Γράφει ο Ceteris Paribus
Ενώ οι σάλπιγγες παιανίζουν τη συμφωνία στο Μακεδονικό, η στήλη προτιμά να σχολιάσει ένα ζήτημα που μπορεί να αποδειχθεί πολύ σημαντικότερο όχι μόνο για τη διεθνή οικονομία αλλά και για την Ελλάδα: τον πόλεμο των δασμών, που κατατρώει τις σάρκες της «παγκοσμιοποίησης». Όχι φυσικά χωρίς αφορμή: Η Σύνοδος του G-7 στον Καναδά τινάχτηκε στον «αέρα» με πραγματικά «φαντασμαγορικό» τρόπο: όλοι εναντίον του Τραμπ και Τραμπ εναντίον όλων! Σε τι διαφέρουν; Οι υπόλοιποι θέλουν τον προστατευτισμό της παγκοσμιοποίησης, ο Τραμπ προτιμάει τον προστατευτισμό των δασμών. Απλούστατα, τα συμφέροντα είναι αποκλίνοντα…
Ωστόσο, υπάρχει ένα στοιχείο που πλέον χρήζει ερμηνείας: η πρωτοφανής ένταση που συνοδεύει τα διάφορα «επεισόδια» του πολέμου των δασμών. Ιδιαίτερα στην περίπτωση της συνόδου του G-7, οι εκατέρωθεν δηλώσεις «ξέφυγαν» πολύ πέρα από τα όρια των διπλωματικών κανόνων – και μάλιστα μεταξύ συμμάχων στο πάλαι ποτέ ενιαίο μπλοκ της Δύσης. Οι «πολεμικές» δηλώσεις Τραμπ κατά Τριντό και τούμπαλιν θύμισαν ανταλλαγές «πυρών» μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων αξιωματούχων στη φάση της κορύφωσης του Ψυχρού Πολέμου…
Τι εξηγεί αυτή την ένταση; Σε παρελθούσα αρθογραφία έχω υποστηρίξει πως είναι μια ένταση με αιτία: την τάση ριζικής ανατροπής των παγκόσμιων οικονομικών συσχετισμών (πορεία της Κίνας για κατάκτηση της πρώτης θέσης στην κλίμακα της παγκόσμιας οικονομικής ισχύος και άνοδος της Ανατολής σε βάρος της Δύσης). Όμως ο τρόπος που ο Αμερικανός πρόεδρος μεθοδεύει τον πόλεμο των δασμών έχει τόσο «δραματικό» και επείγοντα χαρακτήρα, τόση έλλειψη «τακτ» και τόσο επιδεικτική αδιαφορία για τις επιπτώσεις της πολιτικής του στις παγκόσμιες σχέσεις, ώστε μοιάζει να εμπνέεται από την αίσθηση πως «δεν υπάρχει αύριο».
Το γεγονός ότι η άνοδος της Κίνας στη θέση της πρώτης οικονομικής δύναμης στον κόσμο προδιαγράφεται σε περίπου 10 χρόνια, προσδίδει ασφαλώς στην όποια στρατηγική απάντηση των ΗΠΑ επείγοντα χαρακτήρα. Δεν εξηγεί όμως τον «μπρουτάλ» τρόπο με τον οποίο υλοποιεί αυτή τη στρατηγική η διοίκηση του Λευκού Οίκου.
Τι συμβαίνει λοιπόν; Μπορούμε άραγε να τα ερμηνεύσουμε όλα με τα προσωπικά χαρακτηριστικά του Ντόναλντ Τραμπ; Θα ήταν ασύγγνωστη επιπολαιότητα. Κάτι άλλο συμβαίνει, που κάνει τον μεν Ντόναλντ Τραμπ να συμπεριφέρεται σαν να «μην υπάρχει αύριο», τους δε υπόλοιπους να χάνουν την υπομονή τους μαζί του αρκετά εύκολα.
Τι είναι αυτό που «βλέπουν» όλοι στον ορίζοντα;
Αυτό το «κάτι άλλο» δεν είναι κάποιο καλά κρυμμένο μυστικό, κάτι που κανείς δεν έχει σκεφτεί, κάτι που απουσιάζει από το δημόσιο διάλογο και την αρθρογραφία. Αντίθετα, είναι τόσο κοινό και παρουσιάζεται με τόσο πληθωρικό τρόπο, ώστε είναι απορίας άξιο γιατί ο προβληματισμός δεν κάνει το λογικό επόμενο βήμα. Μιλάμε φυσικά για τις προβλέψεις -κι όχι απλώς τους φόβους- μεγάλης μερίδας αναλυτών ότι ένα νέο «2008» είναι αναπόφευκτο.
Η λίστα με τη σχετική αρθρογραφία και τις εκθέσεις των πλέον «αρμόδιων» εκπροσώπων της αγοράς είναι ατελείωτη. Πρόσφατα, ο κορυφαίος αναλυτής της Bank of America Merrill Lynch κ. Michael Hartnett κωδικοποίησε ως εξής τις ενδείξεις και τα τεκμήρια περί τέλους του ανοδικού κύκλου και περί «φούσκας» ιστορικών διαστάσεων στις αγορές:
- Το 2017 το Bitcoin έφθασε στα 19.600 δολάρια από 300 δολάρια σε διάστημα τριών ετών – η μεγαλύτερη φούσκα όλων των εποχών.
- Πίνακας του Da Vinci πωλείται έναντι 450 εκατ. δολαρίων (ποσό το οποίο ένας μέσος Αμερικανός πολίτης θα χρειαστεί 7.500 χρόνια για να αποκτήσει).
- Το 2017, η Αργεντινή (με οκτώ χρεοκοπίες σε 202 χρόνια και με πρόσφατη τη νέα προσφυγή στο ΔΝΤ) εξέδωσε διάρκειας 100 ετών – και οι αγορές το αποδέχτηκαν.
- Τα ευρωπαϊκά ομόλογα junk (ομόλογα κατώτατης διαβάθμισης – «σκουπίδια») έχουν αποτίμηση υψηλότερη από τα 10ετή αμερικανικά κρατικά ομόλογα.
- Η κεφαλαιοποίηση του Facebook ξεπέρασε το ΑΕΠ της Ινδίας.
- Το 2018, τα κρατικά ομόλογα με αρνητικές αποδόσεις αυξάνονται συνεχώς, με την αποτίμησή τους να ξεπερνά τα 10 τρισ. δολάρια.
- Το 2018, το P/E (ο λόγος της τιμής μιας μετοχής προς κέρδος) του S&P 500 (αμερικανικός βιομηχανικός χρηματιστηριακός δείκτης) είναι μεγαλύτερο από 20, κάτι που έχει συμβεί μόνο 12 φορές τα τελευταία 120 χρόνια.
- Το 2018, το P/B (ο λόγος της χρηματιστηριακής τιμής προς τη λογιστική αξία) του S&P 500 ξεπερνά το 3, κάτι που έχει συμβεί μόνο πέντε φορές τα τελευταία 70 χρόνια.
- Οι φοροαπαλλαγές ύψους 1,5 τρισ. δολαρίων στις ΗΠΑ, συμπίπτουν με έκδοση εταιρικών ομολόγων 1,5 τρισ. και επαναγορά μετοχών από αμερικανικές εταιρείες ύψους 0,9 τρισ. δολαρίων. Οι φοροαπαλλαγές δεν έγιναν επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αλλά «ενέπνευσαν» επενδύσεις σε χρηματο-οικονομικά προϊόντα και νέα εταιρικά δάνεια.
- Στις 22 Αυγούστου του 2018 η bull market (ανοδικός κύκλος της αγοράς) για τον S&P 500 θα γίνει η μακροβιότερη όλων των εποχών.
Η «ακίδα» που όλοι φοβούνται ότι μπορεί να προκαλέσει το σκάσιμο αυτής της «φούσκας» είναι, κατά περίπτωση, η εν εξελίξει άρση της πολιτικής του φτηνού χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες, ο εμπορικός πόλεμος ή η υπερθέρμανση των γεωπολιτικών εστιών αντιπαράθεσης.
Στη νέα κρίση, όλοι εναντίον όλων;
Το μεγάλο ερώτημα είναι: Το πανθομολογούμενο ενδεχόμενο ενός νέου «2008» θα εμπνεύσει την εξομάλυνση των διεθνών οικονομικών σχέσεων ή μια διαχείριση με τη μέθοδο «καθείς για τον εαυτό του και όλοι εναντίον όλων»; Φαίνεται πως η απάντηση είναι μπροστά στα μάτια μας, και αυτό είναι το συγκλονιστικό νέο από την κατάρρευση της συνόδου του G-7 στον Καναδά! Οι πιθανότητες στην επόμενη κρίση οι «μεγάλοι» της διεθνούς οικονομίας να βρεθούν σε γενικευμένοι πόλεμο μεταξύ τους είναι πλέον ισχυρότατες.
Το συνεπαγόμενο ερώτημα είναι: γιατί τέτοιος «παραλογισμός»; Για τρεις βασικούς λόγους:
- Διότι η μέθοδος διαχείρισης της κρίσης του 2008, όπου με συντονισμένες πολιτικές των κεντρικών τραπεζών όλοι μαζί διέφυγαν τα χειρότερα, είναι εξαιρετικά δύσκολο να επαναληφθεί. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν «φορτώσει» τρομακτικά τους ισολογισμούς τους με την πολιτική του φτηνού χρήματος («ποσοτική χαλάρωση») και τώρα, όσο και να τρέξουν, δεν θα προλάβουν να τους εξυγιάνουν μέχρι την επόμενη βύθιση. Η πολιτική του φτηνού χρήματος διατηρήθηκε για πολύ και προσέλαβε αδιανόητες διαστάσεις, αποτελώντας ένα ιστορικών διαστάσεων και υψηλού ρίσκου οικονομικό πείραμα. Η εκκίνηση της διαδικασίας να «μαζευτεί» άργησε, και προχωρεί με ρυθμούς που δεν υπόσχονται εξυγίανση των ισολογισμών πριν την επόμενη κρίση! Οι κεντρικές τράπεζες βρίσκονται εγκλωβισμένες στην εξής αντίφαση: Για να προλάβουν να εξυγιάνουν τους ισολογισμούς τους πριν την επόμενη κρίση, πρέπει να επισπεύσουν την άρση της πολιτικής του φτηνού χρήματος, αλλά μια τέτοια επίσπευση θα επισπεύσει το χρόνο εκδήλωσης της επόμενης κρίσης.
- Διότι, το κρατικό χρέος, για όλες τις μεγάλες οικονομικές δυνάμεις, έχει αυξηθεί θεαματικά σε σχέση με το 2008 (μεσοσταθμικά, πάνω από 20 ποσοστιαίες μονάδες). Επιπλέον, έχουν αυξηθεί οι «αποστάσεις» (η Ιαπωνία έχει δυσθεώρητο χρέος, οι ΗΠΑ επικίνδυνα υψηλό, η Ιταλία ακόμη χειρότερα, η Γαλλία στα όρια του «κόκκινου», ενώ για την Κίνα δεν γνωρίζουμε τις ακριβείς του διαστάσεις). Δεν θα ξεκινούν όλες από το ίδιο σημείο και θα έχουν όλες τις ίδιες ανάγκες διαχείρισης του κινδύνου. Το γεγονός αυτό θα απαιτήσει μια πολιτική φτηνού χρήματος στο τετράγωνο και στον κύβο σε περίπτωση νέας κρίσης, κάτι που θα ήταν όχι απλώς πολιτική υψηλού ρίσκου αλλά σκέτος τυχοδιωκτισμός.
- Η λογική, αλλά και η ιστορία λένε ότι η απάντηση στις μεγάλες διαρθρωτικές κρίσεις είναι η οικοδόμηση ενός νέου μοντέλου παραγωγής και συσσώρευσης. Έτσι έγινε μετά την κρίση του 1929 (η απάντηση ήταν ο κεϊνσιανισμός), έτσι έγινε μετά την κρίση του 1972-72 (η απάντηση ήταν ο νεοφιλελευθερισμός). Το παράδοξο με την κρίση του 2008 είναι ότι ξαναστήθηκε στα πόδια του το ίδιο ακριβώς μοντέλο που μπήκε σε κρίση. Αν το ίδιο αυτό μοντέλο μπει σε κρίση για δεύτερη φορά και μάλιστα στη διάρκεια μιας δεκαπενταετίας, τότε η παγκόσμια οικονομία θα μπει σε αχαρτογράφητα ύδατα και θα είναι εξαιρετικά δύσκολο, ακόμη και αν υπήρχε η θέληση, να υπάρξει κοινός βηματισμός και κοινές απαντήσεις στα προβλήματα.
Υπάρχει λοιπόν κάτι πιο επείγον από την πορεία ανατροπής των παγκόσμιων συσχετισμών: η επόμενη κρίση, που κατά τα φαινόμενα θα «προηγηθεί». Και τα δεδομένα προμηνύουν ότι η μέθοδος διαχείρισης της κρίσης του 2008 δεν μπορεί να επαναληφθεί. Για πρώτη φορά από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, θα πάμε σε μια κρίση όπου οι μεγάλες οικονομικές δυνάμεις θα πολιτευτούν με δασμούς, εμπορικό πόλεμο και πιθανότατα πόλεμο… χρεών.
Έτσι εξηγείται η πολιτική Τραμπ σαν να «μην υπάρχει αύριο», αλλά και η υπερβάλλουσα νευρικότητα όλων των υπόλοιπων. Το βλέπουν να ’ρχεται… Το θέμα είναι να το δούμε και όλοι εμείς οι υπόλοιποι, και να το αξιολογήσουμε αναλόγως…