Γράφει η Γεωργία Δρακάκη
Η απάντηση του μέσου «χρυσαυγίτη» έναντι κατηγοριών τύπου «Το κόμμα σου πρεσβεύει το ναζισμό» είναι η εξής: «Δεν είμαι ναζί, επειδή αγαπώ την πατρίδα και τους προγόνους μου.».
Αλήθεια πρώτη: η ιδεολογία του Ναζιστικού Κόμματος Γερμανίας στις αρχές του 20ου αιώνα, είχε σε πολλά σημεία της επηρεαστεί από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, έναν πολιτισμό κατά βάση προγονολατρικό και με έμφαση στο στοιχείο της φυλής και του γένους. Συνεπώς, ο Έλλην ψηφοφόρος της Χρυσής Αυγής αποδίδει τυχόν ομοιότητες με το ναζισμό στις ομοιότητες του ναζισμού με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα.
Αλήθεια δεύτερη: Ο Πλάτωνας είναι ο αγαπημένος φιλόσοφος κάθε ακροδεξιού, τουλάχιστον σχετικά διαβασμένου, καθώς η φιλοσοφία του διακατέχεται από μια ρομαντική αγάπη για την φυλετική μορφή κοινωνικής ζωής. Εκφράζει ανοιχτά μίσος για κάθε κοινωνική αλλαγή («αρχή πρόκλησης δεινών»), μαζί, φυσικά, και για τη λαοπλάνα και κάλπικη Δημοκρατία. Στη διάσημη «Πολιτεία» του, έκανε λόγο για έναν τρόπο κοινωνικής οργάνωσης κρατικά ελεγχόμενο, ικανό να διεισδύσει ακόμα και στα άδυτα του σταδίου αναπαραγωγής του γένους.
Πέρα από τη φιλοσοφία, άξιο λόγου είναι και το ιστορικό γεγονός της αρχαίας Σπάρτης, που παράδοξα συμπύκνωσε δύο μορφών ολοκληρωτισμούς, επαληθευόμενους ιστορικά μετά από αιώνες : Το φασισμό, μέσω της ξενηλασίας (απαγόρευσης ξένων στην πόλη) και τον σταλινισμό, μέσω της ειδικής άδειας αποδημίας που έπρεπε να χορηγηθεί σε κάθε πολίτη για να καταφέρει να βγει εκτός της πόλεως. Για να μην αναφερθούμε στον μιλιταριστικό τρόπο διαπαιδαγώγησης.
Αλήθεια τρίτη: Η αρχαία Ελλάδα, που υμνούν οι «χρυσαυγίτες», ποτέ δεν βρέθηκε εν συνόλω υπό ολοκληρωτικό καθεστώς. Ο πόλεις – κράτη της είχαν διαφορετικές μορφές πολιτευμάτων και, ακόμα και οι περίοδοι τυραννίας που βίωσαν ορισμένες, είναι πολιτικά αμελητέες απέναντι στις σύγχρονες τυραννίες, που, συν τοις άλλοις, διατηρούν δημοκρατικά ψευδώνυμα. Η Χρυσή Αυγή, όμως, φέρεται ως ένα πολιτικό κόμμα που αξιώνει να κυβερνήσει την Ελλάδα. Μπορεί να αντλεί τις ιδέες της από αρχαιοελληνικές πρακτικές, είναι βέβαιο, όμως, ότι αντλεί τις πρακτικές της από ναζιστικές ιδέες. Ρατσισμός, «φυλετική υγιεινή»(βλέπε επιλεκτική αιμοδοσία), συγγένεια με τον φασισμό, λεκτική και όχι μόνο αντίθεση με τον κομμουνισμό και τον καποταλισμό, πολιτική υπεράσπισης «αίματος και χώματος».
Η Χρυσή Αυγή παρουσιάζει τρομακτικές ομοιότητες με το πολιτικό περίβλημα της Γερμανίας πριν και κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Χίτλερ επιτέθηκε στη δημοκρατία της χώρας του, κατηγορώντας τους αριστερούς για πράξη προδοσίας εναντίον της Γερμανίας όταν αυτοί υπέγραψαν τη Συνθήκη των Βερσαλλιών και τους δεξιούς για δειλία καθώς δέχτηκαν τον αφοπλισμό της χώρας ως όρο των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ταυτόχρονα, η ιδεολογία του ναζισμού αναπτύχθηκε ως το πλέον αποτελεσματικό ανάχωμα της εργατικής τάξης προς τον κομμουνισμό.
Έτσι ενώ αρχικά η πολιτική στρατηγική του ναζισμού επικεντρώθηκε ενάντια στις μεγάλες επιχειρήσεις, στην αστική και καπιταλιστική ιδεολογία, κατά τη δεκαετία του ’30 υποβαθμίστηκε η κριτική , με σκοπό οι Ναζί να κερδίσουν την υποστήριξη των βιομηχάνων. Από τότε, το επίκεντρο της ιδεολογίας μετατοπίστηκε σε αντισημιτική και αντιμαρξιστική επίθεση, προωθώντας τη πολιτική βία, τον μιλιταρισμό και τον πόλεμο. Οι Ναζί χρησιμοποίησαν την παραστρατιωτική τους οργάνωση Sturmabteilung, κάνοντας επιθέσεις στους αντιπάλους τους, ιδιαίτερα στους κομμουνιστές, στους Εβραίους και στους σοσιαλδημοκράτες. Επίσης, ανοιχτά προώθησαν τον επεκτατισμό στην Ανατολική Ευρώπη, προβάλλοντάς τον ως δημιουργία ζωτικού χώρου για Γερμανούς αποίκους που θα δημιουργούσαν ένα μεγαλύτερο Γερμανικό έθνος.
Μάλλον λοιπόν η Χρυσή Αυγή έχει βρει τη «χρυσή τομή». Ομιλεί δημοσίως και προσελκύει τους ψηφοφόρους της επικαλούμενη το αρχαιοελληνικό πνεύμα, στα σημεία εκείνα που μπορεί να μεταφράζει κατά το δοκούν. Αλλά μη τρελαθούμε κιόλας. Ο Πλάτωνας ούτε ήταν, ούτε θα μπορούσε να είναι Ναζί. Η «Χρυσή Αυγή» λοιπόν μπορεί να «κοπιάρει» αποσπάσματα από την «Πολιτεία», αλλά σε δεύτερο χρόνο και «καλυμμένα» η στρατηγική της είναι απόλυτα ευθυγραμμισμένη με ένα άλλο βιβλίο, το οποίο φέρει τον τίτλο : «Ο Αγών μου».