Δεν υπάρχει άνθρωπος σ’ αυτή την πλάση, που να μην έχει ακούσει, έστω και μια από τις ιστορίες των παραμυθάδων αδερφών Γκριμ. Η Χιονάτη, η Ραπουνζέλ, η Σταχτοπούτα, είναι μόνο μερικές από τις ιστορίες που μας έλεγαν οι γιαγιάδες μας για να κοιμηθούμε. “Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα”, κατέληγαν….
Ένας ιστορικός, έρχεται να φέρει τα πάνω κάτω στα παραμύθια, δίνοντας το τέλος των ιστοριών αυτών, λίγο πιο… αληθοφανές και σκληρό.
Η αγλική μετάφραση της αρχικής έκδοσης όλων αυτών των παραμυθιών, έρχεται να καταρρίψει μύθους ετών και να απομυθοποιήσει τους χαρακτήρες των ονείρων μάς.
Η Ραπουνζέλ, για παράδειγμα, ήταν ένα “παραμύθι” που, στην αρχική του έκδοση, δεν έπρεπε επουδενί να διαβαστεί από και σε παιδιά:
Η ηρωίδα, σύμφωνα με την σωστή εκδοχή μένει έγκυος από τον πρίγκιπα, όταν αυτός ανεβαίνει στον πύργο, ενώ η πραγματική μητέρα της Χιονάτης -και όχι η μητριά της- διατάζει έναν κυνηγό να σκοτώσει την πριγκίπισσα και να της φέρει τα έντερα της ως απόδειξη. Επίσης στην περίπτωση του Χάνσελ και της Γκρέτελ είναι η βιολογική μητέρα τους που τα εγκαταλείπει στο δάσος γιατί δεν έχει αρκετά χρήματα να τα μεγαλώσει.
Όταν οι Γιάκομπ και Βίλχελμ Γκριμ, από το Χάναου της Γερμανίας, δημοσίευσαν την πρώτη έκδοση των πλέον κλασικών ιστοριών, δεν είχαν ιδέα ότι οι 86 ιστορίες τους θα προσέλκυαν τέτοιο ευρύ κοινό.
Ενας δεύτερος τόμος 70 ιστοριών ακολούθησε το 1815 και άλλες έξι εκδόσεις στα επόμενα 40 χρόνια, η καθεμία από αυτές αναθεωρημένη και κυρίως, όλο και περισσότερο φιλική προς τα παιδιά.
Κατά τη διαδικασία αυτή, μερικά από τα πιο δυσάρεστα παραμύθια εσκεμμένα «χάθηκαν στη μετάφραση», όπως το «Τα παιδιά που έπαιζαν τη σφαγή» στο οποίο ένα αγόρι κόβει το λαιμό του μικρού αδελφού του, καθώς έπαιζαν το χασάπη και το γουρούνι, καθώς και το παραμύθι «Τα παιδιά του λιμού», όπου μια μητέρα αποφασίζει να σκοτώσει τις κόρες της, δεδομένου ότι δεν υπάρχει τίποτα να φάνε.
Ο Τζακ Ζάιπς, ομότιμος καθηγητής της γερμανικής και συγκριτικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, αποφάσισε να επιστρέψει στις ρίζες των αδελφών Γκριμ και από περιέργεια να μεταφράσει τις δύο πρώτες εκδόσεις (όλα τα 156 παραμύθια), τα οποία δόθηκαν στη δημοσιότητα αυτό τον μήνα.
Σύμφωνα με την εφημερίδα The Guardian, ο Ζάιπς εικάζει ότι «οι αλλαγές που έκαναν οι αδελφοί Γκριμ στις τελικές εκδόσεις των παραμυθιών τους, αντανακλούν μια κοινωνική κατάσταση που επικρατούσε στην εποχή τους: ζήλια ανάμεσα στη μητριά και την κόρη, αφού το 18ο και 19ο αιώνα πολλές γυναίκες πέθαιναν στη γέννα και συχνά ο πατέρας ξαναπαντρευόταν μία γυναίκα κοντά στην ηλικία της κόρης του.
Ο ακαδημαϊκός χρειάστηκε συνολικά 18 μήνες για να μεταφράσει τα κείμενα, αποκαλύπτοντας στην εφημερίδα ότι οι αλλαγές που έγιναν ήταν «τεράστιες», και εξηγώντας ότι τα πρωτότυπα παραμύθια δεν είχαν γραφτεί για παιδιά, με αποτέλεσμα έως και 50 ιστορίες σε μεγάλο βαθμό να υποστούν επεξεργασία ή και να διαγραφούν στις μεταγενέστερες εκδόσεις.
Μερικές ιστορίες παραλείφθηκαν επίσης, όχι λόγω της ωμότητας τους, αλλά λόγω της καταγωγής τους, όπως ο Κυανοπώγων και ο Παπουτσωμένος Γάτος που είχαν γαλλικές ρίζες.
Ο καθηγητής Zipes επεσήμανε ότι περίπου 50 ιστορίες της πρώτης έκδοσης έχουν αλλάξει ή εξαφανιστεί μέχρι την έβδομη έκδοση το 1857 η οποία θεωρείται πλέον η βασική έκδοση μέχρι σήμερα.
Το νέο βιβλίο, που δημοσιεύθηκε από το Princeton University Press, προσφέρει μια συναρπαστική εικόνα για το πώς η συλλογή έχει αλλάξει με τον καιρό.