Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Ενώ ύστερα από τη «μίνι Σύνοδο Κορυφής» και τη συνάντηση Τσίπρα – Μέρκελ υπήρχε η αίσθηση ότι η κατάθεση της λίστας μεταρρυθμίσεων από την ελληνική κυβέρνηση και η συνεδρίαση του Eurogroup για να τις εγκρίνει ήταν θέμα λίγων ημερών, οι συζητήσεις παρατείνονται. Η συνεδρίαση του Eurogroup μετατέθηκε για την επόμενη Τρίτη, χωρίς παρ’ όλα αυτά να έχει οριστικοποιηθεί.
Τι συμβαίνει; Οι συνομιλίες «κολλάνε» για μία ακόμη φορά ή η συμφωνία έχει δρομολογηθεί αλλά απαιτεί το χρόνο της για να εξειδικευτεί και ποσοτικοποιηθεί με πλήρη ακρίβεια και ασφάλεια; Οι πληροφορίες μας λένε ότι όχι μόνο συμβαίνει το δεύτερο, αλλά και ότι η συμφωνία θα προσλάβει χαρακτηριστικά πολύ πιο συνολικά απ’ ό,τι αναμένεται.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η συνεργασία των τεχνικών κλιμακίων των θεσμών με τα υπουργεία, ύστερα από την επιστροφή τους στην Αθήνα, δεν ήταν καθόλου καλή. Οι θεσμοί το αποδίδουν σε έλλειψη διάθεσης συνεργασίας από τους υπουργούς, ενώ η κυβέρνηση διατείνεται (ανεπισήμως) ότι τα τεχνικά κλιμάκια συμπεριφέρθηκαν με το παλιό, «αποικιοκρατικό» πνεύμα. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για σύμπτωμα της ακραίας έλλειψης εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δύο πλευρές. Οι διαπραγματεύσεις ήταν πόλεμος, η καχυποψία κυριαρχούσε, κάθε βήμα μπροστά στην κατεύθυνση μιας συμφωνίας ακολουθούσαν είτε βήματα σημειωτόν είτε ένα βήμα πίσω. Όμως το «στράγγισμα» των δημόσιων ταμείων και από την τελευταία σταγόνα ρευστότητας είναι πλέον πολύ κοντά, οπότε και οι δύο πλευρές πρέπει να πάρουν τις οριστικές τους αποφάσεις. Είμαστε στο σημείο που ένα ακόμη μετέωρο βήμα δεν έχει κανένα νόημα: απαιτείται μια συμφωνία με πιο «οριστικό» χαρακτήρα.
Απ’ ό,τι φαίνεται, το προηγούμενο διάστημα και οι δύο πλευρές αναμετρήθηκαν με τους «δαίμονές» τους, δηλαδή με το ενδεχόμενο και τις συνέπειες μιας ρήξης. Αν δεν ήταν «μπλόφα» (που σε αυτό το στάδιο πρέπει να αποκλειστεί) και αν είχαν κάποιο νόημα, η «μίνι Σύνοδος Κορυφής» και η συνάντηση Τσίπρα – Μέρκελ σηματοδότησαν ακριβώς την απόρριψη του ενδεχόμενου της ρήξης. Αλλά η απόρριψη με τρόπο πιο «οριστικό» αυτού του ενδεχόμενου, σημαίνει ότι συμφωνήθηκε το γενικό πλαίσιο μιας πιο «οριστικής» συμφωνίας. Προφανώς αυτό δεν έμεινε στο θεωρητικό επίπεδο, αλλά πήρε τα χαρακτηριστικά εκατέρωθεν συγκεκριμένων δεσμεύσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, η δουλειά για μια συμφωνία με τέτοια χαρακτηριστικά, που θα διώξει τα «φαντάσματα» της αστάθειας, της καχυποψίας, των μετέωρων βημάτων και της εκατέρωθεν καχυποψίας και ανασφάλειας για τις προθέσεις και τους σχεδιασμούς του «άλλου», απαιτεί πολλή δουλειά που μέχρι σήμερα δεν είχε γίνει: η επανεκτίμηση των θεμελιωδών δεδομένων (ρυθμοί ανάπτυξης, έσοδα, πρωτογενές πλεόνασμα, δημοσιονομικό κενό 2015) και η συγκεκριμένη κοστολόγηση των μέτρων της λίστας μεταρρυθμίσεων. Και προφανώς, όλα αυτά σε συνθήκες που δεν έχουν τα πάντα προσυμφωνηθεί αλλά υπάρχει ένα περίγραμμα συμφωνίας για τις θεμελιώδεις επιλογές.
Η σκλήρυνση της θέσης του Μάριο Ντράγκι, από τη μια, αλλά και η συζήτηση για την επιστροφή του 1,2 δισ. ευρώ του ΤΧΣ ή του 1,9 δισ. ευρώ από τα κέρδη των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών εντάσσονται στις διεργασίες να κλείσει η περίοδος της αβεβαιότητας και να υπάρξει μια συμφωνία η οποία θα εμπνέει ασφάλεια και θα λύσει τα χέρια όλων των πλευρών.
Στη βάση αυτή, πιθανότατα θα δρομολογηθούν και οι ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις που μέχρι τώρα ήταν υπό αναστολή εν αναμονή του να κριθεί η κατεύθυνση των εξελίξεων…
Υ.Γ. Φυσικά, πάντα υπάρχει η πιθανότητα για μία ακόμη αποτυχία στις διαπραγματεύσεις, αλλά θα πρέπει να είναι καθαρό ότι κάτι τέτοιο πλέον θα σημαίνει ότι χάθηκε η τελευταία ευκαιρία για συμβιβασμό και ότι πάμε σε ρήξη με «τυφλά» χαρακτηριστικά.