Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Ας ξεκινήσουμε με ένα δεδομένο: από τη στιγμή που οι υπουργοί Εξωτερικών των Ελλάδας και πΓΔΜ θα υπογράψουν στις Πρέσπες τη συμφωνία που συνήφθη σε επίπεδο πρωθυπουργών, τότε η εν λόγω συμφωνία θα ξεκινήσει να παράγει δίκαιο.
Σε πλήρη ισχύ, πράγματι, δεν θα είναι, μέχρι η σκοπιανή πλευρά να εκπληρώσει όλο το φάσμα των υποχρεώσεών της και μέχρι να περάσει και από την ελληνική Βουλή, αλλά η υπογραφή της θα είναι ένα σημείο μη επιστροφής. Θα λειτουργήσει ως τετελεσμένο και από εκεί και πέρα παράγονται αποτελέσματα που υπερβαίνουν τον χρονικό ορίζοντα που προβλέπεται, ώστε η πΓΔΜ να κάνει τις απαραίτητες αλλαγές στο Σύνταγμά της.
Δεν ξέρω, αν έχει αξία να αναλυθεί από μια ακόμα οπτική η συμφωνία. Τα κείμενα είναι από χθες γνωστά, ο καθένας έχει την προσωπική του άποψη. Αυτή η συμφωνία έχει και θετικά αποτελέσματα, όπως η δυτική προοπτική για τη γειτονική μας χώρα, η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, αλλά και αποτροπή της επιθετικότερης διείσδυσης της Τουρκίας και συνακόλουθα της Ρωσίας στα Βαλκάνια. Αλλά, από την άλλη, η παραχώρηση της γλώσσας και της εθνότητας που σε πέντε χρόνια θα αναφέρονται ως σκέτο macedonian, αν μη τι άλλο δημιουργεί μια εξαιρετικά σημαντική ετεροβαρία.
Η κυβέρνηση είναι σε μια κρίσιμη φάση. Νομίζει ότι κάνει το πιο αποφασιστικό βήμα, ήτοι να καταφέρει, με το πουσάρισμα και του διεθνούς παράγοντα, να πείσει τους Σκοπιανούς να μας δώσουν το erga omnes και τις αλλαγές στο Σύνταγμα. Στο εσωτερικό, όμως, παράγεται ένα πολιτικό αποτέλεσμα που ίσως δεν το έχει συλλάβει στην πλήρη του διάσταση η κυβέρνηση. Το Σκοπιανό ενεργοποιεί το πατριωτικό αίσθημα και το αίσθημα της εθνικής αξιοπρέπειας πολλών πολιτών. Αυτοί οι πολίτες δεν είναι ούτε Χρυσαυγίτες, ούτε έφεδροι των Ενόπλων Δυνάμεων υποχρεωτικά. Είναι από όλο το ηλιακοί, εισοδηματικό και μορφωτικό φάσμα, είναι ο οδηγός ταξί και η νοικοκυρά, είναι ο καθηγητής πανεπιστημίου και το στέλεχος επιχειρήσεων. Πρόκειται, συνεπώς, για μια ομάδα πολιτών ευρύτατη, με οριζόντια χαρακτηριστικά, διαταξική και διακομματική.
Μπορεί, φαινομενικά, τα δύσκολα να τα έχουν μπροστά τους οι Σκοπιανοί, αλλά και αυτό που θα έχει να διαχειριστεί η κυβέρνηση στο εσωτερικό δεν είναι καθόλου απλό. Η πρόταση μομφής που θα κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι μικρότερο πρόβλημα για την κυβέρνηση, καίτοι θα αναδείξει την τρομακτική παραδοξότητα ο κυβερνητικός εταίρος να δηλώνει, με αφορμή τη συμφωνία για το Σκοπιανό, την εμπιστοσύνη του στην κυβέρνηση, την ώρα που διαφωνεί με τη συμφωνία και ελπίζει απλά ότι θα σκαλώσει στις μυλόπετρες του σκοπιανού εθνικισμού. Το πρόβλημα που θα έχει άμεσα ο κ. Τσίπρας είναι το εξής: πολλοί πολίτες που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ και όχι μόνο στη Βόρειο Ελλάδα, θα διαφωνήσουν με την προτεινόμενη λύση. Πολλοί πολίτες, δε, που θα συμφωνήσουν με τη λύση, κυρίως από την πολιτική κοίτη της Κεντροαριστεράς, δεν θα τον ψηφίσουν!
Με άλλα λόγια, μπορεί ο πρωθυπουργός να υπεραμύνθηκε και με σχετική άνεση μιας συμφωνίας, την οποία έχει δουλέψει ο ίδιος προσωπικά και φάνηκε από τον τρόπο που επιχειρηματολόγησε γι’ αυτή, αλλά η συμφωνία παράγει εσωτερικό πολιτικό αποτέλεσμα. Παρά την παροιμιώδη άνεση και την επικοινωνιακή του ικανότητα, καλό θα είναι να μην κάνει το, συνήθως μοιραίο σε αυτές τις περιπτώσεις, πολιτικό λάθος να υποτιμήσει την ενεργοποίηση του εθνικού συναισθήματος. Γιατί, ο λογαριασμός θα έρθει στις κάλπες, για τις οποίες defacto έχει ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση.