Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Είναι πολύ ενδιαφέρον – και παρηγορητικό- το γεγονός πως ότι δεν λύνει η πολιτική τελικά το λύνει η ίδια η ζωή. Αναφέρομαι φυσικά στο πρωτοφανές φιάσκο διαχείρισης με τους συμβασιούχους των δήμων, το οποίο έχει δημιουργήσει μια υγειονομική βόμβα στις πόλεις εν μέσω τουριστικής περιόδου.
Προς στιγμήν ο Γιάννης Μπουτάρης έδειξε να είναι διατεθειμένος να «σπάσει αυγά» αναθέτοντας σε ιδιώτη την αποκομιδή των απορριμμάτων και – ω του θαύματος!- οι απεργοί έβαλαν νερό στο κρασί τους και καθάρισαν τη Θεσσαλονίκη μπροστά στο ενδεχόμενο να έρθει ο «μπαμπούλας». Στην πρωτεύουσα ο κ. Καμίνης δεν μπήκε στον κόπο ούτε αυτό να κάνει.
Ο «μπαμπούλας» όμως αποδείχθηκε ότι ήταν και το κλειδί γύρω από την όλη υπόθεση αφού τελικά η συζήτηση και η αντιπαράθεση ξέφυγε από τον στενό πυρήνα των αιτημάτων της ΠΟΕ-ΟΤΑ και μετατέθηκε στο πραγματικό διακύβευμα – την ανάληψη λειτουργιών που διαχειριζόταν μέχρι πρότινος το δημόσιο, από τον ιδιωτικό τομέα.
Στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εξαπολύσει με μίσος και ταξικότητα πόλεμο κατά του ιδιωτικού τομέα – εκτός φυσικά από τους μεγάλους παίκτες, με τους οποίους και κυβερνά τη χώρα. Δεν αναφέρομαι μόνο στην εξοντωτική φορολόγηση και τον στραγγαλισμό των επιχειρήσεων, αλλά για τη συνολική, φιλοσοφική προσέγγιση με την οποία αντιλαμβάνονται στην κυβέρνηση τον ρόλο τους μέσα στην οικονομία.
Ο κ. Σκουρλέτης προσπάθησε να τετραγωνίσει τον κύκλο, ωστόσο πριν αλέκτωρ λαλήσει, έγινε σαφές ποιοι κυβερνούν αυτή τη χώρα και χωρίς την άδεια των οποίων δεν θα μπαίνει ούτε πρόκα σε τοίχο στο εξής. Το πρόβλημα όμως για την κυβέρνηση δεν είναι μόνο οι δανειστές αλλά και το γεγονός ότι η ίδια η κοινωνία τους γυρνάει την πλάτη με βουβό μεν, εκκωφαντικό δε, τρόπο. Σε δημοσκόπηση που πραγματοποίησε η Pulse για το Rizopoulos Post και δημοσιεύθηκε έγκαιρα στις 6 Ιουνίου εντοπίζαμε δύο εντυπωσιακά δεδομένα. Το 57% των Ελλήνων πολιτών θεωρούσε «εχθρική» τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στους αυτοαπασχολούμενους, ενώ το 47% δεν συμφωνούσε με την πρόταση Σκουρλέτη για μονιμοποίηση των συμβασιούχων. Είναι βέβαιο πως αν θέταμε τα ίδια ερωτήματα σήμερα μετά την πολυήμερη απεργία τα ποσοστά θα ήταν πολύ υψηλότερα.
Ας πούμε λοιπόν τα πράγματα με το όνομά τους. Σε όλο τον δυτικό κόσμο η διαχείριση των απορριμμάτων είναι μια εξαιρετικά προσοδοφόρα επένδυση. Τα σκουπίδια παράγουν πλούτο και επαναχρησιμοποιούνται. Μόνο στην Ελλάδα τσακωνόμαστε ποιος θα τα θάψει σε ακατάλληλους ΧΥΤΑ ή ΧΥΤΥ παρά τα πολλά και επίμονα πρόστιμα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Είναι σαφές ότι η αποκομιδή και εναπόθεσή των σκουπιδιών μπορεί να γίνει πολύ πιο φτηνά και πολύ πιο αποδοτικά από τον ιδιωτικό τομέα από ότι από τον δημόσιο. Μόνο από την εξοικονόμηση που θα υπάρξει από τη μη αγορά και ανανέωση του στόλου των απορριμματοφόρων και των κάδων, οι δήμοι είναι ήδη κερδισμένοι, καθώς αφαιρούν από πάνω τους τα μεγάλα λειτουργικά κόστη αλλά και την ευθύνη για την αποκομιδή, ενώ παράλληλα μπορούν να μετατάξουν το προσωπικό σε τομείς που παρουσιάζουν ελλείψεις.
Με το πάγωμα των προσλήψεων και τη μαζική φυγή υπαλλήλων προς τη συνταξιοδότηση, το outsourcing είναι η μόνη ρεαλιστική επιλογή για να συνεχίσουν να λειτουργούν οι δήμοι. Είναι όμως και εν τοις πράγμασι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να εξορθολογήσουν τη λειτουργία τους και να είναι πραγματικά αυτοδιοικούμενοι.
Συνεπώς, δεν θέλω «λύση» έτσι όπως την εννοούν στο Μέγαρο Μαξίμου. Με νέους συμβασιούχους, χωρίς αντικείμενο και όριο ηλικίας και με υποσχετικές για μονιμοποιήσεις προκειμένου να στηριχθεί η κομματική πελατεία. Θέλω να γίνουν όλες οι συμβάσεις με ιδιώτες και να βρεθεί η φόρμουλα προκειμένου οι άνθρωποι αυτοί λόγω της προηγούμενης εμπειρίας τους να απορροφηθούν στις εταιρείες αυτές. Αυτή είναι η στρατηγική αντίληψη που φέρνει επενδύσεις και δίνει στον ιδιωτικό τομέα τη δυνατότητα να συνεισφέρει στην ανάπτυξη – και βεβαίως να αποδώσει και το ανάλογο φορολογικό βάρος.
Όσο για τους συμβασιούχους, θα μου συγχωρήσετε ελπίζω το ότι δεν λυπάμαι ούτε στηρίζω τα αιτήματά τους. Όχι γιατί δεν δούλεψαν ή γιατί θέλω να βλέπω συμπολίτες μας στην ανεργία. Ωστόσο, ήξεραν από την πρώτη μέρα πως οι συμβάσεις τους ήταν ορισμένου χρόνου, όπως και ότι δεν μπορούσαν να μονιμοποιηθούν. Και επειδή δεν μπορώ να δεχθώ ότι μετά από 49 χρόνια μεταπολίτευσης και 7 χρόνια κρίσης υπάρχουν άνθρωποι που είναι ανυποψίαστοι σε αυτή τη χώρα, δεν δέχομαι πολύ περισσότερο ότι μπορούν να με απειλούν παίζοντας με την υγεία μου. Για αυτό και η κοινωνία στέκεται βουβή και τους έχει γυρίσει την πλάτη.
Ας έκαναν το κουμάντο τους όπως κάνουμε από τότε που θυμόμαστε τους εαυτούς μας όσοι εργαζόμαστε στον ιδιωτικό τομέα.