Σε ένα χαοτικό λαβύρινθο, όπου κάθε νέα κίνηση της Λευκωσίας θολώνει όλο και περισσότερο το τοπίο, απειλώντας να επιβαρύνει με επιπλέον κόστη τους Κύπριους και Έλληνες καταναλωτές, εξελίσσεται η υπόθεση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Great Sea Interconnector.
Τελευταίο επεισόδιο στο σίριαλ, η απόφαση της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη που φέρεται να υπαναχωρεί από παλαιότερη δέσμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας να καταβάλει για το έργο ως επιδότηση 100 εκατ. ευρώ, με κίνδυνο τη διαφορά να κληθούν να πληρώσουν οι καταναλωτές των δύο χωρών.
Ενώ η προηγούμενη κυβέρνηση Αναστασιάδη, είχε αποφασίσει να δώσει επιδότηση 100 εκατ. στο έργο, ακολουθώντας τη συμφωνία με τον Euroasia Interconnector, τον προηγούμενο φορέα υλοποίησης, η παρούσα φαίνεται να έχει άλλη πρόθεση. Και λέγεται ότι επιθυμεί να αξιοποιήσει το παραπάνω ποσό για να αποκτήσει συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου, εφόσον φυσικά πρώτα, αξιολογηθεί από διεθνή οίκο, η μελέτη κόστους οφέλους που παρουσίασε πρόσφατα ο ΑΔΜΗΕ, όπως έχει δηλώσει ότι θα κάνει η Λευκωσία.
Σε μια υπόθεση που όσο περνά ο καιρός δυσκολεύεται κανείς ολοένα και περισσότερο να παρακολουθήσει, η Λευκωσία φέρεται να βρίσκεται σε συζητήσεις με τη Κομισιόν για να αξιοποιήσει δάνειο 100 εκατ. ευρώ που θα πάρει από το Ταμείο Ανάκαμψης ως συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector. Το ποσό αυτό ωστόσο αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι των κατασκευαστικών εργασιών και των επιδοτήσεων που είχε εξασφαλίσει το έργο, και οι οποίες μαζί με τους ευρωπαϊκούς πόρους των 657 εκατ ευρώ, έφταναν τα 750 εκατ ευρώ. Έχοντας αυτά τα δεδομένα ανέλαβε ο ΑΔΜΗΕ το έργο από τον Euroasia Interconnector, με αυτά ως βάση, συζητά τόσο καιρό με τις τράπεζες για τη χρηματοδότηση του έργου συνολικού προυπολογισμού 1,94 δισ ευρώ.
Τρύπα 100 εκατ. στο CBCA
Αν αυτά πάψουν να καλύπτονται, ασφαλώς και θα επηρεάσουν τις χρηματοροές του έργου. Εφόσον αφαιρεθουν από την εξίσωση τα 100 εκατ ευρώ δημιουργείται μια σοβαρή «τρύπα» στο συνολικό ποσό των επιχορηγήσεων, την οποία κάποιοι θα πρέπει να καλύψουν. Το ποσό που αφορά τη κοινωνικοποίηση μέρους του κόστους του project θα πρέπει να αυξηθεί.
Στην ουσία, η νέα αυτή κίνηση της κυπριακής πλευράς απειλεί να περιπλέξει έτι περαιτέρω τα πράγματα, καθώς αν το ποσό των επιδοτήσεων μείνει στα 657 εκατ. ευρώ που έχει εγκρίνει η Κομισιόν μέσω του Connecting Facility Europe (CEF), τότε οι ρυθμιστές θα πρέπει να αναθεωρήσουν την ίδια τη συμφωνία διασυνοριακής κατανομής κόστους του project (Cross Border Cost Allocation-CBCA) του Οκτωβρίου 2017. Είναι η αρχική συμφωνία για τον επιμερισμό του κόστους, βάσει της οποίας το 63% θα επιβαρύνει τους Κύπριους καταναλωτές και το υπόλοιπο 37% τους Ελληνες.
Σε νέα του επιστολή προς τη κυπριακή κυβέρνηση, ο διευθύνων σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μ.Μανουσάκης αναφέρει ότι αν τελικά η στήριξη του έργου περιοριστεί στα 657 εκατ. ευρώ, τότε το κενό θα πρέπει να καλυφθεί με ρυθμιστικές αποφάσεις που θα επιβαρύνουν αναλογικά τους καταναλωτές της Ελλάδας και της Κύπρου. Εκείνοι θα κληθούν να πληρώσουν το υπόλοιπο CAPEX του έργου.
Τα κόστη τυχόν νέου επιμερισμού για τους Κύπριους καταναλωτές
Σε ένα τέτοιο σενάριο, όπου θα χρειαστεί να αναθεωρηθεί το CBCA, τότε, όπως εξηγούν άνθρωποι με γνώση του έργου, η κατανομή του κόστους μπορεί να φτάσει σε εξαιρετικά επιβαρυντικά επίπεδα για τους Κυπρίους καταναλωτές. Και το 63% – 37% να γίνει ακόμη και 80% η κυπριακή πλευρά και 20% η ελληνική.
Και αυτό, καθώς ο επιμερισμός 63% (Κύπριοι), 37% (Ελληνες), που προέβλεπε το αρχικό CBCA του 2017, στηρίζονταν στο σκεπτικό ότι δεν υπήρχε τότε ο «Αριάδνη Interconnector», δηλαδή το τμήμα Αττική-Κρήτη.
Έως και το 2017, ο Euroasia Interconnector έφτανε μέχρι και την Αττική. Το τμήμα προς τη Κρήτη αποφασίστηκε να γίνει ξεχωριστό στα τέλη του 2019. Το αρχικό όμως σχέδιο για τη διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου προέβλεπε ότι τα δίκτυα των δύο χωρών θα ενώνονταν στην Αττική, όχι στη Δαμάστα Ηρακλείου, όπως σήμερα. Κατ’ αυτό το τρόπο δικαιολογήθηκε τότε και η επιβάρυνση 37% για τους Ελληνες καταναλωτές, ακριβώς επειδή το Κρήτη – Αττική αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα του όλου έργου. Εδώ και όμως πέντε χρόνια, η παραπάνω διασύνδεση έχει αποκοπεί από τον αρχικό κορμό και πλέον βρίσκεται σε φάση ολοκλήρωσης.
Τούτων δοθέντων, όπως εξηγούν οι ίδιες πηγές, εφόσον ξαναγίνει από την αρχή ο επιμερισμός του κόστους, η κυπριακή πλευρά κινδυνεύει να επιβαρυνθεί υπέρμετρα, ενώ η ελληνική πλευρά ίσως επωμιστεί ποσοστό ακόμη και κάτω του 20%.
Εξάλλου, είναι η Κύπρος αυτή που χρειάζεται επειγόντως τη διασύνδεση για να βγει από την ενεργειακή της απομόνωση και να βρίσκει διέξοδο προς την ενιαία ευρωπαική αγορά η τοπική παραγωγή έργων ΑΠΕ. Εκείνη είναι επίσης που πληρώνει κάθε χρόνο 275 εκατ. ευρώ για την αγορά δικαιωμάτων ρύπων, όσο ζητά σταθερά τη τελευταία διετία η ΑΗΚ.
Είναι προφανές με βάση τα παραπάνω ότι κάποιοι δεν θέλουν το έργο, ότι αυτό μπαίνει ολοένα και περισσότερο σε πιο θολά νερά, ωστόσο το ερώτημα είναι ποιος θα αναλάβει την ευθύνη αν τελικά επιμείνουν οι δισταγμοί των Κύπριων και η στάση της Λευκωσίας έχει ως αποτέλεσμα να επιβαρυνθούν οι καταναλωτές με επιπλέον 100 εκατ ευρώ.
Σημειωτέον ότι υπάρχουν φωνές στη Κύπρο που χαρακτηρίζουν ανήκουστο να πρέπει να πληρώσουν οι καταναλωτές ένα έργο κατά το στάδιο της κατασκευής του, χωρίς δηλαδή ακόμη να έχει κατασκευαστεί, πρακτική ωστόσο που ακολουθείται σε όλες τις διεθνείς διασυνδέσεις και δίχως την οποία θα είχαν γίνει ελάχιστες.
Πηγή energypress.gr