Ο Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης παρενέβη στη συζήτηση για τα μη κρατικά ΑΕΙ σήμερα στη βουλή και ανέφερε τα εξής:
Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε. Αισθάνθηκα σήμερα την πολιτική και ηθική υποχρέωση να προσέλθω στην Ελληνική Βουλή για να εκθέσω τις απόψεις μου για ένα νομοσχέδιο, το οποίο δημιουργεί μία νέα συνθήκη στην ελληνική Ανώτατη Εκπαίδευση. Και θα μιλήσω τόσο με την ιδιότητά μου, ως Υπουργός Εξωτερικών, διότι αισθάνομαι ότι αυτό αφορά κατ’ εξοχήν ζητήματα που άπτονται της εξωτερικής πολιτικής και ιδίως, του χαρτοφυλακίου των αποδήμων Ελλήνων, όσο και ως πανεπιστημιακός, ως άνθρωπος προϊόν της ελληνικής δημόσιας εκπαίδευσης, πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας. Και νομίζω ότι θα πρέπει να ακουστούν στην αίθουσα αυτή οι αλήθειες για το πού ήμασταν, πού βρισκόμαστε και πού θέλουμε να πάμε την ελληνική ανώτατη εκπαίδευση. Το πρώτο ζήτημα, το οποίο έχει τεθεί είναι το ζήτημα το νομικό. Έχουν διατυπωθεί πολλαπλές απόψεις. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι πρόκειται περί συνταγματικού νομοσχεδίου, αντισυνταγματικού νομοσχεδίου, όπως επίσης και αντικοινοτικού νομοσχεδίου, διότι δεν φτάνει έως το σημείο το οποίο απαιτεί το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με την ελευθερία σύστασης και εγκατάστασης των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
Να ξεκαθαρίσω κάτι επί της αρχής. Ανεξαρτήτως της επενέργειας του ενωσιακού δικαίου, εκείνο το οποίο έχει αξία είναι να αποδεχθούμε ότι το Σύνταγμά μας δεν αποτελεί ένα στατικό και αδρανές νομικό κείμενο. Αυτό είναι κάτι το οποίο το αναγνωρίζει σύσσωμη η διεθνής κοινότητα του Συνταγματικού Δικαίου και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Το Σύνταγμα, ως εκ της φύσεώς του, είναι ένα αφηρημένο κείμενο, το οποίο μετουσιώνεται στην πράξη μέσω του κοινού νομοθέτη και αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η πολιτεία και δομούνται τα δικαιώματα. Επιδρά η κανονιστική δύναμη του πραγματικού. Επιδρά η πραγματική κατάσταση. Επιδρά η επενέργεια του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τούτο ανεξάρτητα εάν εφαρμόζεται ή όχι, επειδή πρόκειται για ακαδημαϊκό και όχι για επαγγελματικό προσόν. Αλλά η αναλογικότητα της καθολικής απαγόρευσης αφορά ούτως ή άλλως το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και πάνω απ’ όλα να είμαστε ξεκάθαροι σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του άρθρου 16. Η συνθετική και συστηματική ανάγνωση του άρθρου 16, κατά την άποψή μου, σαφώς επιτρέπει την ίδρυση, προσέξτε, όχι με τη μορφή της σύστασης που απαγορεύεται ρητώς, αλλά με τη μορφή της εγκατάστασης υφιστάμενου πανεπιστημιακού ιδρύματος. Και τούτο βεβαίως, επιτέλους, θα πρέπει να το πούμε, διότι ακούω συχνά συναδέλφους μου να αναφέρονται στη γραμματική διατύπωση και στο πνεύμα του Συντάγματος. Κανείς όμως δεν δίνει την προσήκουσα έμφαση στο ότι η απαγόρευση του Συντάγματος είναι για τη σύσταση και όχι για την εγκατάσταση υφιστάμενων ιδρυμάτων, τα οποία υπάγονται εμμέσως ή αμέσως στην επενέργεια του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και σε κάθε περίπτωση η συνταγματική αναθεώρηση είναι αναγκαία και ωφέλιμη. Και δεν θα σταθώ στην ιστορική διαδρομή της συνταγματικής αναθεώρησης και γιατί έχουμε φτάσει στο σημείο να έχουμε αποτυχημένες προσπάθειες αναθεώρησης του άρθρου 16 και να είμαστε σήμερα η απόκλιση σε σχέση με σύσσωμο το οικουμενικό διεθνές κεκτημένο. Εκείνο, το οποίο θέλω να τονίσω είναι ότι η συνταγματική αναθεώρηση είναι αναγκαία, διότι οφείλει να βάλει το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί η ανώτατη εκπαίδευση, ασφαλιστικές δικλείδες, οι οποίες προνοούνται από το νομοσχέδιο, αλλά θα πρέπει να καταστούν και συνταγματική επιταγή.
Τι κάνει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο; Κατά την άποψή μου, τηρεί ένα ισόρροπο μέτρο. Ακολουθεί έναν χρυσό κανόνα στηριζόμενο σε ένα δίπολο, το δίπολο της ενίσχυσης του δημοσίου πανεπιστημίου και της αυστηρότητας της συγκρότησης των ιδιωτικών, μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων. Γιατί αυτός ο χρυσός κανόνας; Ας δούμε την ενίσχυση του δημοσίου πανεπιστημίου. Πολλαπλή ενίσχυση. Ενισχύουμε τα περιφερειακά πανεπιστήμια. Το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, το οποίο ενσωματώνει το Διεθνές Πανεπιστήμιο, ενισχύεται το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, ενισχύεται η φοιτητική στέγη που αποτελεί πράγματι μία τεράστια πληγή. Αυξάνουμε την ευελιξία, η οποία αποδίδεται στα πανεπιστήμια, στην αυτοδιοίκηση τους, ιδίως σε ό,τι αφορά τους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας, οι οποίοι καταδυναστεύονται επί δεκαετίες με τη γραφειοκρατία η οποία υφίσταται. Και πάνω από όλα, κατά την άποψή μου, το πιο σημαντικό, εξασφαλίζουμε ότι για κάθε πανεπιστημιακό, ο οποίος αποχωρεί την πενταετία 2025-2030, θα υπάρχει άμεση αναπλήρωση ένα προς ένα, έτσι ώστε να μην υπάρξει καμία απομείωση του διδακτικού προσωπικού των δημοσίων πανεπιστημίων. Και βέβαια με την πολιτική δέσμευση ότι θα συνεχίσουμε την ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου και ιδίως, των περιφερειακών πανεπιστημίων. Ο δεύτερος πόλος του δίπολου είναι η αυστηροποίηση του πλαισίου σε ό,τι αφορά τα μη κρατικά μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια. Και εδώ θα μου επιτρέψετε να πω ότι υφίσταται ένας βαθμός υποκρισίας όταν ομιλούμε για τη σημερινή κατάσταση σε σχέση με την κατάσταση, την οποία θα εισφέρει το νομοσχέδιο το οποίο συζητείται σήμερα.
Σήμερα έχουμε αμέσως αναγνωρισμένη κερδοσκοπικού χαρακτήρα μεταλυκειακή εκπαίδευση στην Ελλάδα. Αυτό είναι επιταγή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πηγαίνουμε προς μία μη κρατικού, μη κερδοσκοπικού τύπου, απολύτως αυστηρή και ελεγχόμενη ανώτατη εκπαίδευση. Γιατί στ’αλήθεια έχουμε αντίρρηση σε αυτό; Δεν θεωρούμε όλοι σε αυτή την αίθουσα ότι είναι προτιμότερο να έχουμε τάξη στο πεδίο της ανώτατης εκπαίδευσης, αντί να έχουμε μία αταξία. Και θα αναφερθώ μόνο στο πολύ απλό. Για να εγκατασταθεί ένα αλλοδαπό πανεπιστήμιο στην Ελλάδα, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, όταν τεθεί σε ισχύ, θα απαιτείται ένας διπλός πήχης. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό για την κατανόησή μας. Ο πήχυς αυτός θα αφορά τόσο τις διοικητικές και ακαδημαϊκές προϋποθέσεις για την ίδρυση, σύμφωνα με το μητρικό πανεπιστήμιο, αλλά και το δίκαιο που διέπει το μητρικό πανεπιστήμιο, διότι κάθε χώρα έχει ένα δικό της σύστημα, το οποίο ελέγχει τις προϋποθέσεις για τη σύσταση ενός πανεπιστημίου, όσο και τις πρόσθετες προϋποθέσεις τις οποίες θέτει το νομοσχέδιο σε ό,τι αφορά την ίδρυση. Να θυμίσω απλώς ότι ήδη προβλέπουμε την υποχρέωση να υπάρχουν τρεις σχολές, την υποχρέωση να έχουμε την ελάχιστη βάση εισαγωγής και βέβαια να έχουμε μία ποσόστωση διδακτόρων στο διδακτικό προσωπικό.
Το πλέγμα αυτών των προϋποθέσεων είναι τόσο αυστηρό, έτσι ώστε μετά βεβαιότητας εγώ μπορώ να σας το πω και θα είμαστε εδώ να το συζητήσουμε στο μέλλον, ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση κάποιος ο οποίος δεν έχει ένα πάρα πολύ στέρεο υπόβαθρο, τόσο θεσμικό, όσο και επιχειρησιακό, κανένα πανεπιστήμιο που δεν πληροί τις προϋποθέσεις να έρθει να εγκατασταθεί στην Ελλάδα. Η σύνδεση με το ξένο πανεπιστήμιο είναι απολύτως κρίσιμη, διότι δημιουργεί στην πραγματικότητα τη συνθήκη εκείνη, έτσι ώστε να μην έχουμε υπό καμία εκδοχή ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, τα οποία να μην πληρούν απολύτως αυστηρές προϋποθέσεις.
Το κρίσιμο όμως είναι ποια είναι η σημασία για τη χώρα της ίδρυσης των μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων. Και θα μου επιτρέψετε να περιοριστώ σε τρεις παραμέτρους της μεγάλης σημασίας που έχει για τη χώρα. Το πρώτο είναι ότι συγκρατούνται φοιτητές, οι οποίοι σήμερα φεύγουν με τη μεγάλη διαρροή, που σημαίνει αυτό, τόσο σε ανθρώπινο κεφάλαιο, όσο και σε οικονομικό κεφάλαιο. Το δεύτερο εξίσου σημαντικό είναι ότι με τον τρόπο αυτό, με το νέο νομοσχέδιο καθίσταται η Ελλάδα πανεπιστημιακός κόμβος και προσελκύονται αλλοδαποί φοιτητές στην Ελλάδα. Γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα έχει χαμηλή θέση στο δείκτη ανώτατης εκπαίδευσης, επειδή έχει έναν από τους χαμηλότερους δείκτες αλλοδαπών φοιτητών στα πανεπιστήμιά μας; Μόνο το 0,7% από τους χαμηλότερους δείκτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, υπάρχει μια δημοσιονομική διάσταση. Η εκτίμηση που έκανε η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος στη μελέτη, την οποία δημοσίευσε το 2017, ομιλούσε για ένα άμεσο όφελος τουλάχιστον το 2017, 1,8 δισ. ετησίως, το οποίο θα είναι μέσω των υψηλότερων εξαγωγών και των χαμηλότερων εισαγωγικών υπηρεσιών εκπαίδευσης. 50 δισεκατομμύρια εκτιμά η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Θα μου επιτρέψετε, κύριε Πρόεδρε, μια μικρή ανοχή. 50 δισεκατομμύρια την επόμενη δεκαετία της εφαρμογής των μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων και αύξηση του ΑΕΠ κατά μία έως δύο ποσοστιαίες μονάδες για τη δεκαετία και στη συνέχεια μισή μονάδα. Αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι οι πόροι αυτοί θα πρέπει σε ένα σημαντικό τους μέρος να διοχετευτούν στη δημόσια εκπαίδευση. Είναι πράγματι ένα μέσο τροφοδοσίας της ανώτατης εκπαίδευσης της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης, έτσι ώστε να μπορεί να ασκήσει το διδακτικό και το ερευνητικό έργο. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που είναι σημαντικό Η προσέλκυση ξένων φοιτητών συνιστά την πιο συστηματική και επιδραστική μορφή εκπαιδευτικής διπλωματίας. Όταν έχουμε αλλοδαπούς φοιτητές στην Ελλάδα, αυτοί μπολιάζονται με το ελληνικό πνεύμα, με την ελληνική κουλτούρα, με την ελληνική ιστορία, με την ελληνική γλώσσα.
Δεν υπάρχει καλύτερη μορφή διπλωματίας από τον άνθρωπο στον άνθρωπο, παρά μόνο η εκπαιδευτική. Και όσοι από εσάς και είναι αρκετοί στην αίθουσα του Ελληνικού Κοινοβουλίου που έχουν σπουδάσει ή ζήσει στο εξωτερικό, αντιλαμβάνονται τη σημασία του να βρίσκεσαι στη χώρα υποδοχής και να παίρνεις τα ερεθίσματα από τις χώρες αυτές. Η τρίτη μεγάλη σημασία που εγώ αποδίδω ιδιαίτερη αξία σε αυτήν είναι ότι σκοπός του νομοσχεδίου είναι να επαναφέρει ένα μεγάλο εθνικό κεφάλαιο που έχει διαρρεύσει. Και αυτοί είναι οι υψηλών προσόντων Έλληνες, οι οποίοι αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, είτε ως πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, είτε ως ερευνητές. Το ελληνικό κεφάλαιο, το πανεπιστημιακό στο εξωτερικό, είναι πέρα από κάθε φαντασία. Θα σας πω στοιχεία τα οποία ανατρέχουν ήδη 7 χρόνια πριν. Όμως τα στοιχεία, τα οποία είναι επαρκώς κατά την άποψή μου γλαφυρά, έτσι ώστε να κατανοήσουμε το μέγεθος του ζητήματος. Η εκτίμηση είναι ότι έχουμε 22.000, επαναλαμβάνω 22.000 Έλληνες πανεπιστημιακούς στο εξωτερικό και αυτή είναι μια υποτιμημένη εκτίμηση, διότι δεν υπάρχει τυπική καταγραφή. Εκτιμάται ότι περίπου το 0,2 του ελληνικού πληθυσμού βρίσκεται αυτή τη στιγμή και διδάσκει σε ξένα πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, το 0,2 του ελληνικού πληθυσμού, 10 φορές πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα θέλουμε αυτά τα παιδιά; Τους θέλουμε τους ανθρώπους αυτούς να γυρίσουν στην Ελλάδα, να εισφέρουν στην πατρίδα τους, να ανεβάσουν το επίπεδο της εκπαίδευσης, αλλά να έχουν και μία πρόσθετη αξία στην πατρίδα, στην οποία οι περισσότεροι έχουν σπουδάσει. Διότι υπάρχει μια μεγάλη επένδυση στο ελληνικό κεφάλαιο της νέας γενιάς, που δυστυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις δεν αποσβένεται. Έξι στους δέκα Έλληνες καθηγητές- θέλω να δώσετε ιδιαίτερη σημασία σε αυτό που θα πω.-6 στους 10 Έλληνες καθηγητές είναι αυτή τη στιγμή σε πανεπιστήμια του Εξωτερικού.
Mόνο τέσσερις Έλληνες καθηγητές είναι στα ελληνικά πανεπιστήμια. Είναι αυτό ικανοποιητικό; Ξέρετε πόσος είναι ο μέσος όρος ο ευρωπαϊκός; Ο μέσος όρος, ο ευρωπαϊκός είναι μόνο ένας καθηγητής να βρίσκεται σε πανεπιστήμια της αλλοδαπής και εμείς έχουμε έξι. Η πλειοψηφία των Ελλήνων καθηγητών βρίσκεται σε πανεπιστήμια εξωτερικού. Τους θέλουμε στην Ελλάδα; Θέλουμε μια σαφή απάντηση σε αυτό. Πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα και να εισφέρουν στην πατρίδα τους. Και θα σας πω ένα τελευταίο στοιχείο, γιατί φοβούμαι ότι σας κούρασα. Θα σας πω και κάτι, αν μου επιτρέπετε.
Το 2016 έγινε μια μεγάλη έρευνα. Έγινε μια μεγάλη έρευνα από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Το δείγμα ήταν 15.000 καθηγητές, οι οποίοι διδάσκουν στα 50 κορυφαία πανεπιστήμια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Από αυτό προέκυψε το ακόλουθο, η Ελλάδα, κατ’ αναλογία πληθυσμού είναι η δεύτερη χώρα με το περισσότερο διδακτικό προσωπικό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Έλληνες καθηγητές είναι περισσότεροι από όσοι είναι συνολικά και σωρευτικά οι καθηγητές από όλη την Αφρική και όλη τη Λατινική Αμερική. Είναι μόνο δεύτεροι μετά από το Ισραήλ. Ένα τεράστιο ανθρώπινο κεφάλαιο. Η παρούσα κυβέρνηση και η ελληνική πολιτεία οφείλει να τους δώσει πραγματικά κίνητρα για να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
Θα κλείσω, απευθυνόμενος στους συναδέλφους μου πανεπιστημιακούς δασκάλους και στους φοιτητές. Σε ό,τι αφορά τους πανεπιστημιακούς δασκάλους, θα ήθελα να πω, και υπάρχουν ανάμεσά μας, ευτυχώς πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, οι οποίοι βρίσκονται στην αίθουσα αυτή, ότι η αυθεντία δεν προκύπτει μέσα από τον μονοπωλιακό καταναγκασμό, αλλά μόνο μέσα από τη σύγκριση και την πραγματική υπεροχή. Κανένας Έλληνας πανεπιστημιακός δεν φοβάται αυτή τη σύγκριση, διότι το κεφάλαιο των διδασκόντων στο ελληνικό πανεπιστήμιο και γι’ αυτό μπορώ εγώ να βάλω το χέρι μου στη φωτιά, είναι τόσο υψηλό που δεν μπορεί ποτέ να απειληθεί.
Και μια κουβέντα και κλείνω για τους φοιτητές. Το δημόσιο πανεπιστήμιο έχει μόνο να κερδίσει από την ύπαρξη σοβαρών, μεγάλων, αξιόπιστων ξένων πανεπιστημίων, τα οποία θα συλλειτουργούν με ένα πολύ δυνατό δημόσιο πανεπιστήμιο. Και εγώ θεωρώ και το καταθέτω αυτό σήμερα, ότι δεν θα υπάρξει καμία συνθήκη όπου οι Έλληνες απόφοιτοι δημοσίων πανεπιστημίων, όπως είμαι εγώ και οι περισσότεροι από εσάς, δεν θα διαπρέπουν όπου και να βρεθούν. Σας ευχαριστώ πολύ.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
Ευχαριστώ πολύ κύριε Πρόεδρε και ευχαριστώ τους βουλευτές που τοποθετήθηκαν σε σχέση με την ομιλία μου. Επί της αρχής να τοποθετηθώ σε ό,τι είπε ο κύριος Μάντζος σε σχέση με τα χθεσινά συμβάντα. Ότι είμαστε σε συνεργασία άμεση αυτή τη στιγμή με τις Ουκρανικές αρχές, έτσι ώστε να υπάρξει πλήρης διαλεύκανση του γεγονότος. Δεν υπήρξε άμεση απειλή, ή κίνδυνος ζωής, ή ακεραιότητας. Βεβαίως υπήρξε, όπως γνωρίζετε, μία επίθεση, η οποία αυτή τη στιγμή διερευνάται σε ό,τι αφορά τα αίτια και την πηγή. Σε ό,τι δε αφορά τις συναντήσεις, σήμερα το απόγευμα θα υπάρξει μία τηλεδιάσκεψη με πρωτοβουλία της γαλλικής κυβέρνησης, μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών και υπουργών Άμυνας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία θα συζητηθεί το ουκρανικό ζήτημα και τα περαιτέρω βήματα σε σχέση με την ενίσχυση του αμυντικού αγώνα της Ουκρανίας κατά της ρωσικής επιθετικότητας. Όποτε θέλετε, κύριε Μάντζο, θα έχουμε μία περαιτέρω συζήτηση για τα ζητήματα αυτά.
Επανέρχομαι στα της Παιδείας. Με κάθε σεβασμό, κύριε Τσακαλώτε, θα μου επιτρέψετε να πω ότι το χρέος μου ως πανεπιστημιακός το υπηρέτησα 20 χρόνια στη Νομική Σχολή και γι΄ αυτό, θα παίρνω οδηγίες και εντολές από τους φοιτητές μου και μόνον. Ο καθένας αξιολογείται για τις πράξεις του, για τη συνέπειά του και κυρίως για την προσφορά του στην ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα. Το ότι συγκρατήσατε τα δημοσιονομικά, από ό,τι είπα στην ομιλία μου, το αποδίδω μάλλον σε επαγγελματική διαστροφή, κύριε Τσακαλώτε. Διότι εκείνο, το οποίο εγώ είπα είναι ότι θα εισέλθουν πόροι στη χώρα, έτσι ώστε να ενισχυθεί το δημόσιο πανεπιστήμιο, ότι θα δημιουργήσουμε συνθήκες επιστροφής του τεράστιου ανθρώπινου κεφαλαίου, το οποίο έχει απολεσθεί, υψηλών προσόντων, έτσι ώστε να μπορέσει να προσφέρει στην πατρίδα του και ότι δημιουργούμε συνθήκες αναβάθμισης του ελληνικού δημοσίου πανεπιστημίου, έτσι ώστε να μπορεί να συνεχίσει το μεγάλο του έργο. Και γνωρίζετε καλύτερα από εμένα, κύριε Τσακαλώτε, ότι οι Έλληνες, οι οποίοι αυτή τη στιγμή υπηρετούν το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο, είναι σε μία τεράστια δυσαναλογία σε όλους τους δείκτες, τους ποιοτικούς δείκτες σε ό,τι αφορά τις δημοσιεύσεις, με βάση όλες τις έγκυρες μελέτες. Άρα δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας και σας παρακαλώ πολύ δεν χρειάζεται να κάνετε τον τιμητή των Ελλήνων καθηγητών που υπηρετούν στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Υπάρχουν άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι ενδεχομένως από ιδία πείρα θα μπορούσαν να το κάνουν εξίσου καλά.
Να σας απαντήσω στο νομικό, αν και αντιλαμβάνεστε ότι στα οικονομικά μπορεί να κάνουμε ό,τι συζήτηση θέλετε, στα νομικά επειδή έχει ένα υψηλότερο βαθμό συνθετότητας θα προσπαθήσω να το απλοποιήσω κατά το δυνατόν. Το άρθρο 16, κύριε Τσακαλώτε, δεν ερμηνεύεται παράγραφο, παράγραφο και καμία διάταξη του δικαίου δεν ερμηνεύεται παράγραφο, παράγραφο. Γι’ αυτόν τον λόγο, από τον 19ο αιώνα, υπάρχει αυτό το οποίο ονομάζουμε στα νομικά, συστηματική ερμηνεία. Δεν μπορείς ποτέ να δεις μία διάταξη αποκομμένη από άλλη και για τον λόγο αυτό η ενότητα που αφορά την ανώτατη εκπαίδευση είναι μία ερμηνευτική ενότητα. Αναφερθήκατε στα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Η απάντηση είναι πολύ σαφής. Το κράτος οφείλει να οργανώνει την ανώτατη εκπαίδευση που παρέχει το ίδιο το κράτος, με τη μορφή των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Δεν μπορεί, κύριε Τσακαλώτε, να υπάρξει κρατικό πανεπιστήμιο. Μπορεί να υπάρξει μόνο δημόσιο αυτοδιοικούμενο πανεπιστήμιο υπό τους όρους που προβλέπει το άρθρο 16. Γιατί; Διότι ο αναθεωρητικός νομοθέτης, συντακτικός κατ’ ουσίαν, του 1975, ακολουθώντας και παλαιότερα συντάγματα, επέλεξε το πανεπιστήμιο να είναι αποστασιοποιημένο σε σχέση με τις κρατικές επιλογές, έτσι ώστε να μπορεί να λειτουργεί αυτόνομα και να παράγει παιδεία και πολιτισμό. Άρα, υπό αυτήν την εκδοχή, οι διατάξεις περί νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου αφορούν τον τρόπο με τον οποίο το κράτος αποδίδει την πανεπιστημιακή του εκπαίδευση.
Αυτό δεν αποκλείει, κύριε Τσακαλώτε, το να υπάρχουν μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια, τα οποία έρχονται και εγκαθίστανται στην Ελλάδα, δεν συστήνονται, αλλά εγκαθίστανται στην Ελλάδα και γι’ αυτό το λόγο είναι χρήσιμη και η συνταγματική αναθεώρηση, έτσι ώστε να ξεκαθαρίσει το τοπίο και σε ότι αφορά τη σύσταση, η οποία σήμερα απαγορεύεται. Με ρωτήσατε, κύριε Τσακαλώτε, την εκτίμησή μου, εάν πράγματι πιστεύω -και διέκρινα μία λεπτή ειρωνεία στον τρόπο που αναφερθήκατε- εάν πράγματι πιστεύω ότι με την ίδρυση μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων θα προσελκύσουμε ξένους φοιτητές. Η απάντηση είναι πάρα πολύ σαφής. Εγώ δεν είμαι μηδενιστής. Πιστεύω στη χώρα μου. Πιστεύω ότι θα έλθουν φοιτητές, όπως συνέβη, κύριε Τσακαλώτε, και σε χώρες, οι οποίες δεν είχαν αυτές τις τεράστιες αδράνειες και δεν είχαν επίσης αυτού του τύπου τις εμμονικές αντιλήψεις σε σχέση με την ανώτατη εκπαίδευση. Διότι αυτή η μεταρρύθμιση, η οποία έρχεται τώρα, είναι από μακρού χρόνου υπερήμερη. Κύριε Τσακαλώτε, και αν θέλετε να δείτε τα παραδείγματα της γειτονιάς, δείτε αν η Κύπρος έχει καταστεί την τελευταία δεκαετία ένα hub ανώτατης εκπαίδευσης. Άρα το παραδείγματα είναι απτά.
Δεν χρειάζεται να κάνουμε εικασίες. Είπατε, κύριε Μάντζο, για τις συνέργειες. Έχετε απόλυτο δίκιο. Το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο έχει άριστες συνέργειες με τα περισσότερα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Με κάθε όμως σεβασμό, θα μου επιτρέψετε να πω ότι η τοποθέτησή σας ότι θα έλθουν αμφιβόλου στάθμης και χαμηλών προϋποθέσεων εκπαιδευτικά ιδρύματα δεν ισχύει και δεν ισχύει, διότι είναι, επαναλαμβάνω, τέτοιες οι ασφαλιστικές δικλείδες που εισάγονται έτσι ώστε μόνον αυστηροποίηση του πεδίου της ανώτατης εκπαίδευσης θα υπάρχει στην Ελλάδα. Διότι όταν τίθενται οι προϋποθέσεις οι οποίες τίθενται, οι οποίες επαναλαμβάνω διότι αυτό το σώμα πρέπει να το έχει εις γνώση του, είναι σωρευτικές, αφορούν και τις προϋποθέσεις του ξένου πανεπιστημίου, του μητρικού πανεπιστημίου και της οικείας νομοθεσίας, όσο και οι δικλείδες ασφαλείας που θέτουμε εμείς. Κύριε Μάντζο, επαναλαμβάνω, δέχομαι την οποιαδήποτε κριτική. Θα ήθελα όμως να μου πείτε εάν διαφωνείτε. Καταλαβαίνω ότι έχετε μια αντίρρηση αρχής, την οποία θέλω να σας εξομολογηθώ, ότι δεν την έχω καταλάβει, Αλλά όμως θέλω να μου πείτε, ανεξάρτητα από το ζήτημα αρχής, εάν διαφωνείτε με μία προϋπόθεση, ποιοτική προϋπόθεση, η οποία τίθεται με το νομοσχέδιο και αν θεωρείτε ότι πρέπει να προστεθεί μία ακόμα, πιστεύω η απάντηση θα είναι αρνητική και στα δύο. Δεν υπάρχει κάτι να πείτε, διότι θα μου επιτρέψετε να πω αγαπητέ κύριε Μάντζιο και εκτιμώ πάντοτε το νηφάλιο λόγο σας, ότι αυτή τη στιγμή, προκειμένου να υποστηρίξουμε μία θέση, η οποία βαίνει αντίθετα στην καθολική διεθνή πραγματικότητα, δυστυχώς εφευρίσκουμε λόγους για να μπορέσουμε να αντιπαρατεθούμε.
Όμως εδώ δεν είναι το ζήτημα της πολιτικής αντιπαράθεσης, είναι το ζήτημα της παρούσας και των επόμενων γενεών. Η Ελλάδα, κ. Μάντζο, ήταν πάντοτε παραγωγός παιδείας και πολιτισμού. Ήταν πάντοτε εξωστρεφής και έτσι θα παραμείνει. Ευχαριστώ .