Γράφει ο Ceteris Paribus
Ένα γνωστό στρατιωτικό τέχνασμα λέει ότι ο στρατηγός που θέλει να μεταδώσει στο στρατό του την ψυχολογία της μάχης μέχρις εσχάτων, καταστρέφει τις γέφυρες για την οπισθοχώρηση. Καθιστώντας αδύνατη την οπισθοχώρηση, οι στρατιώτες του δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να αγωνιστούν με πλήρη αυταπάρνηση, μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματός τους…
Το chicken game της θεωρίας των παιγνίων μοιάζει κάπως με αυτό το τέχνασμα: προσπαθώντας καθένας να πείσει τον αντίπαλό του ότι θα πατάει γκάζι αδιαφορώντας για τη μετωπική πρόσκρουση, οι δύο ανταγωνιστές μπορεί κάλλιστα να φτάσουν στο σημείο όπου πλέον κανένας δεν θα μπορεί να στρίψει ακόμη και αν τελευταία στιγμή το θέλει…
Σε αυτό ακριβώς το σημείο, όπου τα εκατέρωθεν «τετελεσμένα» δυσκολεύουν το «στρίψιμο» τόσο της μίας όσο και της άλλης πλευράς, βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή, λίγες ώρες πριν την έναρξη του κρίσιμου Eurogroup. Χθες, τόσο ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όσο και ο Αλέξης Τσίπρας φρόντισαν να οχυρωθούν πίσω από τις «κόκκινες γραμμές» τους, που αν ισχύσουν μέχρι τέλους, η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Ο Κ. Σόιμπλε, στο περιθώριο της συνάντησης των G-20, δήλωσε ότι δεν υπάρχει σύγκλιση καθώς οι διαφορές παραμένουν μεγάλες. Όσο για τον Αλέξη Τσίπρα, κλείνοντας τη συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις στη Βουλή, έθεσε κάποιες «κόκκινες γραμμές» που δεν μπορεί πλέον να τις παραβιάσει χωρίς να κλονιστεί η ίδια η κυβέρνησή του.
Διαπραγματευτικά τεχνάσματα, θα σπεύσει να πει κάποιος… Προσερχόμενες σε μια σκληρή και δύσκολη διαπραγμάτευση, οι δύο πλευρές επιμελούνται το προφίλ του ανυποχώρητου, για να κερδίσουν τα περισσότερα στο πλαίσιο ενός αναπόφευκτου συμβιβασμού. Είναι μια ερμηνεία, ενδεχομένως η επικρατέστερη, αλλά οι εκατέρωθεν δεσμεύσεις και το γενικότερο πλαίσιο δεν επιτρέπουν ευελιξία σε ουσιαστικές υποχωρήσεις.
Ο κ. Σόιμπλε, μπορεί να επιμελείται το προφίλ του «σκληρού» απλώς διά δηλώσεων, που επομένως δεν είναι τόσο δεσμευτικές για τους περαιτέρω χειρισμούς, αλλά έχει να υπερασπιστεί ένα σημαντικό κεφάλαιο: το κύρος του ισχυρού και του «σκληρού» που δεν κάνει ποτέ πίσω, ούτε όταν πιέζεται από τον Ομπάμα. Αν επιτρέψει να τρωθεί αυτή η χαλύβδινη «πανοπλία» από τον Αλέξη Τσίπρα, τότε πώς θα σταθεί απέναντι στις απαιτήσεις για χαλάρωση του Ολάντ και του Ρέντσι; Και πώς θα αποφύγει την επανάληψη της «ανταρσίας» το φθινόπωρο στις ισπανικές εκλογές; Είναι λοιπόν υποχρεωτικό γι’ αυτόν η όποια συμφωνία-«γέφυρα» να έχει το χαρακτήρα «γέφυρας» συμφιλίωσης και υποταγής του αντιπάλου του με τα μνημόνια.
Από την απέναντι πλευρά, για τον Αλέξη Τσίπρα οι δεσμεύσεις είναι ακόμη πιο ισχυρές, αφού δεν ανελήφθησαν δι’ απλών δηλώσεων, αλλά με την εισαγωγική και την καταληκτική ομιλία του στη διαδικασία των προγραμματικών δηλώσεων και της παροχής ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνησή του. Οι δεσμεύσεις του τύπου “Όσο κι αν μας το ζητάει ο κ. Σαμαράς και ο κ. Σόιμπλε, δεν θα ζητήσουμε παράταση του μνημονίου. Δεν δεχόμαστε τα προαπαιτούμενα του email Χαρδούβελη. Επιδιώκουμε να βρεθεί πολιτική λύση εντός των ευρωπαϊκών θεσμών” και “Εδώ που βρισκόμαστε δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής. Η Ελλάδα δεν μπορεί να γυρίσει πίσω στα μνημόνια. Αν υπήρχε θα ήταν σα να αποδεχόμαστε ότι στην Ευρώπη η Δημοκρατία δεν έχει κανένα νόημα και καμία ισχύ” δεν μπορούν να παρθούν εύκολα πίσω, παρά μόνο με τίμημα τον εξευτελισμό και την κατάρρευση.
Είναι λοιπόν υποχρεωτικό γι’ αυτόν η όποια συμφωνία-«γέφυρα» να μην έχει το χαρακτήρα που θέλει να της προσδώσει ο κ. Σόιμπλε, αλλά το χαρακτήρα μιας πρώτης, έστω και μικρής, νίκης στη διαπραγμάτευση.
Μπορεί να υπάρξει συμφωνία «χωρίς νικητές και ηττημένους», όπου δεν θα έχει νικήσει καμία από τις δύο πλευρές αλλά «θα έχει νικήσει η Ευρώπη», σύμφωνα με το γνωστό επικοινωνιακό σχήμα; Η κατάσταση είναι τέτοια, ώστε κατά τη γνώμη μας δεν υπάρχει καν η δυνατότητα για μια τέτοια από κοινού κοινή επικοινωνιακή διαχείριση της αντιπαράθεσης. Οπότε η όποια συμφωνία θα είναι είτε νίκη του ενός είτε νίκη του άλλου. Εξάλλου, οι αγορές, τα tanks, οι δημοσιογράφοι, εχθροί και φίλοι στο εσωτερικό και το εξωτερικό θα περάσουν τη συμφωνία από αξονική τομογραφία, αναδεικνύοντας τον «νικητή». Και εν προκειμένω, όπως και στο μπάσκετ, ο αγώνας δεν μπορεί να λήξει με ισοπαλία…
Σε τέτοιες περιπτώσεις, μια «παράταση του ματς» και της συνεπακόλουθης αγωνίας, είναι μια λύση. Μια λύση όμως που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους διαλυτικών επιδράσεων που δεν θα μπορούν να ελεγχθούν.