Ο Γιώργος Κατίδης και ο Πάμπλο Γκαρσία έγιναν τις τελευταίες μέρες, για διαφορετικούς (;) λόγους, τα πολυσυζητημένα πρόσωπα της ποδοσφαιρικής επικαιρότητας.
Το υψωμένο χέρι του Κατίδη στο ΟΑΚΑ συμβόλισε το ναζιστικό χαιρετισμό, το υψωμένο χέρι του οπαδού του ΠΑΟΚ έξω από την Τούμπα με στόχο τον Δώνη ήταν επίσης μια (καθόλου… συμβολική) φασιστική συμπεριφορά.
Ένας κακομαθημένος ποδοσφαιριστής της γενιάς των εικοσάρηδων παρασύρθηκε σε μία ενέργεια, τη σημασία της οποίας είναι προφανές ότι δεν γνώριζε. Τη θεώρησε φυσιολογική, τη βλέπει να εξαπλώνεται στην εποχή που ζει, την έχει δει κι από άλλους, στο δρόμο, στις τηλεοράσεις, στη Βουλή.
Κι ένας κακομαθημένος ποδοσφαιριστής της γενιάς των σαραντάρηδων παρέσυρε με τη στάση του τον όχλο να καταφερθεί χυδαία σε βάρος του προπονητή του επειδή δεν τον βάζει να παίζει ή τον βάζει λίγο.
Ο Κατίδης θεωρούσε φυσιολογικό να αρνείται με αγένεια την κριτική από τον προπονητή του, να λέει σε συζητήσεις της ομάδας ότι «τώρα μιλάω εγώ και θα με ακούς», να στέλνει τον μάνατζέρ του να παραπονεθεί στη διοίκηση επειδή ο Λίνεν του έκανε παρατήρηση. Γιατί να είναι παράλογο στο μυαλό του να χαιρετίσει έτσι όπως χαιρέτισε;
Ο Γκαρσία θεωρούσε φυσιολογικό να πουλάει οπαδιλίκι σε ένα διψασμένο για τέτοιου τύπου ήρωες κοινό, να έχει αρχηγική συμπεριφορά σε μια ομάδα που πιστεύει ότι είναι μικρότερη του δικού του ποδοσφαιρικού μεγέθους. Γιατί να είναι παράλογο στο μυαλό του ότι «Δώνη ή θα με βάζεις από την αρχή ή δεν θα με έχεις καν στον πάγκο»…
Ο Κατίδης και ο Γκαρσία δεν ήταν τελικά οι πρωταγωνιστές. Κομπάρσοι είναι μιας κοινωνίας που εξαγριώνεται, επιτίθεται, βρίζει μάνες, δεν έχει ιερά και όσια, κατασπαράζει και κατασπαράσσεται, υπερβάλλει σε κριτική, αφορισμούς και αντιδράσεις. Μιας κοινωνίας σε πανικό, σύγχυση, έλλειψη καθαρής σκέψης.
Μιας παλιοκοινωνίας, σε κατάσταση απόλυτου κινδύνου…