Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
Παρά το γεγονός πως έχω επικρίνει σκληρά και τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση, κυρίως για το πώς αντιμετωπίζουν τα θέματα της επιχειρηματικότητας και της ανάπτυξης, δεν μπορώ παρά να αναγνωρίσω σήμερα πως στο χθεσινό Eurogroup η Ελλάδα πήρε το περισσότερο που μπορεί, υπό τις παρούσες συνθήκες. Κι αυτό δίνει πόντους στον Τσίπρα. Όπως επίσης του δίνει και χρόνο.
Αυτό που πέτυχε ο Τσίπρας είναι πως μέσα σε μια Ευρώπη που βρίσκεται σε πανικό, στην Ευρώπη του Brexit και του ιταλικού ΟΧΙ, στην Ευρώπη των επικείμενων εκλογικών αναμετρήσεων σε Γαλλία και Γερμανία, άνοιξε το θέμα της μείωσης του χρέους. Χρέους που πρέπει να θυμίσω πως χρωστάμε σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, τα οποία επίσης δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα με τις ανάγκες των δικών τους κοινωνιών.
Όποιος πίστευε πως ζούμε σε έναν αγγελικό κόσμο όπου χαρίζονται χρήματα χωρίς εξασφαλίσεις και ανταλλάγματα, είναι απλά αφελής. Προφανώς η μείωση του χρέους θα συναρτάται με περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, τουλάχιστον όσο ζούμε στην Ευρώπη του Σόιμπλε. Και σε αυτήν ζούμε και δεν υπάρχει χώρος για ψευδαισθήσεις. Αυτό το κατάλαβε καλά και ο ίδιος ο Τσίπρας, οπότε με ρεαλιστικότερο τρόπο πλέον και όχι με τις εξαλλοσύνες του παρελθόντος μπορεί να πετυχαίνει έστω και κάποια μικρά αλλά πάντως υπαρκτά οφέλη. Κι αυτό ακριβώς έγινε χθες.
Η άμεση εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, τα οποία θα το μειώσουν κατά 20 μονάδες του ΑΕΠ έως το 2060, ανοίγει το δρόμο προκειμένου να φτάσουμε κάποια στιγμή στην οριστική διευθέτηση που είναι και το μεγάλο εθνικό ζητούμενο για τη χώρα. Η επιτυχία είναι πως συζητιέται ως συγκεκριμένη πολιτική πρόταση πλέον και δεν αποκλείεται ασυζητητί, όπως συνέβαινε μέχρι χθες.
Από κει και πέρα, ασφαλώς οι δανειστές απαιτούν μέτρα. Αλλά τα πλεονάσματα που ζητούνται δεν είναι κάτι που θα πρέπει να το διαχειριστεί η χώρα με τους όρους του σήμερα, της στασιμότητας και της αναποφασιστικότητας.
Το ’17 μπορεί να αποτελέσει έτος restart στο βαθμό που η κυβέρνηση καταφέρει να απαλλαγεί από τον κακό αριστερό εαυτό της. Έχει πάρει ένα θετικό κεκτημένο που αφορά στην έναρξη απομείωσης του χρέους, δεν έχει όπως φαίνεται άλλα σκληρά οριζόντια μέτρα μπροστά της και οι δείκτες της επόμενης χρονιάς θα εμφανίζουν για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια μια αισθητή βελτίωση.
Όμως αυτά από μόνα τους δεν φτάνουν. Είναι καλές προϋποθέσεις για να γίνει αυτό που ακόμη δεν έχει βρει τρόπο να κάνει η κυβέρνηση. Να φέρει χρήμα στη χώρα. Περί αυτού πρόκειται. Είτε πρόκειται για ελληνικό χρήμα που έχει βγει έξω είτε πρόκειται για επενδυτικό χρήμα που αναζητεί ευκαιρίες κέρδους. Νέο χρήμα στη χώρα είναι ο μόνος τρόπος για να βγει κερδισμένη η χώρα από τη χθεσινή συμφωνία του Eurogroup.
Δεν είμαι αισιόδοξος για το πόσο η κυβέρνηση μπορεί αυτό να το καταφέρει, όσο παραμένει εγκλωβισμένη στις γνωστές ιδεοληψίες και ενοχοποιεί το κέρδος. Όσο πιστεύουν πως μπορούν να βάζουν όριο στο τι θα κερδίζει κάποιος που τολμά επιχειρηματικά, δεν θα έχουμε ανάπτυξη. Για το θέμα ξαναέγραψα και πρόσφατα, με αφορμή τις τοποθετήσεις του κ. Φάμελλου στο συνέδριο του Economist.
Συνεπώς κατά τη γνώμη μου, η κριτική που ασκείται σήμερα είναι για άλλη μια φορά χαβαλετζίδικη και απλουστευτική. Η Ελλάδα πήρε το καλύτερο που μπορούσε να πάρει γι αυτό που είναι τώρα. Αλλά από κει και πέρα είναι στο χέρι της να αξιοποιήσει τη θέση της και τα πλεονεκτήματά της για να γίνει αυτό που πραγματικά μπορεί.