Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Όλοι εύχονται να τελειώσει ο πόλεμος στη Συρία, αλλά ταυτόχρονα όλοι εκστρατεύουν εκεί για να… βομβαρδίσουν! Το παλιό δόγμα «Αν θέλεις την ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο», έγινε τώρα «Αν θέλεις να τελειώσει ο πόλεμος, να συμμετέχεις κι εσύ σ’ αυτόν»! Η Ρωσία είναι τώρα προφανές ότι εκστράτευσε στη Συρία όχι για να στηρίξει τον Άσαντ κυρίως απέναντι στο ISIS, αλλά απέναντι στη συριακή τζιχαντική -πλέον- αντιπολίτευση, την οποία όμως υποστηρίζουν οι ΗΠΑ, η Σαουδική Αραβία κ.λπ. Αντιδρώντας στη ρωσική ανάμιξη, οι ΗΠΑ απελευθέρωσαν το εμπόριο βαρέως οπλισμού προς τη συριακή αντιπολίτευση, αλλά ουσιαστικά προς πάντα ενδιαφερόμενο. Με κάθε νέο βήμα των «μεγάλων», το τοπίο γίνεται και πιο εύφλεκτο και πιο χαοτικό. Αλλά το πιο εφιαλτικό απ’ όλα είναι το ενδεχόμενο αποσταθεροποίησης του Λιβάνου και της Τουρκίας. Η τελευταία πραγματοποίησε τις εκλογές της Κυριακής σε πολεμικό κλίμα -σχεδόν στην κυριολεξία-, με το καθεστώς Ερντογάν να τείνει πλέον προς την κοινοβουλευτική δικτατορία, το Κουρδικό να συνταράσσει τη χώρα, με 3 εκατ. Σύρους και Αφγανούς πρόσφυγες να έχουν περάσει στα εδάφη της, και με τις εικόνες εμφυλίου πολέμου πιο έντονες από ποτέ ύστερα από τη χούντα του στρατηγού Εβρέν στη μακρινή δεκαετία του 1980. Αλλά και ο Λίβανος κινδυνεύει να παραδοθεί ξανά στο χάος, για δεύτερη φορά στην ιστορία του. Την πρώτη φορά, αυτό συνέβη εξαιτίας του μαζικού προσφυγικού ρεύματος των Παλαιστινίων. Τώρα, το μαζικό προσφυγικό ρεύμα από τη Συρία σε συνδυασμό με την εμπλοκή της Χεζμπολά στον πόλεμο στο πλευρό του Άσαντ, απειλεί το Λίβανο με «ρευστοποίηση».
Σε ένα τέτοιο τοπίο, με την Τουρκία να είναι άκρως αναξιόπιστη ως προς την ικανότητά της (αν υποθέσουμε ότι έχει τη θέληση) να ανασχέσει το προσφυγικό ρεύμα, τα εκατομμύρια των προσφύγων «βάζουν φωτιά» στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό, κάνοντας πολλούς αναλυτές να ισχυρίζονται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να διαλυθεί εξαιτίας του προσφυγικού.
Όμως όλα αυτά είναι μικροί κίνδυνοι μπροστά στον μέγιστο εξ αυτών: τον κίνδυνο σοβαρότερης εμπλοκής ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις, κυρίως ανάμεσα σε Ρωσία και ΗΠΑ. Μέχρι τώρα, τα όρια αποφυγής αυτού του κινδύνου έχουν σε γενικές γραμμές γίνει σεβαστά και από τις δύο πλευρές. Ωστόσο, τις ισορροπίες κρατάει ένα μείζον δεδομένο: η στρατηγική των ΗΠΑ που στηρίζεται στην εκτίμηση ότι ο περικυκλωμένος Πούτιν δεν έχει το χρόνο σύμμαχο και άρα γρήγορα θα καταρρεύσει. Αυτή η στρατηγική βασίζεται στους όχι αστήρικτους ισχυρισμούς ότι η ρωσική οικονομία δεν θα αντέξει για πολύ ακόμη το διπλό πλήγμα αφενός από την κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου (καθώς στηρίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές πετρελαίου) και από το δυτικό εμπάργκο. Όμως αυτά τα γνωρίζει και ο Πούτιν, και η απόφασή του να αναμιχθεί στρατιωτικά στη Συρία απορρέει ακριβώς από την απόφαση να μην αναμένει παθητικά ο χρόνος να δουλέψει υπέρ των ΗΠΑ και των Δυτικών.
Τώρα, η ρωσική ανάμιξη στη Συρία δημιουργεί τις κλασικές από την Ιστορία εικόνες όπου μια χαοτική δυναμική των γεγονότων μπορεί να ανατρέψει καθορισμένες με «ψυχρό αίμα» στρατηγικές και να φέρει πιο κοντά το «αδιανόητο». Το τελευταίο διάστημα, μερικές δηλώσεις σημαινόντων αξιωματούχων και αναλυτών από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού εντάσσονται σε αυτή ακριβώς τη ζοφερή προοπτική:
• Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Ash Carter, σε δηλώσεις του πριν την πρόσφατη Σύνοδο των G-7, είπε: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αυξήσουν τον αριθμό των στρατιωτικών ασκήσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε όλη την Ευρώπη και να ενισχύσουν την ανταλλαγή πληροφοριών του ΝΑΤΟ, ώστε να αντιμετωπίσουν με μεγαλύτερη επιτυχία τη ρωσική επιθετικότητα στην περιοχή […] υπάρχουν και άλλα πράγματα που πρέπει να κάνουμε από τη στιγμή που, προς το παρόν τουλάχιστον, ο Βλαντιμίρ Πούτιν δε φαίνεται να αναστρέφει την πορεία του […] Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προσαρμοστούμε μακροπρόθεσμα σε αυτή την πραγματικότητα […] Η απάντηση θα πρέπει να είναι και πολιτική και στρατιωτική».
• Πριν από λίγες μέρες, αξιωματούχοι του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ δήλωσαν πως το Πεντάγωνο εξετάζει την πιθανότητα να προχωρήσει σε προληπτικά πλήγματα ρωσικών στόχων, με την κατηγορία ότι η Ρωσία παραβίασε τη Συνθήκη Πυρηνικών Δυνάμεων Μέσου Βεληνεκούς (INF) πραγματοποιώντας δοκιμή πυραύλου Cruise με εμβέλεια που παραβιάζει τη Συνθήκη. Σύμφωνα με τις δηλώσεις των αξιωματούχων του, το Πεντάγωνο εξετάζει τρεις τακτικές απάντησης: α) την εγκατάσταση αντιπυραυλικής άμυνας στην Ευρώπη, β) την «counterforce» αντιμετώπιση (δηλαδή μη πυρηνικά πλήγματα σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις στη Ρωσία) και γ) την «countervailing» αντιμετώπιση (δηλαδή «αντισταθμιστική» αντιμετώπιση – που σημαίνει χρήση πυρηνικών).
• Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, που αποφάσισε πρόσφατα να συμμετάσχει και η Γαλλία στο «πάρτι» των βομβαρδισμών, προειδοποίησε ταυτόχρονα τους Ευρωπαίους ηγέτες ότι τα γεγονότα θα μπορούσαν να κλιμακωθούν σε έναν «απόλυτο πόλεμο» από τον οποίο και η ίδια η Ευρώπη δε θα ήταν «προφυλαγμένη».
• Πολύ πρόσφατα επίσης, ο Αμερικανός ναύαρχος Φέργκιουσον, διοικητής της κοινής συμμαχικής διοίκησης του ΝΑΤΟ στη Νάπολη της Ιταλίας, δήλωσε ότι η Ρωσία «είναι η πιο επικίνδυνη απειλή», κάλεσε για πιο επιθετική στάση του ΝΑΤΟ απέναντι στη Μόσχα και πρότεινε την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων έτοιμων για «επιχειρήσεις στον πραγματικό κόσμο».
• Αλλά αν οι δηλώσεις των στρατιωτικών μπορούν να θεωρηθούν μέρος του επικοινωνιακού πολέμου, τι να πει κανείς για τις γραπτά διατυπωμένες, από τις στήλες των Financial Times, απόψεις του γνωστού Αμερικανού στρατηγικού αναλυτή και κορυφαίου συμβούλου Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, που είπε ότι οι ΗΠΑ πρέπει να απαντήσουν με (στρατιωτικά) αντίποινα στις ρωσικές επιθέσεις εναντίον υποστηριζόμενων από τις ΗΠΑ πολιτοφυλακών στη Συρία. Με σχεδόν ωμό τρόπο, ο Μπρεζίνσκι είπε: «Αν θέλουμε να βγάλουμε από τη μέση τις στρατιωτικές τους δυνάμεις εκεί, πιθανότατα μπορούμε να το κάνουμε με σχετικά λίγο ή και καθόλου κόστος για εμάς. Το ερώτημα είναι ποια θα είναι η απόκριση του Πούτιν. Νομίζω πως αν κάθεσαι στο Κέντρο Διαχείρισης Κρίσεων πρέπει να το δοκιμάσεις αυτό…».
Αξιολογώντας όλα αυτά, ο διεθνούς φήμης αρθρογράφος Γκίντεον Ράχμαν, πάλι από τις στήλες των Financial Times, συνέκρινε το συριακό εμφύλιο με τον Ισπανικό εμφύλιο, γράφοντας: «Ένας παρόμοιος πόλεμος δι’ αντιπροσώπων διεξάγεται και στη Συρία σήμερα – με τις αεροπορίες τόσο της Ρωσίας όσο και των ΗΠΑ να βομβαρδίζουν στόχους στη χώρα, και με ξένους μαχητές να συρρέουν στο εσωτερικό της […] Οι χώρες που στήριζαν τις αντίθετες πλευρές στην Ισπανία κατά τη δεκαετία του ‘30 πολεμούσαν ευθέως η μία την άλλη κατά τη δεκαετία του ‘40. Το ρίσκο να οδηγήσει η συριακή σύγκρουση με μια απευθείας σύγκρουση μεταξύ των Ιρανών και των Σαουδαράβων ή ακόμα και των Ρώσων και των Αμερικάνων, δε μπορεί να αποκλειστεί».
Μήπως τελικά «αυτό που συμβαίνει στη Συρία» αποδειχτεί πολύ-πολύ σοβαρό; Μήπως δημιουργούνται οι όροι για να πυροδοτηθεί μια σύγκρουση ευρύτερων διαστάσεων;
Η κατάσταση είναι ήδη τόσο σοβαρή και έχει γίνει τόσο χαοτική, ώστε τίποτε να μη μπορεί να αποκλειστεί…