Πιο κοντά στις αναδυόμενες αγορές συμπεριλαμβάνει την Ελλάδα ο διεθνής οίκος. Οι αλλαγές στο μοντέλο αποτίμησης, ο ρόλος των τραπεζικών ΑΜΚ και οι άλλες «κοντινές» αγορές. Οι συστάσεις και οι τιμές-στόχοι για τις τράπεζες.
Είναι λάθος να συγκρίνουμε τις τρέχουσες αποτιμήσεις με τα ιστορικά στοιχεία στην Ελλάδα, δεδομένης της τρομερής πρόσφατης ιστορίας των ΑΜΚ, τονίζει σε έκθεσή της η JP Morgan.
Οπως εξηγεί, ενώ οι 14,8 φορές fwd PE φαίνεται μη ελκυστική, οι αναλυτές επικεντρώνονται στη μερισματική απόδοση του 5,2%, που είναι σε μεγάλο premium έναντι του 2,6% των αναδυόμενων αγορών (EM). Σε αντίθεση με πρόσφατο report της, η JP Morgan αποτιμά τον δείκτη MSCI Greece με πολύ διαφορετικούς δείκτες, σαφώς πιο κοντά στους δείκτες των ΕΜ.
Οι συστάσεις της είναι overweight για Eurobank και ΕΤΕ και ουδέτερη για την Τράπεζα ΠειραιώςΠΕΙΡ -0,26%. Οι τιμές- στόχοι είναι 0,8 ευρώ και 2 ευρώ για τις άλλες δύο, με τα περιθώρια ανόδου να είναι οριακό για την πρώτη, αρνητικό για την ΕΤΕ και 33% για την Πειραιώς.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η JP Morgan, για τις τράπεζες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (CEE Banks), οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να αποτιμηθούν όπως και οι τράπεζες σε άλλες μικρές αγορές, όπως η Ουγγαρία, η Τσεχία και η Πολωνία.
Οι δείκτες αποτίμησης των Eurobank & ETE είναι 4,6 φορές και 5,5 φορές ενώ για την Πειραιώς είναι 13 φορές. Σε όρους ενσώματης λογιστικής αξίας, οι Eurobank & ETE είναι διαπραγματεύσιμες με 0,4 και 0,5 φορές ενώ η Πειραιώς 0,3 φορές. Τέλος, οι δείκτες αποδοτικότητας προβλέπονται σε 9,9% για τη Eurobank, 6,9% για την ΕΤΕ και 1% για την Πειραιώς.
Η JP Morgan εξηγεί ότι πρέπει μάλλον να προσθέσει την Ελλάδα ως την 4η χώρα στις Πολωνία, Ουγγαρία και Τσεχία, μέλος του CE3 στο πλαίσιο των παγκόσμιων αναδυόμενων αγορών (GEM) με μόλις 1,1% συμμετοχή στον δείκτη των ΕΜ, αρκεί η ελληνική τραπεζική κρίση να είναι παρελθόν.
Η JP Morgan θεωρεί λάθος να συγκρίνονται οι αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών ιστορικά, δεδομένης της πρόσφατης ιστορίας και των πολλαπλών ανακεφαλαιοποιήσεων στον κλάδο.