Γράφει η Καλομοίρα Κωτσαλά*
Τα τελευταία 24ωρα βρίσκεται στο επίκεντρο του ειδησεογραφικού ενδιαφέροντος η δημοσίευση της ομόφωνης απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε ότι η παραγραφή των φορολογικών αξιώσεων είναι πενταετής και οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής είναι αντισυνταγματικές.
Ωστόσο η ανάγκη της δημοσιογραφικής γλώσσας να μεταφράζει απλουστευμένα τους δύσκολα κατανοήσιμους νομικούς και τεχνικούς όρους, οδηγεί σε κάποιες περιπτώσεις και σε ερμηνείες που δημιουργούν λανθασμένα συμπεράσματα και λανθασμένες προσδοκίες.
Φιλοδοξία λοιπόν αυτού του άρθρου είναι με ένα όσο το δυνατόν πιο λιτό, απλό και σαφή τρόπο να συμβάλλει στην κατανόηση της εν λόγω απόφασης ώστε να έχει η κοινή γνώμη και κάθε ενδιαφερόμενος την αίσθηση της πραγματικής διάστασης των αλλαγών που επιφέρει.
Ας τις δούμε αναλυτικά:
Πρώτα απ’ όλα, για τα νομικά πρόσωπα ( π.χ ΑΕ) κάθε έλεγχος που γίνεται ή θα γίνει σήμερα, δεν μπορεί να αφορά χρήσεις ετών που έχουν κλείσει πενταετία. Θα πρέπει να συντρέχουν μόνον εξαιρετικοί λόγοι (π.χ εικονικό τιμολόγιο) για να επεκταθεί ο έλεγχος σε χρήσεις πριν από την πενταετία.
Τώρα σε ό,τι αφορά τα φυσικά πρόσωπα, υπάρχουν τρεις κατηγορίες φορολογουμένων.
1. Αυτοί που έχουν λάβει τα λεγόμενα «φύλλα ελέγχου» με ημερομηνίες έκδοσης 2013, 2014,2015, 2016. Δηλαδή, όσων έχουν προσδιοριστεί συγκεκριμένα ποσά που οφείλουν να καταβάλλουν για χρήσεις συγκεκριμένων οικονομικών ετών. Με βάση τη συγκεκριμένη απόφαση οι χρήσεις 2002, 2003,2004, 2005,2006 αντιστοίχως της ημερομηνίας εκδόσεως του φύλλου και εφόσον οι λογαριασμοί με βάση τους οποίους έχει τεκμηριωθεί η παράβαση θεωρούνται «νέος στοιχείο», δεν έχουν παραγραφεί. Αντίθετα, εάν οι λογαριασμοί με βάση τους οποίους έχει τεκμηριωθεί η παράβαση θεωρούνται «παλαιό στοιχείο» τότε σήμερα (2017) παραγράφονται όλες οι υποθέσεις που αφορούν σε χρήσεις προηγούμενες και 2010 δηλαδή το οικονομικό έτος 2011 και τα προηγούμενα παραγράφονται αντιστοίχως.
2. Αυτοί που βρίσκονται «υπό εντολή ελέγχου» αλλά δεν τους έχουν καταλογιστεί ακόμη ποσά με «φύλλα ελέγχου». Γι αυτή την κατηγορία φορολογουμένων με βάση την εν λόγω απόφαση και ανεξάρτητα από το εάν οι λογαριασμοί θεωρηθούν «νέο» ή «παλιό» στοιχείο, παραγράφονται τυχόν παραβάσεις που αφορούν σε χρήσεις 2005 και νωρίτερα δηλαδή σε οικονομικό έτος 2006 και νωρίτερα.
3. Αυτοί που δεν έχουν δεχθεί κανέναν έλεγχο. Πρακτικά αφορά κάθε φορολογούμενο, ο οποίος δεν έχει ακόμα ελεγχθεί. Σε αυτή την περίπτωση μεταπίπτει στη δεύτερη κατηγορία οπότε θα ελεχθεί για χρήσεις οικονομικών ετών 2006 και μετά και αναλόγως πάλι από το αν θα θεωρηθεί «παλιό» ή «νέο» στοιχείο. Αν ο έλεγχος δεν οφείλεται άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών ή σε στοιχεία που οδηγούν σε χαρακτηρισμό των δηλώσεων ως ανακριβών ο έλεγχος που τυχόν θα διενεργηθεί θα αφορά στις χρήσεις 2011, δηλαδή οικονομικό έτος 2012 και εφεξής.
Εδώ είναι σημαντικό να τονιστεί πως όλα τα παραπάνω ισχύουν για τραπεζικούς λογαριασμούς μόνον σε ελληνικές τράπεζες, από την κίνηση των οποίων μπορεί να τεκμηριωθεί φορολογική παράβαση. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος για τις γνωστές «λίστες» που αφορούν κατά κύριο λόγο τραπεζικούς λογαριασμούς του εξωτερικού, δεν επηρεάζεται από τη συγκεκριμένη απόφαση.
Επίσης, πρέπει να σημειωθεί πως για την εφαρμογή της απόφασης αυτής απαιτείται έκδοση υπουργικής απόφασης, έτσι ώστε η διοίκηση να συμμορφώνεται με τη νομολογία του ΣτΕ.
Τέλος, είναι σημαντικό για την απλούστευση που έχει ανάγκη το φορολογικό μας δίκαιο το γεγονός πως από δω και στο εξής δεν θα υπάρχει πλέον η παράταση ως πρακτική της διοίκησης και θα ισχύουν μόνον όσα ορίζει ο νόμος για τα 5, 10 και 15 έτη παραγραφής των φορολογικών αδικημάτων.
Από τα παραπάνω είναι προφανές πως αναδεικνύεται πλέον σε μείζον ζήτημα για την τελική έκβαση όλων αυτών των φορολογικών υποθέσεων αλλά και για το φορολογικό μας δίκαιο συνολικά, το πότε ένα στοιχείο θεωρείται «νέο» και πότε «παλιό».
Αλλά επ’ αυτού θα κρίνει πλέον το ΣτΕ σε επόμενη δίκη, το φθινόπωρο. Και τότε πλέον θα μπορούμε να έχουμε μια πληρέστερη εικόνα για την προσπάθεια που κάνει η ελληνική δικαιοσύνη αυτή την ώρα για να συνθέσει δύο ουσιαστικές ανάγκες: την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής αλλά και την προστασία ύψιστων ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών που απειλούνται από αυθαιρεσίες της εκτελεστικής εξουσίας. Διότι όσο η διαφορά μεταξύ «παλιού» και «νέου» στοιχείου είναι θέμα υποκειμενικής εκτίμησης της διοίκησης, τότε κάθε φορολογούμενος πολίτης είναι όμηρος των διαθέσεών της.
*Η Καλομοίρα Κωτσαλά είναι δικηγόρος, με αποκλειστικό αντικείμενο το φορολογικό δίκαιο.