Η είσοδος του Φώτη Κουβέλη στην κυβέρνηση συνιστά, τουλάχιστον κατά την άποψη του γράφοντος, τη σιωπηρή αποδοχή εκ μέρους του Αλέξη Τσίπρα πως «ο Κουβέλης είχε δίκιο». Το 2012 ο μεν Τσίπρας υποστήριζε πως καθήκον της Αριστεράς είναι η πολιτική ανατροπή του μνημονίου, ο δε ψύχραιμος Κουβέλης έλεγε πως οι πολιτικοί συσχετισμοί δεν υπάρχουν για κάτι τέτοιο και πρότεινε τη στρατηγική της σταδιακής «απαγκίστρωσης» από τα μνημόνια. Η ζωή έδειξε στον ίδιο τον Τσίπρα πως η ψυχραιμία και ο ρεαλισμός του Κουβέλη δικαιώθηκαν στο ακέραιο εφόσον και ο ίδιος τελικά τη στρατηγική Κουβέλη ακολούθησε.
Αυτά όμως είναι «ψιλά γράμματα» σε μια κοινωνία που τελεί εν χαώδη αφασία. Γι αυτό και ισχύει πάντα η ρήση του Μιτεράν πως «πολιτική είναι η διαχείριση των συμβόλων». Την πολιτική υστεροφημία του ο Φώτης Κουβέλης δεν πρόκειται να την αποκτήσει επειδή δικαιώθηκε ως προς τι έπρεπε να κάνει η ανανεωτική αριστερά μέσα στον κλοιό των μνημονίων. Όμως έχει την ευκαιρία να την κερδίσει στο πεδίο άσκησης της κυβερνητικής εξουσίας που του ανέθεσε ο πρωθυπουργός.
Διότι η «πολυτρολαρισμένη» τοποθέτηση του Φώτη Κουβέλη στη θέση του αναπληρωτή υπουργού Άμυνας απέκτησε ξαφνικά ένα ειδικό βάρος επί της ουσίας των καθηκόντων του, πέρα από τις όποιες πολιτικές σημασιοδοτήσεις της δόθηκαν.
Τις λεπτομέρειες του πώς και γιατί αιχμαλωτίστηκαν -γιατί περί αυτού πρόκειται κι ας μην παίζουμε με τις λέξεις- οι δύο Έλληνες στρατιωτικοί επί τουρκικού εδάφους στον Έβρο, ίσως να μην τις μάθουμε ποτέ. Ίσως και να μην χρειάζεται. Το αποτέλεσμα μετράει. Το αποτέλεσμα ατυχώς είναι πως ένα περιστατικό που θα μπορούσε να μην έχει δημοσιοποιηθεί καν σε μια άλλη χρονική συγκυρία -φαντάζομαι δεν χάνονται για πρώτη φορά στρατιώτες κι από τις δυο πλευρές των συνόρων- γίνεται «βούτυρο στο ψωμί» του Ερντογάν. Οπότε θα κάνει όλο το επικοινωνιακό και διπλωματικό «σόου» που θεωρεί απαραίτητο με τη δίκη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών και ό,τι προκύψει απ’ αυτή.
Συνεπώς το πόσο μακριά μπορεί να πάει αυτό το περιστατικό κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει. Ο Ερντογάν είναι από καιρός ένας απρόβλεπτος παράγοντας του παγκόσμιου συστήματος όμως εξακολουθεί να έχει την απόλυτη εξουσία στους αρμούς του τουρκικού κράτους. Συνεπώς το να μιλήσουμε για ανεξάρτητη τουρκική δικαιοσύνη θα μοιάζει με ανέκδοτο. Εκ των πραγμάτων θα γίνει αυτό που θέλει ο Ερντογάν και σίγουρα θ’ αποτελέσει ένα ακόμη διαπραγματευτικό χαρτί όχι μόνο με την Ελλάδα αλλά και με τη Δύση.
Η δήλωση του αμερικανού πρέσβη, Τζέφρι Πάιατ, πως «οι ΗΠΑ ασχολούνται ενεργά με το θέμα» δείχνει πως η όλη η υπόθεση μπορεί ν’ αποκτήσει και βάθος που δεν έγινε αντιληπτό αμέσως από την κυβέρνηση, με αποτέλεσμα να εκτίθεται ο Δημήτρης Τζανακόπουλος διαβεβαιώνοντας πως «είναι θέμα ωρών η επιστροφή τους». Οι δύο στρατιωτικοί όμως δικάζονται αύριο Δευτέρα. Και μπορεί να μην τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες για κατασκοπεία -που θα ήταν η χειρότερη εξέλιξη- αλλά πάντως θα δικαστούν για παράνομη είσοδο κι αυτό μπορεί να επιφέρει μεγάλες ταλαιπωρίες και στους ίδιους και στην ελληνική εξωτερική πολιτική.
Ο Κουβέλης, λοιπόν, πρωτίστως ως έμπειρος νομικός κι έχοντας γράψει τη δική του προσωπική ιστορία στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών, τα έφερε έτσι η ζωή κι η συγκυρία, που ενδέχεται να προσδώσει ένα κρίσιμο νόημα στο αξίωμά του.
Μπορεί η τοποθέτησή του Φώτη Κουβέλη κάτω από τον Πάνο Καμμένο να συνάντησε απαξιωτικά σχόλια στο διαδίκτυο μαζί με ρατσιστικά στερεότυπα για την ηλικία του, όμως την κατάλληλη στιγμή είναι ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Με τις κινήσεις και τη ρητορική που έχει αναπτύξει μέχρι σήμερα ο Πάνος Καμμένος, έχοντας το νου του στραμμένο στο εσωτερικό δεξιό ακροατήριο, είναι βέβαιο πως δεν μπορεί να έχει χρήσιμο ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης. Μόνο «λάδι στη φωτιά» θα έβαζε κι αυτό έχει αρχίσει να προκαλεί ήδη ευρύτερες ανησυχίες.
Αντιθέτως, με δεδομένο πως ο Φώτης Κουβέλης υπηρέτησε σε όλη τη διαδρομή του, με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία σε κάθε συγκυρία, την ανοιχτή πολιτική σκέψη και την κοινή λογική έχει μια μεγάλη πρόκληση: Να φέρει πίσω το συντομότερο τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς που αιχμαλωτίστηκαν, χωρίς ανταλλάγματα και χωρίς παραχωρήσεις οιασδήποτε μορφής προς την τουρκική πλευρά. Και να το πετύχει όχι με μεγαλόστομες ρητορείες, όπως συνηθίζεται στο εν λόγω υπουργείο, αλλά με ψυχραιμία, ρεαλισμό, επιχειρήματα και μεθοδικότητα.
Θα ήταν η καλύτερη προσωπική απάντηση στους πολλούς επικριτές του και η καλύτερη απόδειξη των ικανοτήτων του στην κοινωνία.