Γράφει ο Χρίστος Χ. Λιάπης*
Tην Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016, στη γειτονική μας Ιταλία, δόθηκε μια κρίσιμη δημοψηφισματική μάχη. Μια μάχη που καθορίζει εν πολλοίς την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, αλλά και τη γενικότερη προοπτικιή ολοκλήρου του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Η ήττα των υποστηρικτών των μεταρρυθμίσεων και του Ιταλού Πρωθυπουργού Ματτέο Ρένσι, εγκυμονεί σοβαρές περιπλοκές για το ήδη αποσαθρωμένο και δραματικά εκτεθειμένο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα και για την ευρύτερη προσπάθεια οικονομικής ανάκαμψης του Ευρωπαϊκού Νότου.
Η γενναία απόφαση του κ. Ρένσι να παραιτηθεί μετά την επικράτηση του αντιπάλου στρατοπέδου, πέραν των αλγεινών συγκριτικών αποτιμήσεων που γεννά στη μνήμη μας αντιπαραβαλλόμενη με τη χαμαιλεοντική στάση του Έλληνα Πρωθυπουργού μετά το αντίστοιχο ελληνικό Δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015, αποδεικνύει πως για κάθε σοβαρό πολιτικό ηγέτη που έχει την ευθύνη των εθνικών αποφάσεων σε αυτήν την τόσο κρίσιμη, για τα ευρωπαϊκά κράτη και τους λαούς, συγκυρία το κλειδί για την εξασφάλιση ενός καλύτερου ευρωπαϊκού μέλλοντος περνάει μέσα από την εμπέδωση και τη λαϊκή νομιμοποίηση των μεταρρυθμίσεων, διαρθρωτικών και συνταγματικών που οφείλουν να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη.
Μεταρρυθμίσεων οι οποίες δεν πρέπει, όμως, μόνον να απαιτούνται, υπό τη μονολιθική επιβολή πολιτικών λιτότητας, από τις οικονομικά ασφυκτιούσες χώρες του Νότου, αλλά να προωθούνται με γενναιότητα και στην ίδια τη θεσμική βάση και την κεντροδυτική καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει χρέος αλλά και αναγκαιότητα επιβίωσης την εκ νέου οικοδόμησή της, με άξονες την αλληλεγγύη, τη μεταρρυθμιστική ενσυναίσθηση των ισχυρών ετέρων προς τις ασθενέστερες χώρες και την εμπράγματη συλλογικότητα.
Αλλιώς κινδυνεύουμε να δούμε και άλλα “ΟΧΙ”, όπως το Ιταλικό. Κινδυνεύουμε, επίσης, να δώσουμε χώρο, πολιτική και πολιτειακή υπόσταση στα ανασυσταμένα φασίζοντα και νεοναζιστικά συμπυκνώματα της αγανάκτησης των ευρωπαϊκών λαών, όπως η υποψηφιότητα του Νόρμπερτ Χόφερ που απειλησε, αλλά ευτυχώς απέτυχε, να κερδίσει τις -επίσης κρίσιμες προεδρικές εκλογές της Αυστρίας, τις οποίες η αγωνιώδης συγκυρία θέλησε να συμπέσουν με το Ιταλικό Δημοψήφισμα.
Μπορεί, αυτή τη φορά, ο φασισμός να ηττήθηκε στην Αυστρία, γλιτώνοντας την ήδη θεσμικά και οικονομικά φυλλορροούσα Ευρώπη από την ανακιλήδωση της ιστορικής της διαδρομής με ένα νέο, δημοκρατικό -εν προκειμένω- “anschluss”, που θα προσαρτούσε -με εκλογική νομιμοποίηση- την Αυστρία στο ιδεολογικό άρμα του φασισμού. Όσο, όμως, η άκαμπτη αναλγησία των κεντρικών αποφάσεων της Ευρώπης, θα πρεσβεύει μονοσήμαντες περικοπές λιτότητας και όσο οι μεταρρυθμιστικής ροπής ηγέτες των οικονομικά ασθενέστερων χωρών θα αδυνατούν να επικοινωνήσουν στους λαούς τους την αναγκαιότητα εφαρμογής των διαρθρωτικών αλλαγών, οι δομικές ανεπάρκειες του ευρωπαϊκού μας οικοδομήματος θα εκκολάπτουν τα αυγά των φιδιών της ακροδεξιάς εκτροπής ή της αριστερόστροφης αυταπάτης ή γραφικότητας.
Η Αυστρία, ευτυχώς, γλίτωσε από την πρώτη, αλλά η Ιταλία του κ. Πέπε Γκρίλο, όπως και η Ελλάδα του κ. Τσίπρα, υπέκυψε στη δεύτερη. Η Κυριακή της 4ης Νοεμβρίου του 2016 ήταν ένα οδυνηρό “πατ”, μια οριακή ισοπαλία στην ιδεολογική και θεσμική σκακιέρα της Ευρώπης.
(στη φωτογραφία με τον Υπουργό Οικονομικών της Ιταλίας, Angelino Alfano)
*Ο Χρίστος Χ. Λιάπης είναι Ψυχίατρος – Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών.