Η ανάπτυξη των δημόσιων και ιδιωτικών κατασκευαστικών έργων, ο εκσυγχρονισμός του παραγωγικού δυναμικού του κλάδου θα απαιτήσουν σημαντικά αυξημένους πόρους χρηματοδότησης. Ποιες μεγάλες προκλήσεις «βλέπει» η πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ για τον κλάδο. Τα ανοιχτά θέματα και το θεσμικό πλαίσιο.
Η ανάπτυξη των δημόσιων και ιδιωτικών κατασκευαστικών έργων, η συμμετοχή σε δημόσια έργα και ο εκσυγχρονισμός του παραγωγικού δυναμικού του κλάδου θα απαιτήσουν σημαντικά αυξημένους πόρους χρηματοδότησης από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τόσο σε κεφάλαια κίνησης όσο και σε μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα δανειακά κεφάλαια. Αυτό εκτιμά η πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ, σε συνεργασία με το ΤΜΕΔΕ, για τις προοπτικές και προκλήσεις του Κατασκευαστικού κλάδου.
Το θέμα χρηματοδότησης
Όπως αναφέρεται, η προοπτική ανάπτυξης για τον τομέα των Κατασκευών θα ενισχύσει σημαντικά τα μεγέθη των επιχειρήσεων του τομέα τα επόμενα χρόνια. Με βάση την κατανομή της αξίας παραγωγής του τομέα των Κατασκευών (κλάδος Κατασκευών και Δραστηριότητες Αρχιτεκτόνων και Μηχανικών) ανά κατηγορία μεγέθους επιχειρήσεων και τις προβλέψεις για την αξία παραγωγής του τομέα την περίοδο 2023-2026, εκτιμήθηκε το ύψος και η κατανομή του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων με βάση το μέγεθος (πολύ μικρές, μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις) για την περίοδο 2022-2026. Συνολικά, ο κύκλος εργασιών του τομέα εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί σημαντικά την εξεταζόμενη περίοδο, φτάνοντας τα 21,4 δισ. ευρώ το 2026.
Η προσδοκώμενη αύξηση του κύκλου εργασιών των τεχνικών και μελετητικών επιχειρήσεων, θα τροφοδοτήσει και την αύξηση του τραπεζικού δανεισμού τους. Εκτιμάται ότι ο συνολικός καθαρός τραπεζικός δανεισμός των επιχειρήσεων του τομέα την περίοδο 2023-2026 θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 972 εκατ. έως 1,77 δισ. ευρώ. Για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, η αύξηση του συνολικού καθαρού τραπεζικού δανεισμού κυμαίνεται από 174 έως 317 εκατ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 18% της συνολικής αύξησης. Οι μικρές επιχειρήσεις συγκεντρώνουν το 22%, οι μεσαίες το 24% και οι μεγάλες το 36% της συνολικής αύξησης του καθαρού τραπεζικού δανεισμού. Ωστόσο, η έρευνα μάλλον δεν φαίνεται να υπολογίζει τις ανάγκες ισχυρών ομίλων όπως οι ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Intrakat – ΑΚΤΩΡ, ΑΒΑΞ, ΜΕΤΚΑ (Mytilineos) που προωθούν επενδύσεις ή συμμετέχουν σε σχήματα που έχουν αναλάβει Παραχωρήσεις/ΣΔΙΤ πολλών δισ. ευρώ.
Οι προκλήσεις του τομέα
Αν και οι προοπτικές για την ανάπτυξη των Κατασκευών και τη μεγιστοποίηση της συμβολής τους στην ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια είναι ιδιαίτερα θετικές, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις για τον κλάδο. Σε αυτές περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων ζητήματα που σχετίζονται με το ανθρώπινο δυναμικό και τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων του κλάδου, με το θεσμικό πλαίσιο του συστήματος παραγωγής δημοσίων έργων και τον εθνικό σχεδιασμό για τις υποδομές, με την ενσωμάτωση τεχνολογίας και τη ψηφιοποίηση των Κατασκευών ώστε να ενισχυθεί η παραγωγικότητα του κλάδου και, τέλος, με την υιοθέτηση των προτύπων ESG από τις κατασκευαστικές επιχειρήσεις. Η ανεπάρκεια εργατικού δυναμικού προβάλει ως το βασικό εμπόδιο ανάπτυξης το 2023, ενώ και οι δυσκολίες χρηματοδότησης αξιολογούνται επίσης αρνητικά ως προς την επίπτωσή τους στην κατασκευαστική δραστηριότητα. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού συνεπάγεται καθυστερήσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση του προϋπολογισμού και μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων των έργων.
Το εργατικό «κενό»
Η προοπτική ισχυρής ανάπτυξης της εγχώριας κατασκευαστικής δραστηριότητας θα δημιουργήσει πρόσθετες ανάγκες σε εργατικό δυναμικό διαφόρων ειδικοτήτων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης, το σύνολο των εργαζόμενων στις Κατασκευές θα πρέπει να αυξηθεί την περίοδο 2024-2026 σε περίπου 250 χιλ. εργαζόμενους, επίπεδο που είναι κατά 51 έως 55 χιλ. εργαζόμενους υψηλότερο σε σύγκριση με το σύνολο της απασχόλησης στις Κατασκευές το 2022 (197 χιλ. εργαζόμενοι). Πάντως, εν μέσω των ελλείψεων εργατικού δυναμικού, ιδιαίτερα ανησυχητική είναι η τάση μείωσης της συμμετοχής των νέων στο εργατικό δυναμικό του κλάδου των Κατασκευών στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία.
Το 2022 οι νέοι ηλικίας 15-24 ετών αποτελούσαν μόλις το 3,4% του εργατικού δυναμικού του κλάδου (από 9,5% το 2008), όταν στην ΕΕ-27, στην οποία επίσης καταγράφεται ηπιότερη πτωτική τάση, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν κατά μέσο όρο 7,9%. Μάλιστα, το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο και από τη συμμετοχή των νέων 15-24 ετών στο σύνολο των κλάδων της ελληνικής οικονομίας (4,1% το 2022). Έτσι, η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ-27 ως προς τη συμμετοχή των νέων στο εργατικό δυναμικό του κλάδου των Κατασκευών. Αυτή η τάση μείωσης των νέων εργαζόμενων, η οποία συνδέεται και με τη σχετική καθυστέρηση της εισαγωγής των νέων στην αγορά εργασίας (λόγω π.χ. σπουδών), επηρεάζει τη μεταφορά υφιστάμενων γνώσεων και ικανοτήτων και υποσκάπτει την τρέχουσα και μελλοντική ανταγωνιστικότητα του κλάδου των Κατασκευών.
Για την κάλυψη των κενών θέσεων εργασίας σε διάφορους κλάδους της οικονομίας, καθορίστηκε ανώτατος αριθμός αδειών διαμονής πολιτών τρίτων χωρών για εργασία για τα έτη 2023 και 2024 (ΦΕΚ Β 2189/3.4.2023). Οι μετακλήσεις εργαζομένων από τρίτες χώρες κατανέμονται σε κλάδους στους οποίους δεν υπάρχει προσφορά εργασίας από Έλληνες εργαζόμενους. Στον κλάδο των Κατασκευών, επί συνόλου αιτημάτων για 12.884 θέσεις εργασίας, το ανώτατο όριο ορίστηκε σε 10.338 θέσεις και αφορά κυρίως σε ειδικευμένους οικοδόμους για τους οποίους με βάση τα στοιχεία της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ) διαπιστώθηκαν μεγάλες ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού. Επισημαίνεται ότι την προηγούμενη περίοδο 2021-2022 δεν υπήρχαν αιτήματα από επιχειρήσεις του κλάδου των Κατασκευών. Για τους εργαζόμενους από τρίτες χώρες ισχύει το ίδιο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις των Ελλήνων/Ευρωπαίων εργαζομένων (αμοιβές, κατώτατος μισθός, ωράριο, υγιεινή – ασφάλεια, κ.λπ.). Επιπλέον για τους εποχικούς εργαζόμενους θα πρέπει να εξασφαλίζεται κατάλυμα για τη διαμονή τους.
Οι εγγυητικές
Η προοπτική περαιτέρω αύξησης των κατασκευαστικών έργων τα επόμενα χρόνια δημιουργεί ανάγκες πρόσθετης χρηματοδότησης, περιλαμβανομένων των εγγυήσεων για τη συμμετοχή και την καλή εκτέλεση των έργων. Τις ανάγκες αναζήτησης πρόσθετης χρηματοδότησης και ρευστότητας επιτείνουν οι καθυστερήσεις πληρωμών των κατασκευαστικών επιχειρήσεων, περιλαμβανομένου του τομέα των δημοσίων έργων. Οι δυσκολίες στη χρηματοδότηση και το χρηματοδοτικό κενό μπορεί να περιοριστούν με τη χρήση διάφορων χρηματοδοτικών εργαλείων (π.χ. εγγυητικά κεφάλαια, επιδότηση επιτοκίου, κ.ά.), ώστε αντίστοιχα να υλοποιηθούν απρόσκοπτα οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε κατασκευαστικά έργα τα επόμενα χρόνια. Η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων του κατασκευαστικού και μελετητικού κλάδου εκτιμάται ότι θα πρέπει να ενισχυθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, ώστε να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες κεφαλαίων κίνησης, επενδύσεων, ανάπτυξης έργων, έκδοσης εγγυητικών επιστολών συμμετοχής σε διαγωνισμούς, καλής εκτέλεσης έργων, κ.λπ.. Αυτό θα πρέπει να συμβεί σε ένα περιβάλλον υψηλού κόστους δανεισμού και περιορισμένης πρόσβασης σε δανειακά κεφάλαια, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Οι εκδόσεις εγγυητικών επιστολών συνεκτιμώνται στον συνολικό δανεισμό των κατασκευαστικών επιχειρήσεων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα οποία επιβάλλουν και όρια χρηματοδότησης ανά κλάδο και επιχείρηση, στο πλαίσιο της διαχείρισης των κινδύνων τους και των προβλέψεων του κανονιστικού πλαισίου. Λόγω της σημαντικής αναμενόμενης ανάπτυξης της κατασκευαστικής δραστηριότητας, το ύψος των απαιτούμενων εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης εκτιμάται ότι θα αυξηθεί σημαντικά. Ενδεικτικά, με την υπόθεση ότι η ολοκλήρωση ενός έργου απαιτεί τρία έτη κατά μέσο όρο (το διάστημα αυτό είναι αρκετά μεγαλύτερο για μεγάλα έργα υποδομών), για το σύνολο των έργων που δημοπρατήθηκαν το 202322 (με προϋπολογισμό άνω του ενός εκατ. ευρώ) απαιτείται η έκδοση εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης ύψους περίπου 346 εκατ. ευρώ. Αν το ποσό αυτό προστεθεί στο συνολικό ύψος των εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης για τα έργα της προηγούμενης διετίας που θεωρούμε ότι δεν έχουν ολοκληρωθεί, προκύπτει ένα συνολικό ποσό της τάξης των 805 εκατ. ευρώ, το οποίο είναι σημαντικά αυξημένο σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια χαμηλότερης δραστηριότητας.
Καθυστερήσεις πληρωμών
Τις ανάγκες αναζήτησης πρόσθετης χρηματοδότησης και ρευστότητας επιτείνουν οι καθυστερήσεις πληρωμών προς τις κατασκευαστικές επιχειρήσεις, περιλαμβανομένου του τομέα των δημοσίων έργων. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι εξαιτίας αυτών των καθυστερήσεων το ποσοστό των έγκαιρων πληρωμών στον κλάδο των Κατασκευών στην Ελλάδα είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη, καθώς μόνο μία στις τέσσερις πληρωμές πραγματοποιείται εμπρόθεσμα. Απαιτείται συνεπώς η λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση των καθυστερήσεων πληρωμών. Οι δυσκολίες στη χρηματοδότηση και το χρηματοδοτικό κενό μπορεί να αμβλυνθούν με τη χρήση διάφορων χρηματοδοτικών εργαλείων (π.χ. εγγυητικά κεφάλαια, επιδότηση επιτοκίου, κ.ά.), ώστε αντίστοιχα να υλοποιηθούν απρόσκοπτα οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε κατασκευαστικά έργα τα επόμενα χρόνια.
Το Θεσμικό πλαίσιο
Σε σχέση με το θεσμικό πλαίσιο, και δεδομένων των μεγάλων αυξήσεων στο κόστος κατασκευής, αναδείχθηκε η ανάγκη συστηματικής λειτουργίας του μηχανισμού καθορισμού των συντελεστών αναθεώρησης των τιμών που θα καλύπτει όλο το φάσμα των επιμέρους στοιχείων κόστους, ώστε να περιορίζεται η αβεβαιότητα για τους συμμετέχοντες σε διαγωνισμούς δημοσίων έργων και τα σχετικά προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν στη διάρκεια υλοποίησης των έργων. Σε αυτό θα συμβάλλει η ανάπτυξη, λειτουργία και διαχείριση του Ενιαίου Συστήματος Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών και του Ηλεκτρονικού Συστήματος Προσδιορισμού Κόστους Συντελεστών Παραγωγής Τεχνικών Έργων, η οποία δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί.
Η ψηφιοποίηση
Άλλες παρεμβάσεις για την περαιτέρω βελτίωση του συστήματος παραγωγής δημοσίων έργων περιλαμβάνουν την επέκταση της ψηφιοποίησης των διαδικασιών δημοσίων προμηθειών και την ενίσχυση της διαλειτουργικότητας μεταξύ των πληροφοριακών συστημάτων, την εισαγωγή πολλαπλών κριτηρίων για την επιλογή του αναδόχου, την ευρεία χρήση εξωδικαστικών τρόπων επίλυσης διαφορών, όπως είναι η διαμεσολάβηση και οι επιτροπές εμπειρογνωμόνων και η διαιτησία, κανονιστικές παρεμβάσεις για την επιτάχυνση διαδικασιών και την εξασφάλιση συνέχειας μεταξύ συμβάσεων και εκτέλεσης και συντήρησης έργων, τη διασφάλιση αξιόπιστων και εφαρμόσιμων μελετών, την αναμόρφωση του μηχανισμού διαμόρφωσης προϋπολογισμών, την ενίσχυση της διαφάνειας και την εξασφάλιση συνθηκών ελεύθερου ανταγωνισμού, την εφαρμογή του ΠΔ 71/1019 σχετικά με τα Μητρώα συντελεστών παραγωγής δημοσίων και ιδιωτικών έργων, μελετών, τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών και τον αυστηρό έλεγχο και επίβλεψη στη διάρκεια κατασκευής κάθε έργου. Τα χαμηλά ποσοστά ψηφιοποίησης, αλλά και η έλλειψη επενδύσεων από τις κατασκευαστικές επιχειρήσεις, αποτελούν δύο μείζονες προκλήσεις για την ανθεκτικότητα και την ανταγωνιστικότητα του τομέα.
Καθώς ο τομέας αποτελείται κυρίως από μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα περιθώρια για επενδύσεις σε καινοτόμες τεχνολογίες είναι γενικά χαμηλά και η ανάγκη για χρηματοδοτική στήριξη και παροχή άλλων οικονομικών κινήτρων είναι υψηλή. Η πρόσφατη ανακοίνωση της Εθνικής Στρατηγικής και του οδικού χάρτη για την εφαρμογή του Building Information Modelling (BIM) στην Ελλάδα, αποτελεί θετική εξέλιξη.
Η εφαρμογή του BIM εκτιμάται ότι θα συμβάλλει καταλυτικά στην παράγωγη βιώσιμων και ανθεκτικών έργων, βελτιώνοντας τη διαδικασία ανάθεσης μελετών, κατασκευής και συντήρησης των δημόσιων έργων. Για την ενσωμάτωση των αλλαγών που προϋποθέτει η Εθνική Στρατηγική BIM απαιτείται χρόνος για την ευρεία ανάπτυξη των απαραίτητων δεξιοτήτων, ώστε οι επιχειρήσεις του κλάδου να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις και να προμηθευτούν τον απαραίτητο εξοπλισμό.
Η ανάγκη σύνταξης Εθνικού Στρατηγικού Σχεδιασμού
Τέλος, υφίσταται ανάγκη σύνταξης Εθνικού Στρατηγικού Σχεδιασμού Υποδομών και Κατασκευών, στον οποίο θα τίθενται προτεραιότητες, θα καθορίζονται οι προγραμματισμένες και προβλεπόμενες επενδύσεις σε μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές υποδομές, θα εξειδικεύονται οι πόροι χρηματοδότησης για κρίσιμα έργα υποδομής, περιλαμβανομένης της συντήρησής τους, και θα προσδιορίζονται οι ανάγκες εργατικού δυναμικού και δεξιοτήτων για την υλοποίησή τους. Το εθνικό σχέδιο υποδομών θα παρέχει σημαντική υποστήριξη στον κατασκευαστικό τομέα, βοηθώντας τον στον τεκμηριωμένο επιχειρησιακό σχεδιασμό και στην υλοποίηση των απαιτούμενων επενδύσεων σε δεξιότητες και βελτίωση της παραγωγικότητας.
Δημόσια έργα υποδομών και κατασκευών
Τα δημόσια τεχνικά έργα αποτελούν ένα σημαντικό τμήμα της αγοράς κατασκευών. Η εγχώρια αγορά κατασκευής δημόσιων έργων τη δεκαετία του 2010 διήλθε μια περίοδο κατά την οποία το πλήθος και ο προϋπολογισμός των δημοπρασιών δημοσίων έργων είχαν περιοριστεί σημαντικά (ΙΟΒΕ, 2021). Σύμφωνα με στοιχεία που έχει συγκεντρώσει ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Τεχνικών Εταιριών (ΣΑΤΕ), την τριετία 2018-2020 δημοπρατήθηκαν κατά μέσο όρο 699 έργα ετησίως, με προϋπολογισμό άνω του ενός εκατ. ευρώ . Ωστόσο, τα επόμενα έτη το πλήθος των δημοπρατήσεων αυξήθηκε σημαντικά και το 2023 ανήλθε στα 1.218 έργα. Παρόμοια είναι και η εικόνα του συνολικού προϋπολογισμού των έργων άνω του ενός εκατ. ευρώ. Ειδικότερα, ο συνολικός προϋπολογισμός των έργων που δημοπρατήθηκαν ενισχύθηκε σημαντικά τη διετία 2021/2022 και το 2023 ανήλθε σε 6,9 δισ. ευρώ, επίπεδο υπέρ-διπλάσιο σε σύγκριση με το μέσο επίπεδο της περιόδου 2018-2020 (2,9 δισ. ευρώ). Η τάση αυτή υποδηλώνει ότι τα επόμενα χρόνια αναμένεται αξιοσημείωτη ενίσχυση της κατασκευαστικής δραστηριότητας έργων υποδομών.
Η σημαντική μείωση του αριθμού των νέων έργων τη δεκαετία του 2010 είχε οδηγήσει στην επικράτηση οξύτατου ανταγωνισμού στις δημοπρατήσεις έργων, ο οποίος έχει οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του ποσοστού των εκπτώσεων. Το 2018 το μέσο ποσοστό έκπτωσης του τελικού ανάδοχου του έργου προσέγγισε ή ξεπέρασε το 57% σε σχέση με τον αρχικό προϋπολογισμό, όταν για παράδειγμα το 2012 το μέσο ποσοστό έκπτωσης ήταν 37%. Το μέσο ποσοστό έκπτωσης υποχώρησε σταδιακά την επόμενη περίοδο 2019-2021 σε περίπου 45%, ωστόσο μεγάλη μείωση σημειώθηκε το 2022 και το 2023, όταν το μέσο ποσοστό έκπτωσης υποχώρησε σε 30,1% και 22,6% αντιστοίχως εξαιτίας της σημαντικής αύξησης του κόστους κατασκευής, αλλά και της αύξησης του πλήθους των δημοπρατούμενων έργων.
Πηγή sofokleous10.gr