Επιμέλεια: Αλκίντα Ντολέτσι
Το πρώτο καμπανάκι για την Κίνα και το οικονομικό της θαύμα ήχησε τον Σεπτέμβριο του 2015 όταν η αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (FED) επικαλέσθηκε τους οικονομικούς κινδύνους της δεύτερης παγκόσμιας οικονομίας και ανέβαλε την πρώτη αύξηση επιτοκίων του δολαρίου, ύστερα από μία δεκαετία.
Σήμερα, σχεδόν 2,5 χρόνια αργότερα, πολλοί αναλυτές εκτιμούν πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία δεν είναι τα κινεζικά ομόλογα δολαρίου αλλά το χρέος της Κίνας στο νόμισμά της, που σύμφωνα με τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης οδεύει ολοταχώς προς το να γίνει τριπλάσιο από το μέγεθος της οικονομίας της, δηλαδή να προσεγγίσει τα 33 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Η εκτίμηση του ΔΝΤ
Πριν από λίγους μήνες το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) μπορεί να αναθεώρησε προς τα πάνω τις εκτιμήσεις του για την ανάπτυξη στην κινεζική οικονομία, αλλά προειδοποίησε ότι αυτή η βελτίωση συντελείται παράλληλα με τη συνεχιζόμενη διόγκωση του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους της.
Σε ό,τι αφορά την περίοδο 2017-2021, η ανάπτυξη αναμένεται να διαμορφωθεί στο 6,4%, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Ταυτόχρονα όμως το Ταμείο προβλέπει ότι έως το 2022, το χρέος στην Κίνα, εξαιρουμένου του χρηματοπιστωτικού κλάδου, θα φθάσει σχεδόν το 300% του ΑΕΠ.
«Η ανάπτυξη που τροφοδοτείται από το χρέος δεν είναι λύση για την οικονομία», ανέφερε το ΔΝΤ. Αυτήν την άποψη συμμερίζονται οικονομικοί αναλυτές, παροτρύνοντας την Κίνα να εγκαταλείψει το παλιό οικονομικό μοντέλο, δηλαδή τη χρηματοδότηση των επενδύσεων και των κρατικών δαπανών με χρέος. Το Πεκίνο φαίνεται να μεταθέτει σταδιακά το βάρος της οικονομίας από τις εξαγωγές στην εγχώρια κατανάλωση.
Η δραματική προειδοποίηση
Η ανάπτυξη της Κίνας εδράζεται πάνω σε ένα βουνό χρέους και η χώρα βρίσκεται σε μια κρίση χρέους που θα αντιστρέψει την εντυπωσιακή ανάπτυξη που επέτυχε όλα τα προηγούμενα χρόνια, αναφέρει σε ανάλυσή του το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (Council on Foreign Relations, CFR). Εκτιμά, δε, ότι το συνολικό (εταιρικό, κρατικό και οικιακό) χρέος της ασιατικής υπερδύναμης θα ξεπεράσει το 300% του ΑΕΠ το 2022, από 242% στο τέλος του 2016 (δεν υπάρχουν ακόμη στοιχεία για το 2017).
Μάλιστα, το CFR σημειώνει πως η μεγέθυνση του κινεζικού ΑΕΠ, που έφτασε το 6,9% το 2016, δεν ξεπερνά το μισό στην πραγματικότητα, αν αφαιρεθεί το μη εξυπηρετούμενο χρέος.
«Βραχυπρόθεσμα, η ανάπτυξη, όπως ορίζεται από τις μεταβολές του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), μπορεί να αυξηθεί με περισσότερο δανεισμό και επενδύσεις.
Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, ο δανεισμός και οι επενδύσεις δεν μπορούν να ενισχύσουν το ΑΕΠ, αν οδηγούνται από προβληματικό χρέος.
Το μεγάλο ερώτημα είναι πόσο προβληματικό χρέος έχει σήμερα η Κίνα και πόσο περισσότερο θα παράγει τα επόμενα χρόνια», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι ειδικοί αναλυτές του think tank Μπεν Στιλ και Μπέντζαμιν ντε λα Ρόκα, στη σχετική έκθεση.
Οι οικονομολόγοι του CFR διαπιστώνουν, επίσης, ότι τα κέρδη για τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 18% μεταξύ 2011 και 2016, ενώ τα κέρδη σε κρατικές επιχειρήσεις -που είναι πολύ λιγότερο αποδοτικές- υποχώρησαν κατά 33%. Ταυτόχρονα, το μερίδιο της αύξησης της εταιρικής ευθύνης που αντιπροσωπεύει ο κρατικός τομέας αυξήθηκε από 59% το 2010 σε 80% έως το 2016, όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα.
«Δεδομένων των στοιχείων που αποδεικνύουν ότι ο Πρόεδρος Σι Τσινπίνγκ εγκατέλειψε κάθε φόβο ανησυχίας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, καθώς και τα αποδεικτικά στοιχεία ότι η Κίνα προωθεί νέα δάνεια σε εταιρείες με μικρότερη δυνατότητα αποπληρωμής, πιστεύουμε ότι η Κίνα κατευθύνεται προς μια κρίση χρέους», επισημαίνουν καταλήγοντας.