Η μη αναβάθμιση από τη Moody’s -που, ούτως ή άλλως, θα αποτελούσε μεγάλη έκπληξη- και η έκθεση της JPMorgan που ακολούθησε, στέλνοντας πρακτικά το μήνυμα πως ίσως και να μη συμφέρει την Ελλάδα να περάσει γρήγορα σε καθεστώς ανεπτυγμένων αγορών, προκάλεσαν αμηχανία στην κυβέρνηση και «χαμόγελα» στην αντίπερα όχθη. Το δυνατό χαρτί της κυβέρνησης είναι, άλλωστε, η βελτίωση στην οικονομία και το σερί των αναβαθμίσεων που έχει πετύχει η χώρα τόσο στην πιστοληπτική της αξιολόγηση όσο και σε διάφορους δείκτες που μετρούν τις επιδόσεις των χωρών διεθνώς, τροφοδοτώντας τους επενδυτές με πολύτιμα data για τις επενδυτικές τους κινήσεις.
Οι δύο αυτές εκθέσεις δεν κατέγραψαν κάποια μεγάλη ή απότομη επιδείνωση στην οικονομία, που εξακολουθεί να υπεραποδίδει παρά το ότι, βέβαια, η ανάπτυξη πέρσι αποδείχθηκε μισή μονάδα σχεδόν χαμηλότερη από τις προβλέψεις. Άλλωστε οι αξιολογήσεις που έχει αυτή τη στιγμή η χώρα ενσωματώνουν αυτή την υπεραπόδοση, τη σημαντική βελτίωση που έχει σημειωθεί σε μια σειρά από θεμελιώδη μεγέθη για την οικονομία, τη διαρκή πτωτική πορεία του χρέους, την εξυγίανση των τραπεζών, την δημοσιονομική πειθαρχία.
Οι στόχοι του προϋπολογισμού
Μια βελτίωση που συνεχίζεται όπως αυτό αποτυπώνεται και στους στόχους που θέτει ο προϋπολογισμός, στον περιορισμό των οριζόντιων παροχών και στη διαρκή προειδοποίηση του οικονομικού επιτελείου πως τα δημοσιονομικά όρια είναι απαράβατα. Την ίδια στιγμή, αν και με όχι τον επιθυμητό βαθμό, οι επενδύσεις αυξάνονται, οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν ενώ το προφίλ του ελληνικού χρέους σε συνδυασμό με την ύπαρξη υψηλών ταμειακών διαθεσίμων λειτουργούν ως ασπίδα στις διακυμάνσεις των αγορών επιτρέποντας στο δημόσιο να μεταβιβάζει σταδιακά το χρέος του από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα.
Εκείνο όμως που δεν πρέπει να υποτιμηθεί είναι τα μηνύματα που απορρέουν από τέτοιες παρεμβάσεις. Ένα βασικό μήνυμα, πχ από τη Moody’s είναι το ότι καμία αναβάθμιση δεν θα «χαριστεί» στη χώρα και για κάθε ένα πόντο που θα κερδίζει από εδώ και στο εξής στους διεθνείς δείκτες θα πρέπει να καταβάλλεται σημαντική προσπάθεια.
Για παράδειγμα πριν από ένα χρόνο περίπου η Moody’s ήταν που είχε αναδείξει τις μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη προκειμένου η χώρα να αποκτήσει ένα πιο ευνοϊκό προς τις επιχειρήσεις περιβάλλον ως έναν σημαντικό παράγοντα. Και το ερώτημα παραμένει. Σήμερα, ένα χρόνο μετά έχουν γίνει αρκετά προς αυτή την κατεύθυνση; Αντιστοίχως χρόνιες αδυναμίες στην οικονομία, αδυναμίες πολλών και όχι μίας ή δύο δεκαετιών όπως η αύξηση της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας, η προσέλκυση ξένων επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας, στη βάση ενός σχεδίου προσεκτικά δομημένου ώστε να αξιοποιήσει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας, αντιμετωπίζονται μόνο με μεταρρυθμίσεις.
Και αυτές είναι τώρα η ώρα να προχωρήσουν και μάλιστα χωρίς καθυστέρηση εάν η χώρα θέλει να αναρριχηθεί στα προ κρίσης επίπεδα στις αξιολογήσεις μέσα στην προσεχή…δεκαετία.
Τι λέει η JPMorgan
Από την άλλη πλευρά όπως σχολιάζουν παράγοντες στην αγορά η JPMorgan ανέδειξε και άλλες πτυχές που χρίζουν προσοχής. Μια ανάγνωση είναι, σύμφωνα με αναλυτές, πως η μετάβαση στο καθεστώς αναπτυγμένων αγορών, ίσως δεν μας συμφέρει σε αυτή τη φάση.
Προφανώς και είναι θεμιτό να επιδιώκει η χώρα κάτι τέτοιο αλλά παράλληλα σε τέτοιες μεταβάσεις μετρά αφενός το timing αφετέρου η θεσμική προετοιμασία που έχει προηγηθεί για να μη βρεθείς εκτεθειμένος σε ένα επενδυτικό σύμπαν αυστηρότερων προδιαγραφών. Βασικό ζητούμενο παραμένει η γρήγορη και επαρκής προετοιμασία και η μετάβαση σε μια στιγμή που η αγορά θα πατάει γερά στα πόδια της, έχοντας επιλύσει σειρά ζητημάτων που θα αυξήσουν το βάθος και τη ρευστότητα περιορίζοντας όσο γίνεται τις παρενέργειες από τη μετάβαση.
Όπως άλλωστε κατά καιρούς έχει επισημανθεί από αρκετούς αναλυτές και οικονομολόγους, όσο η χώρα θα ανεβαίνει τα σκαλιά της αναβάθμισης, καλύπτοντας το χαμένο έδαφος της κρίσης, τόσο περισσότερο η προσοχή των επενδυτών θα εστιάζει στα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Είναι διαφορετικό να είσαι ένα μεγάλο ψάρι σε μια γυάλα και άλλο να είναι ένα μικρό ψάρι σε μια δεξαμενή.
Υπό αυτό το πρίσμα, το όχι της Moody’s σε μια αναβάθμιση – έκπληξη και τα διλήμματα που έθεσε η JP Morgan θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν και ως αφετηρία για επιτάχυνση κρίσιμων μεταρρυθμίσεων που χρονίζουν, εντός των προσεχών 12-18 μηνών που θεωρούνται κρίσιμοι για τη δυναμική της αναβάθμισης της οικονομίας.
Ελευθερία Αρλαπάνου
Πηγή mononews.gr