Η σημερινή εκλογική αναμέτρηση θα είναι, εκτός απροόπτου, ένας προσωπικός θρίαμβος του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η Ελλάδα θα βιώσει ταυτόχρονα από αύριο το πρωί κάτι πρωτόγνωρο, μια τετραετία χωρίς πραγματική και δυναμική αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα περάσει μια μακρά περίοδο εσωστρέφειας και θα φλερτάρει έντονα με την προοπτική επιστροφής στην κουλτούρα του προπατορικού 3%. Είτε μείνει είτε φύγει ο κ. Τσίπρας από την ηγεσία του, κανείς δεν θα «ακούει» τι έχει να πει ο ίδιος ή το κόμμα του. Και το ΠΑΣΟΚ απέχει πολύ από το να γίνει μια στιβαρή αντιπολίτευση με προοπτική ανάληψης της εξουσίας.
Αλέξης Παπαχελάς
Αυτό δεν είναι καλό· ούτε για τον κ. Μητσοτάκη ούτε για τη χώρα.
Ποιος, λοιπόν, θα ασκήσει αντιπολίτευση, υπό την έννοια του ελέγχου και της καλόπιστης κριτικής; Αυτός ο ρόλος πέφτει μάλλον στους ώμους του Τύπου και της κοινωνίας των πολιτών. Αν και από εκεί δεν υπάρξει ο έλεγχος και η κριτική, τον ρόλο θα αναλάβουν νομοτελειακά το «μπάχαλο» και το «πεζοδρόμιο». Το έχουμε ξαναζήσει αυτό το έργο και είναι καταστροφικό.
Από αύριο ο ρόλος του ελέγχου και της καλόπιστης κριτικής στην κυβέρνηση πέφτει μάλλον στους ώμους του Τύπου και της κοινωνίας των πολιτών.
Ο ρόλος μας θα είναι δύσκολος, αλλά αναγκαίος. Βλέπουμε στην πράξη ότι καίρια ζητήματα, όπως είναι η καταστροφή του περιβάλλοντος ή η ανεπάρκεια της Δικαιοσύνης, μπαίνουν στην ατζέντα και αναγκάζουν τους κυβερνώντες να τα λύσουν όταν ο Τύπος κάνει τη δουλειά του. Είναι σημαντικό, όμως, αυτό να γίνει αντιληπτό απ’ όλους. Οι πολιτικοί μας, από την κορυφή έως τα κόμματα του περιθωρίου, είναι καιρός να γίνουν ανεκτικοί στην κριτική. Η καχυποψία, η αντίληψη πως «αυτός είναι απέναντι ή ελιτιστής, που δεν καταλαβαίνει τι θα πει Ελλάδα και γι’ αυτό κριτικάρει», είναι ολέθριες. Οταν στο μεγάλο δωμάτιο μιας δημοκρατίας λείπει το οξυγόνο της κριτικής και του ελέγχου, παίρνουν το πάνω χέρι η παλαβομάρα και τα άκρα.
Καθώς απομακρύνεται πλέον ο φόβος για την επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και η χώρα έχει μπροστά της τέσσερα χρόνια πολιτικής σταθερότητας, δεν θα υπάρχει περιθώριο για δικαιολογίες, άλλοθι ή εκπτώσεις. Οι προσδοκίες για το τι θα πράξει ο Κυρ. Μητσοτάκης στη δεύτερη θητεία είναι, και πρέπει να είναι, πολύ υψηλές. Ανάλογες με τις δυνατότητες που έχει δείξει όταν κυβερνά αποτελεσματικά και τις φιλοδοξίες του τόπου.
Θα πουν μερικοί, ίσως πολλοί, «ώχου, πάλι γκρινιάζετε; Τι θέλετε, επιτέλους;». Ο Κώστας Λεονταρίδης, παλιός, έμπειρος συνάδελφος και θεσμική μνήμη της εφημερίδας μας, μου έδωσε προχθές ένα ανάτυπο του φύλλου της «Κ» της 6ης Μαΐου 1980. Είναι το κύριο άρθρο της (πολύ) «καραμανλικής Καθημερινής» την επομένη που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας: «Η κοινή συναίνεση περιβάλλει τον κ. Κ. Καραμανλή στο ύπατο αξίωμα. Αλλά… θα ήταν λάθος να ερμηνευθεί, από τον ίδιο ή από άλλους, ως κατάφαση και έγκριση του συνόλου των πεπραγμένων των κυβερνήσεων της εξαετίας, σε όλους τους τομείς. Δίπλα σε σπουδαία και μεγάλα επιτεύγματα υπάρχουν πολλές και μεγάλες αποτυχίες, αστοχίες, παραλείψεις, οπισθοδρομήσεις, παραβιάσεις και παρερμηνείες του ουσιαστικού περιεχομένου και νοήματος της λαϊκής ετυμηγορίας και εντολής… Και υπάρχουν λάθη. Η ανάγκη και η αξίωση μιας αλλαγής είναι έκδηλες… Αλλαγής στην ουσία και όχι μόνο στα πρόσωπα». Πέρασαν 43 χρόνια. Πολλά άλλαξαν. Οχι όμως η βασική μας υποχρέωση.
kathimerini.gr