Εννέα ιατρικά επεισόδια αναφέρονται σύμφωνα με πληροφορίες, στο διαβιβαστικό της Αστυνομίας για τη σύλληψη της Ρούλας Πισπιρίγκου. Σε δύο από αυτά μάλιστα ενεργοποιήθηκε ο βηματοδότης. Τα επεισόδια σημειώθηκαν σε νοσοκομείο της Πάτρας και στο Παίδων, ενώ δεν εμφάνισε επεισόδιο στο Ωνάσειο, όπου έγινε και ο γονιδιακός έλεγχος, αλλά ούτε και στις ΜΕΘ.
Είναι χαρακτηριστικό πως όλα τα επεισόδια έγιναν απουσία των γιατρών, ενώ η Ρούλα Πισπιρίγκου ζητούσε πάντα μονόκλινο και ρωτούσε για την ύπαρξη καμερών. Μεγάλη αίσθηση προκάλεσε στους γιατρούς, η «πρόβλεψη» της Ρούλας Πισπιρίγκου μία ημέρα πριν από το θάνατο του παιδιού της, όταν απευθυνόμενη στους γιατρούς, είπε: «Αυτά τα επεισόδια που είδατε, δεν είναι τίποτα. Το μεγάλο επεισόδιο δεν το έχει κάνει ακόμη!».
Όπως χαρακτηριστικά περιγράφεται στο διαβιβαστικό της αστυνομίας, σε κανένα από τα επεισόδια δεν ήταν παρόντες οι γιατροί. «Στις 21 Ιανουαρίου του 2022 εισήχθη σε ΜΕΘ στο Νοσοκομείο Πατρών, παρέμεινε για 12 ώρες και επέστρεψε σε Παιδιατρική Κλινική. Έπειτα από 24 ώρες εμφανίστηκαν άλλα τέσσερα επεισόδια μικρής διάρκειας, τα συμπτώματα των οποίων υποχώρησαν και μεταφέρθηκε εκ νέου στη ΜΕΘ, έμεινε για 36 ώρες, επέστρεψε πίσω στην Κλινική και έπειτα από 24 ώρες εμφάνισε νέο επεισόδιο. Με άπνοια, αποκορεσμό, κυάνωση και βραδυκαρδία. Το κορίτσι εισήχθη εκ νέου στη ΜΕΘ και έμεινε εκεί για 24 ώρες χωρίς να έχει συμπτώματα. Τότε αποφασίζεται η διακομιδή του παιδιού στο Παίδων Αγλαία Κυριακού».
Τα κρίσιμα 24ωρα
Το πρώτο 24ωρο το παιδί δεν παρουσίασε κανένα επεισόδιο, ενώ το δεύτερο 24ωρο το παιδί παρουσιάζει και πάλι επεισόδιο συνολικής διάρκειας 3,5 λεπτών, το οποίο αντιμετωπίστηκε. Τις επόμενες ημέρες, από 28 Ιανουαρίου ως 29 Ιανουαρίου, εμφανίζει μικρής διάρκειας τέτοια επεισόδια, ενώ στις 29 του μήνα παρουσίασε επεισόδια άπνοιας και εισήχθη και πάλι στην Εντατική, διασωληνώθηκε και στις 15:50 το παιδί κατέληξε.
«Από την Υπηρεσία μας εξετάστηκε το σύνολο του νοσηλευτικού και ιατρικού προσωπικού, τόσο στο Ωνάσειο όσο και στο Παίδων Αγλαϊα Κυριακού. Κατά τη νοσηλεία στο Ωνάσειο δεν κατεγράφη κανένα επεισόδιο επικίνδυνης ταχυκαρδίας και διαπιστώθηκε η κανονική λειτουργία του απινιδωτή που είχε τοποθετηθεί στο παιδί. Επίσης, έγιναν εξετάσεις για τα γονίδια, εξειδικευμένος γενετικός έλεγχος και εξετάστηκαν όλα τα σύνδρομα που προκαλούν αιφνίδιο θάνατο με αρνητικό αποτέλεσμα σε όλα» φέρεται να αναφέρεται στο διαβιβαστικό.
Μόλις το παιδί μεταφέρθηκε και πάλι στο Παίδων, η Ρούλα Πισπιρίγγου σύμφωνα με τις καταθέσεις των μαρτύρων, η οποία συνόδευε το παιδί, ζήτησε από την εφημερεύουσα γιατρό να μείνει σε μονόκλινο δωμάτιο με την κόρη της. Σημειώνεται, ότι το πρώτο βράδυ της νοσηλείας στο δωμάτιο του παιδιού ήταν και ο πατέρας, ενώ όλες τις άλλες ημέρες, από τις 27 Ιανουαρίου και έπειτα, μόνον η μητέρα της. Σύμφωνα με τις μαρτυρικές καταθέσεις του νοσηλευτικού προσωπικού, η Ρούλα Πισπιρίγκου ρωτούσε αν υπάρχουν κάμερες στο νοσοκομείο, δηλώνοντας αγχωμένη επειδή αφήνει τα πράγματα της στο δωμάτιο και φοβόταν για κλοπές.
«Κάποια από τα φάρμακα που εχορηγούντο στο παιδί ήταν ενδοφλέβια και κάποια από τη γαστροστομία που έφερε για τη σίτισή του. Η Ρούλα Πισπιρίγκου δήλωσε ότι γνώριζε να χορηγεί τα φάρμακα από τη γαστροστομία και γι’ αυτό αποφασίστηκε να τα δίνει η ίδια στο παιδί. Μέσα στο νοσοκομείο το παιδί παρουσίασε νέα επεισόδια και εξαιτίας αυτών δόθηκε εντολή στο νοσηλευτικό προσωπικό να σταματήσει την χορήγηση των φαρμάκων η Ρούλα Πισπιρίγκου, αλλά να το κάνει αποκλειστικά η νοσοκόμα».
Η επίμαχη ημέρα
Στις 29 Ιανουαρίου 2022, λίγο πριν από τις 14:30 μία απο τις νοσηλεύτριες αντιλαμβάνεται την Ρούλα Πισπιρίγκου να πλησιάζει περπατώντας προς το γραφείο νοσηλείας σαν να έψαχνε κάποιον νοσηλευτή. «Ο τρόπος που περπατούσε και το γεγονός ότι δεν καλούσε σε βοήθεια, έδωσαν στη νοσηλεύτρια την εντύπωση ότι θα ζητούσε κάποιο σεντόνι ή κάτι άλλο. Πλησιάζοντας τη νοσηλεύτρια, της είπε κάτι χαμηλόφωνα που εκείνη δεν το άκουσε και δεν το κατάλαβε. Όταν η νοσηλεύτρια κατάλαβε ότι το παιδί έκανε πάλι επεισόδιο, ενημέρωσε την γιατρό που εφημέρευε και σε δευτερόλεπτα βρέθηκαν στο θάλαμο του παιδιού» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Κατά την είσοδο των γιατρών στο θάλαμο διαπιστώθηκε ότι το παιδί είχε κυάνωση, ήταν απνοϊκό και τόσο η γιατρός όσο και η νοσηλεύτρια παρατήρησαν ότι από το οξύμετρο που ήταν συνδεδεμένο με το παιδί δεν ακουγόταν ο χαρακτηριστικός ήχος που κάνει, όταν πέσουν οι σφιγμοί. Το παιδί διασωληνώθηκε και πάλι και λίγο αργότερα, στις 15.50 κατέληξε.
Η τοξικολογική έκθεση
Από την τοξικολογική προκύπτει ότι ο θάνατος επήλθε συνέπεια θανατηφόρου δηλητηρίασης από φαρμακευτική ουσία. «Στο μεταθανάτιο αίμα της διαπιστώθηκε κεταμίνη σε πολύ υψηλή συγκέντρωση 6,5 ml ανά ml. Ο χρόνος που χρειάστηκε για να δράσει η κεταμίνη είναι από 5 ως 20 λεπτά» εξηγείται στο έγγραφο.
Σύμφωνα με την έρευνα, το επεισόδιο εξελίχθηκε ραγδαία και κανένας από τους γιατρούς και τους νοσηλευτές δεν χορήγησε στο παιδί κεταμίνη. «Η μητέρα ήταν συνεχώς παρούσα και κοντά στο παιδί, ήταν εκείνη που ζήτησε μονόκλινο δωμάτιο, τεχνηέντως ρώτησε για τις κάμερες και δήλωσε ότι γνωρίζει να χορηγεί τα φάρμακα μέσω γαστροστομίας» αναφέρεται στο διαβιβαστικό και συμπληρώνεται: «Στις 28 Ιανουαρίου μία ημέρα πριν το παιδί πεθάνει, η μάνα είπε στους γιατρούς πως αυτά τα επεισόδια που είδατε, δεν είναι τίποτα. Το μεγάλο επεισόδιο δεν το έχει κάνει ακόμα». Στην πραγματικότητα, «πρόεβλεψε» το μεγάλο επεισόδιο του παιδιού που τελικά συνέβη και οδήγησε στον θάνατό του.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι τα λεγόμενα της έκαναν αίσθηση στους γιατρούς γιατί από τα δεδομένα που είχαν, τίποτε δεν προμήνυε ένα μεγάλο επεισόδιο. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο Παίδων τα επεισόδια ξεκίνησαν μετά την αποχώρηση του πατέρα, ενώ όταν εκδηλώθηκε το τελευταίο επεισόδιο, εκείνη ήταν ψύχραιμη κατά τη διάρκεια των απεγνωσμένων προσπαθειών των γιατρών να σώσουν το παιδί.