Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Μέχρι στιγμής δεν έχω καταλάβει το πρόβλημα. Συνηθίζεται στην Ελλάδα που είναι προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία, όπως ορίζεται στο Σύνταγμα, η εκτελεστική εξουσία να ελέγχεται από τη νομοθετική. Ένα μέσο ελέγχου είναι και ο κοινοβουλευτικός έλεγχος, οι βουλευτικές επερωτήσεις προς υπουργούς. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν καταλαβαίνω τι το μεμπτό είχε η ερώτηση πέντε βουλευτών της ΝΔ προς τον υπουργό Άμυνας Πάνο Καμμένο για το ταξίδι του στο Μονακό.
Διάβασα κι εγώ, όπως και όλοι οι άλλοι Έλληνες, ότι ο Πάνος Καμμένος ήταν στο Μονακό το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος. Καλά έκανε ο άνθρωπος, ήταν προσκεκλημένος του Πρίγκηπα Αλβέρτου, τον οποίο έχει συναντήσει αρκετές φορές, με τελευταία στην Αθήνα, στο ματς ΑΕΚ-Μονακό για τον τελικό του Champions League του μπάσκετ και είδε και το φημισμένο grand prix της Formula 1. Θέλω να πω ότι δεν με απασχόλησε ιδιαίτερα το ταξίδι του κ. Καμμένου και δεν συμμερίζομαι ιδιαίτερα και τη θεώρηση ότι «ο τόπος καίγεται», άρα ο κάθε υπουργός πρέπει να μένει καρφωμένος στην καρέκλα του.
Οι βουλευτές της ΝΔ, όμως, θεωρούν ότι ο βίος του κ. Καμμένου είναι «προκλητικός» την ώρα, δε, που στις τουρκικές φυλακές βρίσκονται ακόμα οι δύο Έλληνες στρατιωτικοί. Ε, λοιπόν, δικαίωμά τους να υποβάλλουν όποια ερώτηση θέλουν στον υπουργό. Μπορεί να την απαντήσει, μπορεί και να την απορρίψει ως κακόβουλη και να μην απαντήσει καθόλου.
Αντ’ αυτού, τι έκανε ο κ. Καμμένος; Έγραψε στο twitter, φωτογραφίζοντας τους ερωτώντες βουλευτές της ΝΔ το ακόλουθο: «Η κατάντια είναι να κάνουν ερωτήσεις για ιδιωτικό ταξίδι με συνάντηση με αρχηγό κράτους: Αυτοί που παριστάνουν τους συνοδούς τ. μοντέλων για να καλύπτουν εραστές. Οι τρόφιμοι σε κότερα εμπόρων ναρκωτικών. Τα ψώνια της Μυκόνου που γδύνουν τις γυναίκες τους για ξαπλώστρα των 3000 ευρώ».
Χθες, δε, επιτέθηκε και στον Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, γράφοντας «Ωραία ατμόσφαιρα, τώρα βγήκε και ο «δικαίωμα τους να καίνε τη σημαία»ο επονομαζόμενος Μίλτος ή φερετζές. Ότι και να πει δεν συμφωνώ να δημοσιευτεί ο διάλογος από τη δικογραφία της Μυκόνου με την παραγγελία στο Λιμενάρχη».
Μπορεί, αν μιλούσαμε για άλλη χώρα, αυτού του είδους η πολιτική αντιπαράθεση να ήταν διασκεδαστική. Κάποιου είδους freak show που το παρακολουθείς εκ του μακρόθεν και δεν σε αγγίζει, γιατί είναι πολύ μακριά σου. Εδώ, όμως, ο πολιτικός λόγος εκχυδαΐζεται συστηματικά, χωρίς καμία απολύτως συνέπεια. Φύλλο δεν κουνιέται, δεν βαριέσαι μωρέ, ποιος ασχολείται. Έρχεται και Σαββατοκύριακο.
Το πρόβλημα με τα ανωτέρω tweets είναι ότι δεν είναι ούτε κατ’ ελάχιστον πολιτικά. Δεν είναι καν προϊόν ανθρώπινης αγανάκτησης. Το πιο ενδιαφέρον, όμως, είναι ότι κυρίως στελέχη και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δεν βρήκαν μια κακιά κουβέντα να μπουν γι’ αυτές τις αποστροφές. Είτε τις στήριξαν εμμέσως, είτε ένιψαν τας χείρας τους.
Κυριακή κοντή γιορτή όμως. Οι εκλογές πλησιάζουν στη χώρα και αυτό δεν είναι απειλή. Διαπιστωτικά, οι ΑΝΕΛ φλερτάρουν με το πολιτικό βάραθρο και, αν έρθει το Σκοπιανό στη Βουλή, μπορεί να αποτελέσει και μια ιδανική αφορμή για την οριστική διάρρηξη της πολιτικής σχέσης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Οι ΑΝΕΛ, όπως προδιαγράφει πλέον όλο το πολιτικό σκηνικό, είναι πολιτικός εταίρος με ημερομηνία λήξης, γι’ αυτό και πλέον κάνουν ξεχωριστό πολιτικό παιχνίδι, όπως μπορούν, για να μαζέψουν αυτούς που έφυγαν τα τελευταία χρόνια. Το στοίχημα της επιβίωσης, άλλωστε, είναι ιδιαίτερα κρίσιμο.
Ετοιμαστείτε, λοιπόν, γιατί θα έχουμε αρκετά ακόμα τέτοια tweets. Μέχρι τότε, μόνο μια απορία έχω. Τι θα έλεγαν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, από χαμηλόβαθμα ως κορυφαία, αν αυτά τα tweets τα είχε γράψει ο αναπληρωτής γραμματέας της Νομαρχιακής Οργάνωσης Καστοριάς της ΝΔ; Δύο μέτρα και δύο σταθμά, συνεπώς.