Η πολιτική της Κυβέρνησης στο ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών είχε από την πρώτη στιγμή ιδεολογική και πολιτική αφετηρία. Με άλλα λόγια, ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του δεν είχαν ως στόχο την «τακτοποίηση του τηλεοπτικού τοπίου», όπως πανηγυρίζουν, αλλά την πολιτική (και καιροσκοπική) εκμετάλλευση μιας άναρχης και διεφθαρμένης κατάστασης που επικρατεί εδώ και δεκαετίες στο τηλεοπτικό και δημοσιογραφικό σύστημα.
Γράφει ο Όμηρος Τσάπαλος
Follow @OmirosTsapalos
Η ιδεολογική δε εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ προς αυτή τη κατεύθυνση είναι εμφανής και ίσως είναι και η μόνη που έχει απομείνει ακέραια μετά από απανωτές οπισθοχωρήσεις λόγω της μνημονιακής στροφής και της βίαιης πτώσης του από τα σύννεφα του λαϊκισμού στο σκληρό έδαφος της πραγματικότητας.
Η προσωπική μου άποψη είναι πως ακόμη και αν η Κυβέρνηση δεν αποφάσιζε το «μαύρο» σε μια εν πολλοίς «μαύρη αγορά», το οριστικό «μαύρο» αργά ή γρήγορα θα ερχόταν από μόνο του. Και αυτή η παραδοχή σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί τον αυταρχικό και αντιδημοκρατικό τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε η Κυβέρνηση το ζήτημα της εφαρμογής κανόνων στο τηλεοπτικό σύστημα. Το αντίθετο μάλιστα. Η λογική «4 κανάλια γιατί τόσα αντέχει η αγορά» εξυπηρετεί ανοικτά σκοπιμότητες για περιορισμό και έλεγχο της είδησης. Είμαι δε πεπεισμένος πως η Δικαιοσύνη θα προστατεύσει την πολυφωνία και δεν θα επιτρέψει σε καμιά περίπτωση να εφαρμοστεί ένας νόμος-ντροπή για την Δημοκρατία μας.
Μην έχουμε αυταπάτες όμως πως αν ακυρωθεί ο νόμος τότε όλα «μέλι γάλα». Το πρόβλημα παραμένει. Είμαι της άποψης που λέει ότι το περιβάλλον πάνω στο οποίο δομήθηκε η ανάπτυξη αυτών των μέσων υπήρξε πραγματικά σκοτεινό και εν πολλοίς διαπλεκόμενο. Ναι πιστεύω πως τα συστημικά κανάλια (όπως και οι συστημικές τράπεζες) δημιούργησαν ένα διεφθαρμένο περιβάλλον διαπλοκής με το πολιτικό σύστημα. Και αυτό έγινε τόσο στην πλάτη χιλιάδων δημοσιογράφων και τεχνικών που λειτούργησαν ως όμηροι όσο και με την βοήθεια δημοσιογράφων και στελεχών που λειτούργησαν ως ενορχηστρωτές και υπεύθυνοι για την πραγμάτωση αυτού του τριγωνικού συστήματος διαφθοράς. Και όλα αυτά συνέβαιναν επι χρόνια χωρίς κανένας Πρωθυπουργός και καμία Κυβέρνηση να μην προχωρήσει, έστω και για τους τύπους, στην επίσημη αδειοδότηση αυτών των καναλιών μέσα από μια αδιάβλητη διαδικασία που θα μπορούσε να αποφέρει έσοδα για το Δημόσιο αλλά και που θα επέβαλε ρυθμιστικούς κανόνες ορθής λειτουργίας. Οι πολίτες δεν έχουν άδικο όταν κατατάσσουν στα τάρταρα των δημοσκοπήσεων θεσμούς όπως το πολιτικό σύστημα, τα κόμματα, τις δημοσκοπήσεις και τα ΜΜΕ. Κάτι ξέρουν, ή τουλάχιστον κάτι διαισθάνονται…
Πάνω λοιπόν σε αυτό το καρκίνωμα έρχεται και πατάει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας. Εκμεταλλεύεται την γενικευμένη απέχθεια των πολιτών απέναντι στα κανάλια-«συνεργάτες των πολιτικών που μας κατέστρεψαν» προκειμένου να δικαιολογήσει την αυταρχική της πολιτική απέναντι στο ζήτημα. Ας είμαστε ειλικρινείς όμως. Το «μαύρο» για αυτά τα κανάλια στις συνειδήσεις των πολιτών επήλθε εδώ και χρόνια. Το «μαύρο» στην οικονομική βιωσιμότητα αρκετών εξ αυτών επίσης. Το «μαύρο» στην ακεραιότητα και την εγκυρότητα τους ως προς την παροχή της αντικειμενικής και χωρίς πολιτικές σκοπιμότητες είδηση εξίσου. Άρα το «μαύρο» του Τσίπρα δεν ήταν τίποτα άλλο παρά το επιστέγασμα μια άρρωστης και σάπιας κατάστασης. Μιας κατάστασης που δεν τιμά κανέναν. Ούτε τον κλάδο που γονάτισε στις ορέξεις ορισμένων, ούτε του πολιτικού συστήματος που όχι μόνο δημιούργησε το πρόβλημα αλλά προσπάθησε και να το επιλύσει με τον πιο αυταρχικό και επικίνδυνο τρόπο.
Και το σημαντικότερο το αφήνω τελευταίο γιατί αφορά τους εργαζόμενους. Είναι το χειρότερο πράγμα άνθρωποι να χάνουν την δουλειά τους χωρίς δική τους υπαιτιότητα.
Είναι επίσης ό,τι χειρότερο «συνάδελφοι» να εκμεταλλεύονται την ακεραιότητα και τον επαγγελματισμό τους προκειμένου να αποκομίσουν προσωπικά και οικονομικά ανταλλάγματα από τρίτους. Οι δημοσιογράφοι και οι τεχνικοί που πρόκειται να χάσουν την δουλειά τους (αν ο νόμος εφαρμοστεί) πρόκειται στην πλειονότητα τους για ανθρώπους που δεν πήραν μέρος σε αυτό το τριγωνικό σχήμα διαπλοκής. Σίγουρα όμως γνώριζαν ότι κάποιοι συνάδελφοι τους παρέκλιναν της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και εξυπηρετούσαν πρόσωπα και καταστάσεις. Ο θυμός και η απογοήτευση τους καλό είναι να κατευθυνθεί ΚΑΙ προς αυτούς τους ανθρώπους. Όχι μόνο για λόγους προσωπικής δικαιοσύνης αλλά κυρίως για να μπορέσουν να τους αποβάλλουν από το νέο μιντιακό σύστημα που μοιραία θα δημιουργηθεί κάποια στιγμή. Δημοσιογράφους-fixers και καναλάρχες-dealers δεν θα πρέπει να έχουν θέση στη Δημοκρατία μας. Και μια πραγματική Δημοκρατία κρίνεται και από την ποιότητα της δημοσιογραφίας της.
Ζητούμενο λοιπόν είναι, αν ο νόμος ακυρωθεί, να δημιουργηθεί από το μηδέν ένα νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για τα ΜΜΕ. Ένα πλαίσιο που θα αφορά και την τηλεόραση αλλά και το διαδίκτυο και φυσικά τις εφημερίδες και τα ραδιόφωνα. Ένα πλαίσιο με πρωταγωνιστή το ΕΣΡ και με κύριο στόχο τη διασφάλιση της αντικειμενικής είδησης αλλά και της προστασίας της από την επιρροή οικονομικών και πολιτικών παραγόντων. Χωρίς πλαφόν στις άδειες και με σεβασμό πάντα στο δημόσιο συμφέρον. Αν καταφέρουμε να εφαρμόσουμε την Δημοκρατία στην είδηση και την αναπαραγωγή της θα έχουμε επιτύχει την μεγαλύτερη νίκη απέναντι σε όσους θέλουν να κατευθύνουν την επικαιρότητα και να ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις. Αλλά αυτό προϋποθέτει θυσίες που το παρόν πολιτικό σύστημα δεν φαίνεται να είναι διατεθειμένο να δεχθεί. Οι πολίτες όμως περιμένουν, χωρίς άλλη υπομονή…
Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο eleftherostypos.gr