Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Η απόφαση του πρωθυπουργού να γράψει ένα άρθρο για την ιστορική παρακαταθήκη του Ανδρέα Παπανδρέου ανήμερα της επετείου ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ μόνο τυχαία δεν είναι, καθώς συντηρεί αυτή τη διάθεση του ΣΥΡΙΖΑ για συνεργασία με το όποιο κόμμα της Κνετροαριστεράς το επόμενο διάστημα, παρά τις επίμονες αρνήσεις της Φωφης Γεννηματά ως τώρα. Μάλιστα, δεν είναι μόνο ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά και μια σειρά ακόμα κυβερνητικών στελεχών, όπως ο Νίκος Παππάς με συνέντευξή του στη Νέα Σελίδα και ο Χρήστος Σπίρτζης με άρθρο του στην ιστοσελίδα του που σημειώνουν ότι υπάρχει η προοπτική της σύγκλισης με ευρύτερες προοδευτικές δυνάμεις την επόμενη μέρα.
Το βασικό πρόβλημα, όμως, πέρα από το πολιτικό παίγνιο του ποιος μπορεί να κυβερνήσει με ποιον, είναι ότι η ατζέντα της συζήτησης γυρίσει γύρω από γνωστά θέματα που τα έχει λύσει η ζωή. Ποιος ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την πολιτική παρακαταθήκη του Ανδρέα Παπανδρέου; Πώς μας επηρεάζει αυτή στην τρέχουσα συγκυρία; Ατζέντα παρελθόντος, την ώρα που εκκρεμούν τα προβλήματα του παρόντος και τα ερωτήματα του μέλλοντος.
Κάπως έτσι περνάμε τις ώρες μας στην Ψωροκώσταινα. Όλο τον Αύγουστο τσακωνόμαστε για τον Εμφύλιο. Μετά πιάνουμε τον παππού της Καϊλή, με απόλυτα δική της ευθύνη. Τώρα πιάνουμε τον Ανδρέα Παπανδρέου και το αν δικαιώθηκε ή είπε ψέματα ή ήταν αυτός που ολοκλήρωσε τον κύκλο της εθνικής συμφιλίωσης. Ατελείς ιστορικές αναλύσεις, σπιναρισμένες κατά το δοκούν, και την ίδια ώρα τα νοικοκυριά ψάχνουν να βρουν πώς θα μπορέσουν να πληρώσουν φόρους και εισφορές, ενώ οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί και οι κατασχέσεις για ελάχιστες οφειλές γίνονται και θα γίνουν καθημερινότητα. «Μ΄έναν Παπανδρέου ξεχνιέμαι», κατά παράφραση του γνωστού σλόγκαν για τα βίπερ.
Το ζήτημα είναι, αν κάποιος μπορεί να μιλήσει τη γλώσσα του μέλλοντος. Υπάρχουν συγκεκριμένα ερωτήματα: πώς θα παραχθεί νέος πλούτος στη χώρα; Πώς θα γίνουν επενδύσεις, εσωτερικές και εξωτερικές; Τι Δημόσιο τομέα χρειαζόμαστε να έχουμε; Έχουμε εργαλεία για να το μάθουμε αυτό; Πώς θα βελτιώσουμε την παρεχόμενη υπηρεσία στη δημόσια Υγεία και Παιδεία; Πώς θα αισθάνονται και πάλι οι πολίτες ασφαλείς; Πώς θα πορευτούμε σε αυτό το περιβάλλον που διαρκώς αλλάζει στην Ευρώπη;
Θεωρητικά, τα ερωτήματα είναι προφανή, εύκολες απαντήσεις όμως δεν υπάρχουν. Όπως δεν υπάρχει και σχέδιο και μέχρι στιγμής ούτε ηγεσία, προκειμένου να καταστρώσει και να εφαρμόσει αυτό το σχέδιο. Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος έχει χάσει τόσα στοιχήματα στα δυόμιση χρόνια της διακυβέρνησής του να γυρίσει την κατάσταση και να απαντήσει ρεαλιστικά σε αυτά τα ερωτήματα; Και, αν μπορεί τώρα, γιατί δεν μπορούσε πριν; Ή μήπως δεν μπορεί καθόλου; Από την άλλη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης που βάζει κιόλας αυτά τα ερωτήματα στον δημόσιο διάλογο, έχει τις απαντήσεις που περιμένει εδώ και χρόνια να ακούσει ο κόσμος ή και πάλι θα αναλωθεί σε ένα περίγραμμα που απλά υπηρετεί μια πολιτική στρατηγική;
Όσο δεν απαντώνται τα πιεστικά ερωτήματα για τη χώρα, χάνονται χρόνος και momentum για αλλαγή-επιτέλους!-των συσχετισμών. Από την άλλη, η ενασχόληση με φαντάσματα ήταν πάντα μια καλή εναλλακτική σε περιπτώσεις απουσίας επιχειρημάτων και σχεδίου. Και, επειδή δεν θέλω να είμαι αρνητικός, μπορούμε τις επομενες μέρες να συζητήσουμε, αν χόρευε καλύτερο ζεϊμπέκικο ο Ανδρέας ή ο Γιώργος Παπανδρέου.