Νέες τιμές – στόχους για τις ελληνικές τράπεζες όρισε η JP Morgan, ενσωματώνοντας τα οικονομικά τους αποτελέσματα στο δεύτερο τρίμηνο και άλλες οικονομικές εξελίξεις, ενώ μεταφέρει αντίστοιχα τον ορίζοντα των τιμών από στον Δεκέμβριο του 2025 από τον Ιούνιο του ίδιου έτους.
Alpha Bank: Χαμηλώνει την τιμή – στόχο για την Alpha Bank στα 2,3 ευρώ από τα 2,4 ευρώ, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι η μετοχή της έχει υποαποδώσει των ομολόγων της, στο +3% από αρχές 2024 έναντι 21% του τραπεζικού δείκτη του Χ. Α. και του +17% του πανευρωπαϊκού διατραπεζικού SX7P. Για την JP Morgan αυτό οφείλεται σε ένα συνδυασμό λόγων, που περιλαμβάνουν χαμηλότερο προφίλ απόδοσης κεφαλαίων (ROTE), υψηλότερα NPEs και χαμηλότερο δείκτη κάλυψης προβλέψεων, κατά τη γνώμη της αμερικανικής τράπεζας.
Επιπλέον, οι αναλυτές της JP Morgan πιστεύουν πως η χαμηλότερη ευαισθησία της Alpha σε θέματα επιτοκίων, την ώρα που αλλάζει ο κύκλος νομισματικής πολιτικής, μπορεί να διαφοροποιήσει θεματικά τη μετοχή από των ομολόγων της, ενώ η ισχυρή πορεία του δείκτη CET1 του Ομίλου προσφέρει μια σταθερή και σχετικά υποτιμημένη δυναμική επιστροφής κεφαλαίων.
Επόμενος καταλύτης για τη μετοχή της Alpha Bank είναι η αναμενόμενη ολοκλήρωση της συναλλαγής Unicorn με την UniCredit προς το κλείσιμο του 2024, με την JP Morgan να τονίζει ότι παραμένει Overweight στην Alpha σε επίπεδο αναπτυσσόμενων αγορών (CEEMEA) αλλά στην Ελλάδα προτιμά την Eurobank και την Πειραιώς σε αυτό το σημείο του κύκλου.
Eurobank: Αναβαθμίζει την τιμή – στόχο της Eurobank στα 2,8 ευρώ από τα 2,4 ευρώ, εκτιμώντας ότι θα παραδώσει 13% κανονικοποιημένου ROTE το 2026 (κατά μέσο όσο στο 15% την περίοδο 2024-26) αλλά με τους αναλυτές της JP Morgan να σημειώνουν ότι η υπόθεσή τους δεν περιλαμβάνει ενδεχόμενες συνέργειες στην Κύπρο (Ελληνική Τράπεζα).
Όπως επισημαίνουν, ακόμη και με τέτοιες συντηρητικές υποθέσεις, η εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας εξακολουθεί να είναι υποτιμημένη από την αγορά και πιστεύουν ότι η επικείμενη ενοποίηση στο 3ο τρίμηνο συνιστά βασικό καταλύτης για τη μετοχή, καθώς θα δώσει μία σαφέστερη εικόνα της συνεισφοράς της και θα οδηγήσει σε νέες αναβαθμίσεις.
Επιπλέον, ο δείκτης CET1 της Eurobank παραμένει πολύ ισχυρός παρά την εξαγορά, σταθερά πάνω από το 17% το την περίοδο 2024- 26 προσφέροντας περιθώρια για μεγαλύτερα μερίσματα και ενδεχόμενες εξαγορές. Η JP Morgan σημειώνει ότι η Eurobank ήταν στις προτιμήσεις της στην Ελλάδα μαζί με την Πειραιώς, και οι μετοχές της έχουν σημειώσει άνοδο 30% εντός 2024 έναντι του +21% του διατραπεζικού δείκτη του Χ.Α., ενώ διαπραγματεύονται στο 6,1x των μελλοντικών της κερδών (P/E 2025) και στο 0,8x της τιμής προς λογιστική αξία (P/TBV).
Εθνική Τράπεζα: Αυξάνει την τιμή – στόχο για την Εθνική στα 9,70 ευρώ από τα 8,40 ευρώ, με γεγονός “κλειδί” για τη μετοχή την ολοκλήρωση της πώλησης του μεριδίου του ΤΧΣ (υπόλοιπο 18%) που θα μπορούσε να ακολουθήσει το δεύτερο εξάμηνο του 2024. Όπως σημειώνει η JP Morgan, η μετοχή της Εθνικής σημειώνει άνοδο 29% το 2024 έναντι του +21% του ΔΤΡ και του +17% του πανευρωπαϊκού SX7P, ενώ οι δείκτες της είναι στο 6,6x των μελλοντικών κερδών (P/E)ν και στο 0,9x της τιμής προς λογιστική αξία (P/TBV). Παραμένει επίσης Overweight σε επίπεδο αναπτυσσόμενων αγορών, αλλά προτιμά την Eurobank ή την Πειραιώς.
Τράπεζα Πειραιώς: Αυξάνει την τιμή – στόχο για την Πειραιώς στα 5,90 ευρώ από 5,35 ευρώ, με την JP Morgan να επισημαίνει ότι πραγματοποίησε μια αξιοσημείωτη θεμελιώδη αλλαγή πορείας, μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα κατά παραπάνω από €20 δισ. από το τέλος του 2020 και υλοποιώντας σημαντικές βελτιώσεις στο δίκτυο της, με τα ομαλοποιημένα καθαρά κέρδη να φτάνουν τα €1 δισ. το 2023 κάτι που αντιστοιχεί σε απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων ( ROTE) της τάξης του 17%.
Το σχέδιο της τράπεζας να διατηρήσει την κερδοφορία στα τρέχοντα επίπεδα είναι φιλόδοξο δεδομένης της τροχιάς για χαμηλότερα επιτόκια, προσθέτει η JP Morgan, αναφέροντας πάντως ότι πρόκειται για ένα ισορροπημένο και συνεκτικό σχέδιο. Σημειώνει ταυτόχρονα ότι οι σημαντικές επιδόσεις των τελευταίων ετών της δίνουν εμπιστοσύνη.
Τέλος, ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1 (CET1) πρόσφατα ξεπέρασε το 14%, με την JP Morgan να σημειώνει ότι θεωρεί πως αυτό αποτελεί ένα σημαντικό επίπεδο άνεσης τόσο για τη διοίκηση όσο και για τους επενδυτές και είναι σημαντικός παράγοντας για να καλυφθεί η απόσταση στην αποτίμηση της Πειραιώς με τις Εθνική Τράπεζα και Eurobank.