Γράφει ο Γιάννης Νικήτας
Καλά νέα για το Πολεμικό Ναυτικό: Μετά την εκκίνηση της φάσης ολοκλήρωσης του προγράμματος ναυπήγησης υποβρυχίων, ξεκίνησε επίσης και η φάση ολοκλήρωσης κατασκευής των κορβετών (ή πυραυλάκατοι [ΤΠΚ], όπως χαρακτηρίζονται στο ΠΝ). Στα μέσα Δεκεμβρίου, όπως γνωρίζετε, η κυβέρνηση στην Αθήνα, το εθνικό ναυπηγείο της Ελευσίνας και οι Βρετανοί της BAe Systems – υπεύθυνη σχεδίασης (design authority) και κύριος υπεργολάβος του προγράμματος – συμφώνησαν σχετικά με τις ρυθμίσεις για τη συνέχιση της κατασκευής των σκαφών της κλάσης Roussen.
Το 1999 η Ελλάδα αποφάσισε να προμηθευτεί νέες κορβέτες κατευθυνόμενων βλημάτων, και συγκεκριμένα το σχέδιο SuperVita της Vosper Thornycroft από το Ηνωμένο Βασίλειο. Τα 34-κόμβων 62-μετρα σκάφη (670 ts) είναι μια εξέλιξη του βρετανικού ναυπηγείου του σχεδίου Vita που δημιουργήθηκε για το Ναυτικό του Κατάρ. Εξοπλισμένα με βλήματα επιφανείας-επιφανείας (κατά πλοίων) MM-40 Exocet Block II/III, ένα κύριο ναυτικό πυροβόλο 76 χιλιοστών, αντιαεροπορικό σύστημα κατεθυνόμενων βλημάτων RAM και ένα σύγχρονο σύστημα διαχείρισης / έλεγχος των όπλων (Thales Tacticos) προσφέρουν σημαντική δύναμη μάχης.
Συγκεκριμένα, κάθε πλοίο εξοπλίζεται με βλήματα επιφανείας-επιφανείας Exocet MM40 Block II (τα πρώτα τρία, τα υπόλοιπα BlockIII) με ενεργή καθοδήγηση για τον εγκλωβισμό του στόχου, ενώ η εμβέλειά τους εκτιμάται στα 70 χιλιόμετρα. Οι δύο εκτοξευτές τοποθετούνται στην πλώρη και στην πρύμνη του πλοίου, ενώ την αεράμυνα εξασφαλίζουν τα συστήματα RAM. Πρόκειται για τα συστήματα που χρησιμοποιούν τους πυραύλους RIM-116A Block I με διπλό σύστημα ανίχνευσης, ραντάρ και υπερύθρων, ενώ η εμβέλειά τους εκτιμάται στα 10 χιλιόμετρα. Το κυρίως ναυτικό πυροβόλο είναι το Otobreda Super Rapid 76 χιλιοστών της Alenia, ικανό για εκτέλεση 85 βολών/λεπτό σε απόσταση 16 χιλιομέτρων. Δύο πυροβόλα Otobreda 30 χιλιοστών, επίσης της Alenia, συμπληρώνουν τον οπλισμό των σκαφών, ενώ το σύστημα αντιμέτρων Argo Systems AR900 και ο εκτοξευτής δολωμάτων (decoy launcher) Sippican SRBOC προσφέρουν την απαραίτητη προστασία.
Το ΣΔΜ Thales Tacticos που διαθέτουν παρέχει αυτόματη εκτίμηση κινδύνου, καθώς και χρήση των αισθητήρων και του οπλισμού του πλοίου για τον εγκλωβισμό στόχων. Το σύστημα ελέγχει το σύνολο του εξοπλισμού, ενώ το σύστημα ελέγχου πυρός ονομάζεται Sting. Οι αισθητήρες του σκάφους περιλαμβάνουν σύγχρονα ραντάρ και ηλεκτροοπτικό ανιχνευτή. Οι επικοινωνίες βασίζονται στο σύστημα Data Link 11, και διαθέτουν και σύστημα αναγνώρισης φίλων/εχθρών IFF Mk 12.
Τον Ιανουάριο του 2000 παραγγέλθηκαν τρία πλοία (€440 εκατ.). Στο συμβόλαιο υπήρχε μια προαίρεση για άλλα τέσσερα πλοία, και το 2003 (€286 εκατ.) και το 2008 (€299 εκατ.), παραγγέλνονται από δύο ακόμη πλοία, όπως αναμενόταν. Όλα τα επτά σκάφη ήταν να ναυπηγηθούν στα ναυπηγεία της Ελευσίνας, υπό βρετανική αιγίδα και με τα συσκευσαμένα πακέτα υλικών προερχόμενα από την BAe Systems. Στην αρχή όλα πήγαν σύμφωνα με το σχέδιο. Μόνο δύο μήνες μετά την υπογραφή της σύμβασης το Μάρτη του 2000 ξεκίνησε η κατασκευή του σκάφους τύπου «Ρουσσέν», δύο χρόνια αργότερα βρέθηκε μέσα στο νερό και το 2005 τέθηκε σε λειτουργία. Το 2006 ολοκληρώθηκαν δύο άλλα σκάφη, «Δανιόλος» και «Κρυσταλλίδης», και το 2010 το τέταρτο – «Γρηγορόπουλος».
Εν τω μεταξύ, όμως, η οικονομική κρίση στη χώρα έχει σημαντικές επιπτώσεις στον τομέα της άμυνας. Μετά από σημαντικά προβλήματα εξυπηρέτησης των πληρωμών η BAE Systems, η οποία είχε αναλάβει τώρα την Vosper Thornycroft ως μέρος μιας πολιτικής ενοποίησης των βρετανικών ναυπηγείων πολεμικών πλοίων, ακύρωσε τις συμβάσεις. Στις 2 Μαρτίου 2011 η βρετανική εταιρεία κατήγγειλε τη σύμβαση με τα Ναυπηγεία Ελευσίνας, μετά από καθυστέρηση πληρωμών €12,3 εκατ. μεγαλύτερη του έτους. Κατά το χρόνο υπήρχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές και στους υπόλοιπους κύριους προμηθευτές, όπως η MTU για τους πετρελαιοκινητήρες και τα συγκροτήματα μετάδοσης, η RAM-SYS για το RAM, η MBDA Γαλλίας για τα ΜΜ40, καθώς και οι Siemens, Rolls-Royce, SAGEM, INTRACOM Defense Electronics και Imtech. Οι οφειλές αυτές αναφέρθηκαν κατά το χρόνο σε πάνω από €17,5 εκατ. χωρίς να υπολογίζονται τόκοι.
Ως αποτέλεσμα, δεν υπήρχαν άλλο τα πακέτα με τα υλικά και η BAe αρνήθηκε να παραδώσει το σχεδόν τελειωμένο πέμπτο πλοίο – έκτοτε το «Ρίτσος» ήταν στην προβλήτα του ναυπηγείου και χρησίμευσε ως στοκ ανταλλακτικών για την επιχειρησιακή λειτουργία των υπόλοιπων σκαφών. Τα δύο τελευταία σκάφη, «Καραθανάσης» και «Βλαχάκος» παρέμειναν σε διάφορα στάδια της ναυπήγησης στο υπόστεγο των κατασκευών.
Τα ναυπηγεία της Ελευσίνας υπάγονται στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, οι οφειλές του ομίλου Ταβουλάρη προς τράπεζες και άλλους δανειστές αγγίζουν τα €288 εκατ. ελπίζοντας σε ένα «θαύμα» με το όνομα Fremm, για να αποφύγουν το οριστικό ναυάγιο. Μετά από γνωμάτευσή του τον Οκτώβριο του 2012, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους δεν επέτρεπε περαιτέρω πληρωμές, όπως το ναυπηγείο ήταν ουσιαστικά κλειστό από τα τέλη του 2010, και ενώ είχε εισπράξει το 80% του τιμήματος, είχε υλοποιήσει μόνο το 40% του έργου.
Τώρα οι συμβαλλόμενες πλευρές έχουν συμφωνήσει σε μια επανάληψη του προγράμματος. Τα ναυπηγεία της Ελευσίνας θα ολοκληρώσουν τα τρία τελευταία σκάφη με αποκλειστική ευθύνη. Το «Ρίτσος» θα πρέπει να μεταφερθεί σύντομα στο Πολεμικό Ναυτικό. Η BAe Systems αποσύρθηκε επίσημα από το πρόγραμμα. Στα δελτία τύπου δεν εξηγείται το δημόσιο είδος που έχει «γλυκάνει» την αποχώρηση των Βρετανών.