Παρότι η θερμοκρασία του πλανήτη αυξάνεται, τα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα παραμένουν σταθερά, αφήνοντας κάποιο περιθώριο ελπίδας για τις μελλοντικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Σύμφωνα με τις προειδοποιήσεις ομάδας ειδικών, η αποφυγή επικίνδυνων επιπέδων της κλιματικής αλλαγής εξακολουθεί να είναι εφικτή, αλλά θα απαιτήσει πρωτόγνωρη προσπάθεια και συντονισμό των κυβερνήσεων, των επιχειρήσεων, των πολιτών και των επιστημόνων για τα επόμενα τρία χρόνια. Οι προειδοποιήσεις για την υπερθέρμανση του πλανήτη έχουν επιταχυνθεί τους τελευταίους μήνες, παρά την παγωμένη ατμόσφαιρα που επικρατεί μετά την επίσημη ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ για απόσυρση των ΗΠΑ από το Σύμφωνο του Παρισιού.
Ο καιρός φέτος σημείωσε σε ορισμένες περιοχές ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών, ενώ το 2014, το 2015 και το 2016 χαρακτηρίστηκαν ως οι πιο καυτές χρονιές. Και ενώ οι θερμοκρασίες έχουν αυξηθεί, οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα παραμένουν σε γενικές γραμμές σταθερά χαμηλά τα τελευταία τρία χρόνια. Αυτό δίνει την ελπίδα ότι οι χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ? καταστροφικές ξηρασίες, πλημμύρες, καύσωνα και μη αναστρέψιμη άνοδος της στάθμης της θάλασσας ? μπορούν να αποφευχθούν, σύμφωνα με επιστολή που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Nature” αυτή την εβδομάδα.
Οι συντάκτες, συμπεριλαμβανομένων των πρώην επικεφαλής για το κλίμα του ΟΗΕ Κριστιάνας Φιγκέρες και Χανς Χοακιμ Σνελνχούμπερ της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την κλιματική αλλαγή, υποστηρίζουν ότι τα επόμενα τρία χρόνια θα είναι ζωτικής σημασίας. Υπολογίζουν πως εάν οι εκπομπές μπορούν να μειωθούν μόνιμα μέχρι το 2020, τότε δεν θα παραβιαστούν τα κατώτατα όρια θερμοκρασίας, τα οποία και οδηγούν στην ανεπιθύμητη κλιματική αλλαγή.
Η Φιγκέρες, εκτελεστική γραμματέας της Σύμβασης Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή, στο πλαίσιο της οποίας υπογράφηκε και το Σύμφωνο του Παρισιού, δήλωσε: «Είμαστε προ των πυλών, ώστε να μπορέσουμε να στρέψουμε την καμπύλη των εκπομπών προς τα κάτω μέχρι το 2020, όπως απαιτεί η επιστήμη, για την προστασία των στόχων της βιώσιμης ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, και ιδίως για την εξάλειψη της ακραίας φτώχειας». «Αυτή η μνημειώδης πρόκληση συμπίπτει με ένα άνευ προηγουμένου ανοιχτό πνεύμα απέναντι στην πρόκληση εκ μέρους των τοπικών κυβερνήσεων εντός των ΗΠΑ, αλλά και του ιδιωτικού τομέα γενικότερα. Η ευκαιρία που μας δίνεται τα επόμενα τρία χρόνια είναι μοναδική στην ιστορία».
Ο Σνελνχούμπερ, διευθυντής του Ινστιτούτου για την Κλιματική Έρευνα του Πότσνταμ, πρόσθεσε: «Τα μαθηματικά είναι κυνικά και σαφή: ενώ ο κόσμος δεν μπορεί να θεραπευτεί μέσα στα επόμενα χρόνια, μπορεί τελικά να τραυματιστεί θανάσιμα από αμέλεια [πριν το] 2020».
Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι ο χρόνος εξαντλείται γρήγορα, ώστε να εξουδετερωθούν οι χειρότερες επιπτώσεις της θέρμανσης και ορισμένα κομβικά σημεία ενδέχεται να έχουν ξεφύγει. Στο Σύμφωνο του Παρισιού, οι κυβερνήσεις δεσμεύτηκαν απέναντι σε έναν «φιλόδοξο» στόχο να κρατήσουν την αύξηση της θερμοκρασίας σε περίπου 1,5 C, επίπεδο που ελπίζουμε ότι θα σώσει τα περισσότερα από τα νησιά του πλανήτη με τα χαμηλά υψόμετρα από την πλημμύρα. Όμως, μια μεγάλη έρευνα έδειξε ότι αυτό καθίσταται γρήγορα αδύνατο.
Ο λιγότερο αυστηρός, αλλά σταθερότερος στόχος του Παρισιού για την αποτροπή της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 2 C, πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα είναι επίσης αμφίβολος. Οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι σηματοδοτεί την ανατροπή της τάσης των ανοδικών εκπομπών και την τεχνολογική πρόοδο που υπόσχεται μελλοντική μείωση των εκπομπών. Η χρήση ανανεώσιμης ενέργειας έχει αυξηθεί, δημιουργώντας ένα θεμέλιο για τη μόνιμη μείωση των εκπομπών. Η χρήση άνθρακα παρουσιάζει σαφή σημάδια μείωσης σε χώρες κλειδιά, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Ινδίας. Οι κυβερνήσεις, παρά τις διακηρύξεις του Τραμπ, προχωρούν με σχέδια για τη μείωση των αερίων θερμοκηπίου.
Οι συγγραφείς κάλεσαν τους πολιτικούς και επιχειρηματικούς ηγέτες να συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν τις εκπομπές και να εκπληρώνουν τους στόχους του Παρισιού χωρίς τις ΗΠΑ. «Όπως πριν από το Παρίσι, πρέπει να θυμόμαστε ότι το αδύνατο δεν είναι γεγονός, είναι μια στάση», έγραψαν.
Έθεσαν έξι στόχους για το 2020, οι οποίοι δήλωσαν ότι θα μπορούσαν να εγκριθούν κατά τη συνάντηση των G20 στο Αμβούργο στις 7-8 Ιουλίου. Αυτοί περιλαμβάνουν την αύξηση της ανανεώσιμης ενέργειας στο 30% της χρήσης της ηλεκτρικής ενέργειας, σχέδια από κορυφαίες πόλεις και κράτη να μειώσουν τις εκπομπές αερίων έως το 2050, ενώ το 15% των νέων οχημάτων που θα πωλούνται θα είναι ηλεκτρικά. Περιλαμβάνουν, όμως, και μεταρρυθμίσεις στη χρήση της γης, τη γεωργία, τη βαριά βιομηχανία και τον χρηματοπιστωτικό τομέα, προκειμένου να τονωθεί η πράσινη ανάπτυξη.
Ο καθηγητής Γκέιλ Γουάιτμαν, είπε ότι τα σημάδια από την τεχνική καινοτομία και τα οικονομικά είναι ενθαρρυντικά: «Η επιστήμη του κλίματος υπογραμμίζει τον αναπόφευκτο και επιτακτικό χαρακτήρα της πρόκλησής μας, αλλά εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι οι οικονομικές, τεχνικές και κοινωνικές αναλύσεις δείχνουν πως μπορούμε να ανυψώσουμε την πρόκληση μέσω της συλλογικής δράσης». Ενώ τα αέρια του θερμοκηπίου που εκπέμφθηκαν τους τελευταίους δύο αιώνες σταδιακά έχουν αρχίσει να επιδρούν, οι μελλοντικές αλλαγές είναι πιθανό να είναι ταχύτερες, φοβούνται οι επιστήμονες.
Ο Γιόχαν Ροκστρομ του Κέντρου Ανθεκτικότητας της Στοκχόλμης δήλωσε: «Είμαστε ευλογημένοι από έναν εξαιρετικά ανθεκτικό πλανήτη τα τελευταία 100 χρόνια, ικανό να απορροφήσει το μεγαλύτερο μέρος της κλιματικής κατάχρησης μας. Τώρα έχουμε φτάσει στο τέλος αυτής της εποχής και πρέπει να κάμψουμε άμεσα την παγκόσμια καμπύλη των εκπομπών, αν θέλουμε να αποφύγουμε τις μη ανεκτές συνέπειες για τον κόσμο μας».