γενικά το buy the dip είναι η σοφή στρατηγική. Η ιστορία μοιάζει παρόμοια για τις ευρωπαϊκές μετοχές, ενώ παρόμοια αποτελέσματα εντοπίζονται στην αγορά των ΗΠΑ.(ο S&P 500 είναι ελαφρώς χαμηλότερος 30-60 ημέρες μετά τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, με τη μεταβλητότητα να σταθεροποιείται συνήθως αρκετά γρήγορα).
Ωστόσο, όπως τονίζει Citi, οι παγκόσμιες μετοχές έχουν δει σημαντική πτώση σε δύο περιπτώσεις: στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και στην εισβολή στην Ουκρανία το 2022. Και τα δύο συμπίπτουν με αιχμές των τιμών της ενέργειας (δηλαδή, η ενεργειακή κρίση της δεκαετίας του 1970 και η περσινή άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου). Και στις δύο περιπτώσεις, οι κλάδοι των εμπορευμάτων παρουσίασαν καλύτερες επιδόσεις.
Δεδομένων των παραπάνω, οι τιμές της ενέργειας (και ο αντίκτυπός τους στον πληθωρισμό/τα επιτόκια) θα είναι πιθανότατα ο βασικός μηχανισμός μετάδοσης της σύγκρουσης που θα επηρεάσει ευρύτερα τις οικονομίες και τις αγορές μετοχών. Το πόσο υψηλά ανεβαίνει το πετρέλαιο, αλλά και το πόσο καιρό μένει σε υψηλά επίπεδα, θα είναι σημαντικό για να προσδιοριστεί ο αντίκτυπός του στον πληθωρισμό και στην τροχιά των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών.
Σε ότι αφορά το μεσοπρόθεσμο διάστημα, η Citi δηλώνει εποικοδομητική στάση για τις μετοχές. Ωστόσο, μετά από μια ισχυρή πορεία, και με ορισμένα μοντέλα να προτείνουν προσοχή σε βραχυπρόθεσμη βάση, θα μπορούσε να εμφανιστεί κάποια βραχυπρόθεσμη αστάθεια. Τώρα βλέπει μόνο 2% άνοδο στο παγκόσμιο δείκτη MSCI έως το τέλος του 2024. Οι πιθανότητες για ομαλή προσγείωση των ΗΠΑ φαίνεται να αυξάνονται παράλληλα με τη βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης στην Ευρώπη και την Κίνα. Ωστόσο, μαζί με τη γεωπολιτική, ο επίμονος πληθωρισμός και η αποδυνάμωση των αγορών εργασίας των ΗΠΑ είναι μεταξύ των βασικών κινδύνων.
Η Citi πάντως συνεχίζει να προτιμά τις ευρωπαϊκές μετοχές σε παγκόσμιο πλαίσιο, λόγω και του ότι η Ευρώπη θα ωφεληθεί το περισσότερο από τον οικονομικό κύκλιο (ανάπτυξη από χαμηλά επίπεδα, μείωση των επιτοκίων). Η σχετικά φθηνή κυκλική έκθεση κρατά την Ευρώπη σε καλή θέση για περαιτέρω διεύρυνση της αγοράς βραχυπρόθεσμα, έτσι η Citi προβλέπει άνοδο της τάξης του 7% μέχρι το τέλος του έτους για τον πανευρωπαϊκό δείκτη Stoxx 600, λόγω της αύξησης των κερδών ανά μετοχή κατά 6%. Είναι overweight στον κλάδο των πρώτων υλών και neutral στην ενέργεια.
Ωστόσο, το επίμονα υψηλότερο πετρέλαιο θα μπορούσε να επηρεάσει την εύθραυστη οικονομική και θεμελιώδη ανάκαμψη στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Citi, μία αύξηση της τιμής του πετρελαίου κατά 10% που διατηρείται μακροπρόθεσμα, θα μπορούσε να προσθέσει 25 μ.β στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης στο επόμενο 12μηνο.
Στις αμερικανικές μετοχές, η Citi θα αγόραζε επίσης την βουτιά. Χωρίς αμφιβολία, το πετρέλαιο και η ενέργεια συνδέονται με την κατάσταση στη Μέση Ανατολή καθώς αυτή εξελίσσεται. Πολλά έχουν ήδη τιμολογηθεί, με τον κλάδο της ενέργειας (+15%) να υπεραποδίδει πλέον του κλάδου της τεχνολογίας (+11%) από τις αρχές του έτους, τη στιγμή που η ενέργεια αποτελεί περίπου το 4% του δείκτη S&P 500, αλλά συνεισφέρει περισσότερο στο 8% των κερδών.
Δύο άμεσα ζητήματα αφορούν πάντως την τρέχουσα κατάσταση. Πρώτον, εάν συνεχιστούν οι υψηλότερες τιμές του πετρελαίου, συνοδευόμενες από συνεχείς ανησυχίες σχετικά με τα κανάλια μεταφοράς, αναμφίβολα θα υπάρξει κάποια αρνητική ανάγνωση στα θεμελιώδη μεγέθη των μετοχών των ΗΠΑ. Εκτός από μια πιο παρατεταμένη και διευρυμένη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, θα θεωρούσαμε τις σχετικές θεμελιώδεις διαταραχές ως προσωρινές. Επομένως, η σχετική αδυναμία στις τιμές των μετοχών θα πρέπει γενικά να αγοραστεί. Δεύτερον, η Citi δεν αλλάζει τον βασικό στόχο των 5.100 μονάδων για τον S&P 500 το τέλος του 2024. Τις τελευταίες εβδομάδες, η αγορά υπερέβη αυτόν τον στόχο, με τις προσδοκίες για την αύξηση των κερδών να αυξάνονται σταδιακά, ωστόσο οι τρέχουσες αποτιμήσεις παραμένουν “τεντωμένες”, όπως τονίζει.
Ελευθερία Κούρταλη
Πηγή capital.gr