Γράφει ο Ceteris Paribus
Το τι θα γινόταν αν τα πράγματα είχαν εξελιχθεί αλλιώς σε κομβικές στιγμές της πολιτικής και κοινωνικής εξέλιξης, είναι το μεγάλο απωθημένο της Ιστορίας. Όμως, το σχετικό «αν» δεν έχει κανένα πρακτικό αντίκρισμα και δεν διαφέρει και πολύ από τη διαχείριση πένθους για τα τετελεσμένα της Ιστορίας που πληγώνουν τις προσωπικές ή και συλλογικές επιδιώξεις. Εκτός… αν κάποιο στοίχημα που χάθηκε, μπορεί να ξαναπαιχτεί.
Δεν φιλοσοφώ… μετ’ ευτελείας χωρίς λόγο. Η αφορμή είναι οι φόβοι κάποιων αρθρογράφων ότι, μπροστά στα διαρκή εμπόδια, ο Αλέξης Τσίπρας θα δοκιμάσει το καλοκαίρι του 2018 να κάνει αυτό που δίστασε να κάνει το καλοκαίρι του 2015: μια σύγκρουση με τους δανειστές που αυτή τη φορά δεν θα αναστραφεί με μια νέα «κωλοτούμπα» πλήρη υποταγή.
Έχει πιθανότητες ένα τέτοιο σενάριο για τις εξελίξεις; Πριν επιχειρήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα, να ξεκαθαρίσουμε ότι η εντύπωσή μας είναι πως, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, ο φόβος τέτοιων εξελίξεων μοιάζει περισσότερο με ευσεβή πόθο παρά με φόβο. Το παρακάμπτουμε όμως αυτό για να εστιάσουμε σε ό,τι είναι ενδιαφέρον σε ένα τέτοιο σενάριο πιθανών εξελίξεων.
Ο Τσίπρας σαν… Πούτιν
Πρώτα απ’ όλα, είναι απ’ αυτούς που αμφισβητούν ότι ο Αλέξης Τσίπρας έφτασε το καλοκαίρι του 2015 «μια ανάσα» από τη ρήξη με τους δανειστές και έκανε πίσω την τελευταία στιγμή. Το να αποφανθεί κανείς αν αυτό ήταν πραγματικά που συνέβη το καλοκαίρι του 2015 ή κάτι άλλο, έχει πραγματικά μεγάλη σημασία. Διαβάζοντας την Ιστορία αλλιώς, βγάζει κανείς και διαφορετικά συμπεράσματα.: αν πράγματι το 2015 ο Αλέξης Τσίπρας διερεύνησε μέχρι τέλους τη δυνατότητα ρήξης με τους δανειστές, τότε πιθανόν όσα κάνει έκτοτε να είναι πράγματι ο αναπόφευκτος συμβιβασμός μέχρι η συγκυρία να προσφέρει καλύτερες συνθήκες για να επανέλθει το σενάριο της ρήξης.
Αν όμως το 2015 έγινε κάτι άλλο, αν το δημοψήφισμα και όλα τα υπόλοιπα δεν ήταν παρά ελιγμοί διαχείρισης ενός προαποφασισμένου συμβιβασμού, τότε απλούστατα δεν υπάρχει τίποτε για να επαναληφθεί – έστω και ως φάρσα.
Ισχυρίζομαι λοιπόν πως όχι μόνο τον Ιούλιο του 2015 αλλά και συνολικά στο πρώτο εξάμηνο του 2015 ο Αλέξης Τσίπρας διαχειρίστηκε τις αντιφάσεις ενός σχεδίου συμβιβασμού. Είμαι σε θέση να γνωρίζω πως όταν τον Ιούνιο του 2012 ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε για μικρό ποσοστό να νικήσει τις εκλογές, αρκετά κεντρικά στελέχη στην Κουμουνδούρου αναστέναξαν βαθιά με ανακούφιση: είχαν πραγματικά τρομοκρατηθεί από το ενδεχόμενο να βρεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση χωρίς η ηγεσία του να έχει προετοιμάσει το πραγματικό όσον αφορά τη διαχείριση των σχέσεων με «τις δυνάμεις του συστήματος».
Ο Αλέξης Τσίπρας ήταν τότε ακόμη «κεντριστής»: αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στην πτέρυγα των realos (που πρέσβευσαν το ρεαλισμό ενός συμβιβασμού) και την πτέρυγα των fundis που πρέσβευαν τη ρήξη – είτε επειδή ο ίδιος δεν είχε ξεκαθαρίσει το σενάριο είτε για λόγους διατήρησης των λεπτών εσωκομματικών ισορροπιών. Ωστόσο, η όποια αμφιταλάντευση τελείωσε αμέσως ύστερα από τις εκλογές του Ιουνίου του 2012: ο Τσίπρας προσχώρησε στο σενάριο του συμβιβασμού. Οι διακηρύξεις έλεγαν από τότε ότι αυτός ο συμβιβασμός θα πρέπει -αλίμονο!- να είναι «έντιμος». Ότι για να είναι έντιμος, θα πρέπει βεβαίως να συνδυαστεί με «μάχη», ότι στη μάχη χρειαζόμαστε συμμάχους μέσα στο ίδιο το σύστημα κ.λπ.
Τα διεθνή ταξίδια του Αλέξη Τσίπρα το φθινόπωρο και το χειμώνα του 2012, πρώτα σε Βραζιλία και Αργεντινή (αλλά όχι σε Βενεζουέλα…) και ύστερα στο Σικάγο (όπου έγιναν συναντήσεις με παράγοντες του συστήματος, περιλαμβανομένων και «απεσταλμένων» του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών), εγκαινίασαν την προετοιμασία για τον έντιμο συμβιβασμό σε συμμαχία και με δυνάμεις του συστήματος.
Τότε προέκυψε και η θεωρία των «ρωγμών» στο διεθνές σύστημα που ο στρατηλάτης ΣΥΡΙΖΑ θα αξιοποιούσε για να πραγματοποιήσει έναν τέτοιο συμβιβασμό. Βάσει αυτής, το ΔΝΤ και οι ίδιες οι ΗΠΑ, αλλά και ο Μάριο Ντράγκι και άλλοι γραφειοκράτες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) θα ήταν δυνητικοί σύμμαχοι ενάντια στον «μερκελισμό», που τότε φιλοτεχνούνταν με τα χρώματα του απόλυτου κακού.
Ωστόσο, η διερεύνηση των όρων του έντιμου συμβιβασμού αποκάλυπτε διαρκώς ότι ο συμβιβασμός είχε… πολύ βάθος. Η παιδιάστικη ιδέα ότι θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να μπει «σφήνα» ανάμεσα στα μεγαθήρια της διεθνούς πολιτικής, γρήγορα άρχισε να χλομιάζει. Έτσι, από το Σικάγο και με ενδιάμεσο σταθμό το ιταλικό Κόμο (όπου ο Τσίπρας μετείχε το 2014 στις εργασίες της… Λέσχης Μπίλντεμπεργκ), τελικά αποκαταστάθηκαν δίαυλοι επικοινωνίας και με τον ίδιο τον Μερκελισμό (μέσω κορυφαίου συνεργάτη της κ. Μέρκελ).
Μα τότε, πού «κολλάνε» ο Βαρουφάκης, η Βενεζουέλα και ο… Πούτιν; Ας σκεφτούμε λίγο βαθύτερα: Δεν ήταν ο Βαρουφάκης που στις 20 Φεβρουαρίου 2015 υπέγραψε στο Eugogroup την παραίτηση της ελληνικής κυβέρνησης από τη διαχείριση των 11 περίπου δισ. ευρώ υπολοίπων του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας; Ο Βαρουφάκης δεν ήταν που δήλωσε τον Μάρτιο του 2015 ότι θα μπορούσε να συμβιβαστεί με 70% μνημόνιο; Αυτός ήταν ο ορισμός του «έντιμου συμβιβασμού»: 70%, άντε και 80%, μνημόνιο: να υπάρχει όμως και ένα 20-30% «μη μνημόνιο» που να δικαιώνει το διάβημα του «έντιμου συμβιβασμού»…
Είναι λογικό να «πουλάς» ζεστή ρευστότητα 11 δισ. ευρώ για να προετοιμάσει ύστερα τη… ρήξη με τα IOUs (παράλληλο νόμισμα); Είναι λογικό να «πουλάς» αυτά τα 11 δισ. ευρώ και να αναζητείς ύστερα στήριξη στον Πούτιν επαιτώντας πολύ λιγότερα με τη μορφή δανείων; Είναι λογικό να περιμένεις ότι, ύστερα από τη ρήξη, η δραχμή θα έρθει έτοιμη από τη Ρωσία, τυπωμένη σε ρωσικά τυπογραφεία; Η εξήγηση είναι απλή: σε κείνη πλέον τη φάση, τα IOUs ήταν η αυταπάτη του Βαρουφάκη, η τυπωμένη στη Ρωσία δραχμή ήταν η αυταπάτη του Λαφαζάνη, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας είχε χάσει πλέον τις αυταπάτες και για τα δύο!
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη γι’ αυτό, από την απόφαση να μαζευτεί όλη η ρευστότητα του ευρύτερου δημόσιου τομέα με τη γνωστή Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για να αποπληρωθούν τα δάνεια προς το ΔΝΤ: πρέπει να είσαι παραπάνω και από… idiot για να προετοιμάζεις τη ρήξη ξετινάζοντας τα ρευστά διαθέσιμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ώστε την επόμενη μέρα της ρήξης να βρεθείς χωρίς σέντσι!
Ο Βαρουφάκης ισχυρίζεται ότι κατάλαβε πως ο Τσίπρας είχε εγκαταλείψει το σενάριο της ρήξης και είχε βάλει πλώρη όχι πλέον για τον «έντιμο» αλλά για τον «οδυνηρό» συμβιβασμό το βράδυ του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου. Ο Λαφαζάνης άργησε ακόμη περισσότερο να το καταλάβει: πίστευε μέχρι την τελευταία στιγμή ότι προετοίμαζε μαζί με τον Τσίπρα την… εκτύπωση της δραχμής στη Ρωσία. Ο ίδιος ο Πούτιν, ωστόσο, αυτή η αλεπού της διεθνούς πολιτικής, είναι βέβαιο ότι δεν ξεγελάστηκε.
Τελικά, ο Τσίπρας έπαιξε μεγαλοφυώς το παιχνίδι του συμβιβασμού, ένα παιχνίδι εξ ορισμού ασταθές. Διάλεξε έναν αντισυμβατικό κυβερνητικό σύμμαχο (τους ΑΝΕΛ και τον Πάνο Καμμένο, έκανε ό,τι έπρεπε ώστε ο οδυνηρός συμβιβασμός να μοιάζει αναπόφευκτος, ξεφορτώθηκε την κατάλληλη στιγμή τον Βαρουφάκη, έκανε το ίδιο με τον Λαφαζάνη. Φυσικά, όταν έκανε όλα αυτά, δεν είχε καθόλου δεδομένο ότι θα θριαμβεύσει στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Αυτό είναι η ύστατη απόδειξη ότι είχε βάλει πλώρη για τον οδυνηρό συμβιβασμό ακόμη και όταν αυτό έμοιαζε με μια μεγάλη περιπέτεια άγνωστης έκβασης.
Πήρε ένα κόμμα και ένα μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του που φλεγόταν για την «αντιμνημονιακή ανατροπή» και το μανουβράρισε από την κατάργηση του μνημονίου στο 70% μνημόνιο και τέλος στο 120% μνημόνιο. Πέφτοντας από την Ακρόπολη, βρήκε και πορτοφόλι: θριάμβευσε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015! Αποδείχτηκε αλεπού όσο και ο Πούτιν: οι δυο τους γνώριζαν πολύ καλά ότι ήταν για τα μάτια του Λαφαζάνη και των Δυτικών η διαπραγμάτευση για το δάνειο και την εκτύπωση της δραχμής – αυτές οι εντυπώσεις, όσο και για όσο ήταν πιστευτές και αληθοφανείς, τους βόλευαν και τους δύο…
Ο Πούτιν, ένας ιδιοφυής διεθνής «πτωματοφάγος», που ξέρει να αξιοποιεί με δεξιοτεχνία τα «στριμώγματα» αδύναμων κρίκων της διεθνούς γεωπολιτικής για να κρατάει τη Δύση μακριά από την ίδια τη Ρωσία, συνάντησε τον Αλέξη Τσίπρα, που έπρεπε να συσσωρεύσει πολλά πολιτικά «πτώματα» από το δικό του χώρο για να μανουβράρει το καράβι από το αντιμνημόνιο στο 120% μνημόνιο.
Με τη μόνη διαφορά ότι ο Αλέξης Τσίπρας έκανε όλη αυτή τη διαδρομή καταπίνοντας στο δρόμο τις δικές του αυταπάτες. Όχι όμως για τη ρήξη που ποτέ δεν επέλεξε, αλλά για το είδος του συμβιβασμού που θα μπορούσε να πετύχει και για τα μέσα που θα οδηγούσαν σε αυτόν. Όταν κατάλαβε ότι δεν υπάρχει το σενάριο «ρήξη για το συμβιβασμό», ότι το δίλημμα είναι απόλυτο: ή ρήξη ή συμβιβασμός, όταν κατάλαβε ότι δεν μπορείς να διακινδυνεύσεις μια ρήξη με μόνο όπλο τους παραγεμισμένους φακέλους του Δραγασάκη, δεν έκανε απλώς αλλά οργάνωσε την κωλοτούμπα.
Ρήξη με τον Τσακαλώτο και τον Δραγασάκη;
Από το 2015 μέχρι σήμερα κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι – για όλους, αλλά επίσης για τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υπογράψει )όσον αφορά τα μνημονιακά μέτρα) δυόμισι μνημόνια, έχει αναζητήσει και βρει μέχρις ενός βαθμού ερείσματα στο εγχώριο και -ακόμη περισσότερο- το διεθνές σύστημα και ετοιμάζεται για την «καθαρή «έξοδο» σε συνθήκες εξόδου της οικονομίας από την ύφεση, έχει αναδειχθεί στον πιο φιλοατλαντικό πρωθυπουργό της Μεταπολίτευσης. Μπορεί, κόντρα σε όλα αυτά, να κάνει το 2018 ό,τι δεν έκανε το 2015; Μπορεί να το ισχυρίζεται κάποιος αυτό αν βλέπει τον Τσίπρα σαν… μπολσεβίκο που περιμένει να πάρει την εκδίκησή του.
Αυτό όμως είναι ένας φιλελεύθερος ρομαντισμός που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα: απλούστατα η κατηγορία των συμβιβαστικών και συμβιβασμένων αριστερών είναι κάτι τελείως διαφορετικό από τους μπολσεβίκους… Το νέο «στάτους» του ΣΥΡΙΖΑ αποδίδει πολύ καλά μια εικόνα των ημερών: τον κ. Τσακαλώτο να «καρφώνει» την κ. Αχτσιόγλου, υπενθυμίζοντάς της ότι δεν πρέπει να λέμε μεγάλα λόγια γιατί θα συνεχίσουμε να είμαστε υπό επιτήρηση, με σκληρότερη απ’ όλες αυτή των αγορών. Κάτι ξέρει ύστερα από τόσα χρόνια στο υπουργείο Οικονομικών, και σίγουρα κάτι θα άκουσε πρόσφατα στη Ν. Υόρκη…
Είναι βέβαιο ότι και ο συμβιβασμός του καλοκαιριού 2018 θα έχει οδυνηρά στοιχεία. Δεν θα υπάρξει ουσιαστική ρύθμιση του χρέους, το «πακέτο» της τέταρτης αξιολόγηση θα είναι βαρύ, όπως και το μεταμνημομνιακό πλαίσιο εποπτείας. Ωστόσο, για να παραβιάσεις τη δίαιτα που σου σύστησαν οι γιατροί, πρέπει πρώτα να πάρεις εξιτήριο από το νοσοκομείο. Η ώρα των υποσχέσεων θα έρθει μετά το εξιτήριο. Και επειδή οι περισσότερες και ουσιαστικότερες εξ αυτών δεν πρόκειται να εφαρμοστούν, είναι σφόδρα πιθανόν ότι οι εκλογές θα έρθουν πριν οι υποσχέσεις χρειαστεί να επαληθευτούν…