«Νυστέρι» στο σύστημα της «ανάλωσης κεφαλαίου», με το οποίο οι φορολογούμενοι μπορούν να καλύπτουν πρόσθετες διαφορές φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτουν με βάση τα τεκμήρια, σχεδιάζει να βάλει το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Το σύστημα αυτό, όπως εφαρμόζεται σήμερα, έχει διαπιστωθεί ότι αφήνει ορθάνοικτα παράθυρα φοροαποφυγής. Συγκεκριμένα, η «ανάλωση κεφαλαίου» δίνει τη δυνατότητα στους φορολογούμενους να επικαλούνται τεράστια πλασματικά ποσά αποταμιεύσεων από εισοδήματα παρελθόντων ετών για να καλύπτουν τεκμήρια. Τα ποσά αυτά «κτίζονται» εικονικά, καθώς η ισχύουσα νομοθεσία δεν προβλέπει περιορισμούς στον αριθμό των παρελθόντων ετών στα οποία μπορεί να ανατρέξει ο φορολογούμενος για να επικαλεστεί κτηθέντα εισοδήματα που δεν αναλώθηκαν. Δηλαδή κάθε φορολογούμενος έχει δικαίωμα να ανατρέξει όσο θέλει στο παρελθόν και να επικαλεστεί εισοδήματα ακόμη και των δεκαετιών του ’70, του ’80 και του ’90, χωρίς κανέναν έλεγχο από τις φορολογικές αρχές. Αρκεί να έχει κρατήσει άθικτα τα αντίγραφα των εντύπων των φορολογικών δηλώσεων που είχε υποβάλει σε έντυπη μορφή όλα αυτά τα έτη, καθώς και να μπορεί να προσκομίσει τα σχετικά εκκαθαριστικά σημειώματα. Με βάση, λοιπόν, τα εισοδήματα που δήλωσε σε βάθος… δεκαετιών, κάθε φορολογούμενος μπορεί να σχηματίσει ένα τεράστιο ποσό κεφαλαίου «μη αναλωθέντων εισοδημάτων παρελθόντων ετών» -ένα εικονικό ποσό αποταμίευσης παρελθόντων ετών-, από το οποίο στη συνέχεια μπορεί να εμφανίζει κάθε χρόνο ένα τμήμα ως αναλωθέν ώστε στη φορολογική δήλωση του αντίστοιχου φορολογικού έτους να καλύπτει πάντα τα πρόσθετα ποσά φορολογητέου εισοδήματος που του προσδιορίζουν τα τεκμήρια διαβίωσης και τυχόν πραγματικές δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων που έχει δηλώσει, όσο μεγάλα κι αν είναι αυτά.
Μόνιμη αποφυγή
Έτσι, αξιοποιώντας τη νόμιμη αυτή μέθοδο μπορεί να αποφεύγει μονίμως τη φορολόγηση με βάση τα τεκμήρια. Με τον τρόπο αυτό, δηλαδή, κάθε επιτήδειος φοροφυγάς καταφέρνει και να δηλώνει σκόπιμα χαμηλό πραγματικό εισόδημα και να μην τον «πιάνουν» τα τεκμήρια.
Ο μόνος περιορισμός που προβλέπει η νομοθεσία για τη μέθοδο κάλυψης τεκμηρίων μέσω της «ανάλωσης κεφαλαίου από εισοδήματα παρελθόντων ετών» είναι ότι υποχρεώνει τον φορολογούμενο να αφαιρεί από το συνολικό ετήσιο εισόδημα κάθε έτους που επικαλείται τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης και τυχόν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων που τον βάρυναν εκείνη τη χρονιά. Από κει και πέρα μπορεί να χρησιμοποιεί ολόκληρο το υπόλοιπο που απομένει ως ποσό «εισοδήματος παρελθόντος έτους» για να καλύψει τεκμήρια. Όμως αυτός ο περιορισμός δεν επαρκεί για να μειώσει το ύψος του εικονικού ποσού αποταμίευσης παρελθόντων ετών που μπορεί να επικαλεστεί ο φορολογούμενος, διότι τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης τα οποία είναι συνήθως τα μόνα που εμφανίζονται στη φορολογική δήλωση κάθε παρελθόντος έτους δεν αντιπροσωπεύουν από μόνα τους τις πραγματικές δαπάνες που έχει κάθε χρόνο ο φορολογούμενος. Ουσιαστικά κατά τον σχηματισμό του «κεφαλαίου από εισοδήματα παρελθόντων ετών» δεν αφαιρούνται από τα ετήσια δηλωθέντα εισοδήματα κάθε έτους οι ετήσιες πραγματικές δαπάνες που πραγματοποίησε ο φορολογούμενος το ίδιο έτος για ενοίκια, ασφάλιστρα, αγορές καταναλωτικών αγαθών, πληρωμές φόρων και λογαριασμών ΔΕΚΟ και πλήθος άλλων δαπανών της καθημερινότητας, οι οποίες στην πραγματικότητα μειώνουν στο ελάχιστο τα περιθώρια αποταμίευσης ή τα εκμηδενίζουν!
«Ψαλίδι» σε έτη – Σωσίβιο οι μεγάλοι τραπεζικοί λογαριασμοί
Από τα εισοδήματα κάθε παρελθόντος έτους που επικαλείται ο φορολογούμενος αφαιρούνται κατά κανόνα μόνο τα ήδη προκαθορισμένα ποσά τεκμηρίων διαβίωσης που προβλέπει η νομοθεσία και το τεράστιο υπόλοιπο ποσό που απομένει σε πολλές περιπτώσεις θεωρείται «αποταμίευση», δηλαδή κεφάλαιο που δεν αναλώθηκε και αξιοποιείται για την παράκαμψη των τεκμηρίων!
Το σύστημα αυτό θα επανεξεταστεί με σκοπό να αναμορφωθεί ώστε να μην επιτρέπει καταστρατηγήσεις και φαινόμενα φοροαποφυγής.
Οι τροποποιήσεις που θα επέλθουν θα προβλέπουν, κατ’ αρχήν, την επιβολή περιορισμού στον αριθμό των παρελθόντων ετών στα οποία θα μπορεί να ανατρέξει ο φορολογούμενος και εξαιρέσεις από τον περιορισμό αυτό μόνο εφόσον υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη μεγάλων ποσών αποταμίευσης σχηματισμένων κατά τη διάρκεια μεγάλου αριθμού ετών, όπως π.χ. στοιχεία για κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών.
Επιπλέον, οι δαπάνες που θα αφαιρούνται από τα ετήσια εισοδήματα των παρελθόντων ετών θα είναι οι πραγματικές ετήσιες δαπάνες των φορολογουμένων κι όχι μόνο οι τεκμαρτές. Οι αλλαγές αυτές θα ισχύσουν από τις φορολογικές δηλώσεις των επόμενων ετών.
Προς το παρόν, τη μέθοδο της κάλυψης τεκμηρίων μέσω «ανάλωσης κεφαλαίου παρελθόντων ετών» την έχουν και φέτος στη διάθεσή τους όσοι φορολογούμενοι απειλούνται με υπερφορολόγηση λόγω των τεκμηρίων.
Αξιοποίηση στις φετινές φορολογικές δηλώσεις
Κάθε φορολογούμενος μπορεί να ανατρέξει στις φορολογικές δηλώσεις προηγούμενων συνεχόμενων ετών (όσων ετών θέλει) και να προβεί στις ακόλουθες ενέργειες:
- Να αθροίσει τα ποσά των πάσης φύσεως εισοδημάτων και τα ποσά των εσόδων από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων κι από τυχόν άλλες πηγές (εισπραχθέντα ποσά εφάπαξ παροχών ασφαλιστικών ταμείων, κέρδη από λαχεία, ληφθείσες δωρεές κ.λπ.) τα οποία έχει αναγράψει στις δηλώσεις των παρελθόντων ετών.
- Από το άθροισμα εισοδημάτων και εσόδων προηγούμενων ετών που θα προκύψει να αφαιρέσει τα ποσά που ελήφθησαν υπόψη στις ίδιες φορολογικές δηλώσεις ως τεκμήρια διαβίωσης, καθώς και τα ποσά που δήλωσε στις ίδιες δηλώσεις ότι δαπάνησε για να αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία.
Το καθαρό ποσό που θα προκύψει από τις παραπάνω μαθηματικές πράξεις είναι το «κεφάλαιο» των προηγούμενων ετών που μπορεί ο φορολογούμενος να «σχηματίσει» και να εμφανίσει στην εφορία ως προϊόν αποταμίευσης μέχρι το τέλος του 2022. Από κει και πέρα, σε κάθε περίπτωση, από το «κεφάλαιο» που θα σχηματιστεί με τον τρόπο αυτό, ο φορολογούμενος μπορεί να υποστηρίξει ότι «ανάλωσε» εντός του 2023 ένα μέρος ή και ολόκληρο το «κεφάλαιο» για να καλύψει την πρόσθετη διαφορά εισοδήματος που θα του προσδιορίσουν τα τεκμήρια στη φετινή του δήλωση.
Ο φορολογούμενος πρέπει να δηλώσει το «αναλωθέν» μέρος του «κεφαλαίου» στον πίνακα 6 της φορολογικής δήλωσης, είτε στον κωδικό 787 (που αφορά τον ίδιο) είτε στον κωδικό 788 (που αφορά τη σύζυγο), και με τον τρόπο αυτό να υπερκαλύψει την πρόσθετη διαφορά τεκμαρτού εισοδήματος που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, οπότε στην περίπτωση αυτή ως φορολογητέο εισόδημα δεν θα ληφθεί υπόψη από την εφορία το τεκμαρτό, αλλά το πολύ πιο χαμηλό δηλωθέν εισόδημά του.
Πλήρης απόδειξη τα έντυπα Ε1 και τα εκκαθαριστικά
Για τον ορθό τρόπο «σχηματισμού» του «κεφαλαίου» από τις φορολογικές δηλώσεις των προηγούμενων ετών οι φορολογούμενοι θα πρέπει να γνωρίζουν, ειδικότερα, τα ακόλουθα:
- Για τον προσδιορισμό του «κεφαλαίου» με βάση τη φορολογική δήλωση κάθε προηγούμενου έτους, πρέπει να αθροίζονται τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από τον φόρο, τα χρηματικά ποσά που έχουν αποκτηθεί, αλλά δεν θεωρούνται εισόδημα, τα χρηματικά ποσά που προέρχονται από την πώληση περιουσιακών στοιχείων, από την εισαγωγή χρηματικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, από δάνεια, δωρεές, γονικές παροχές κ.λπ., καθώς και οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί. Από το άθροισμα όλων αυτών των ποσών εισοδημάτων και εσόδων πρέπει να αφαιρούνται τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης για κατοικίες, ΙΧ, σκάφη, πισίνες, υπηρετικό προσωπικό και δίδακτρα ιδιωτικών σχολείων, καθώς επίσης και οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων, για δωρεές ή γονικές παροχών χρηματικών ποσών και για την αποπληρωμή δανείων. Το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση των παραπάνω δαπανών είναι το «μη αναλωθέν κεφάλαιο» που μπορεί να επικαλεστεί ο φορολογούμενος για το κάθε έτος.
- Δεν προβλέπεται χρονικός περιορισμός για την κάλυψη των τεκμηρίων με «ανάλωση κεφαλαίου». Συνεπώς, για την κάλυψη τεκμηρίων μπορεί να γίνει επίκληση «ανάλωσης κεφαλαίου» οσωνδήποτε προηγούμενων ετών (σ.σ.: δηλαδή 5, 10, 20, 25 ή ακόμη και 30 και 40 ετών). Τα έντυπα Ε1 των φορολογικών δηλώσεων και τα εκκαθαριστικά σημειώματα για φορολογικά έτη για τα οποία έχει συμπληρωθεί ο χρόνος παραγραφής αποτελούν πλήρη απόδειξη για τα αναγραφόμενα σε αυτά ποσά χωρίς να απαιτείται η προσκόμιση λοιπών δικαιολογητικών. Δηλαδή ο φορολογούμενος μπορεί φέτος να επικαλεστεί εισοδήματα και έσοδα που έχουν δηλωθεί σε φορολογικές δηλώσεις και αποτυπώνονται σε εκκαθαριστικά σημειώματα πλήθους φορολογικών ετών προ του 2018, που θεωρούνται πλέον παραγεγραμμένα, χωρίς να απαιτείται η προσκόμιση δικαιολογητικών για τα αναγραφόμενα ποσά στα εκκαθαριστικά σημειώματα. Όμως τα δεδομένα φορολογικών δηλώσεων που δεν αναγράφονται στα εκκαθαριστικά θα λαμβάνονται υπόψη μόνο μετά από διασταύρωση. Επίσης, στην περίπτωση που φορολογούμενος επικαλείται κεφάλαια προηγούμενων φορολογικών ετών με σκοπό την ανάλωση και τελικά δεν χρησιμοποιηθούν ή χρησιμοποιηθεί ένα μέρος αυτών, θεωρούνται αδιάθετα και μπορούν να χρησιμοποιηθούν μελλοντικά ως κεφάλαια για κάλυψη προστιθέμενης διαφοράς τεκμηρίου. Δηλώσεις και εκκαθαριστικά σημειώματα παρελθόντων ετών ο φορολογούμενος μπορεί να βρει στον λογαριασμό του στο σύστημα ΤΑΧΙSnet όπου είναι καταχωρημένα σε ηλεκτρονική μορφή τα έντυπα Ε1 που έχουν υποβληθεί και τα εκκαθαριστικά που έχουν εκδοθεί για τα εισοδήματα των ετών 2002-2022 (έτη υποβολής δηλώσεων 2003-2023).
- Για τον «σχηματισμό» του «κεφαλαίου», ο φορολογούμενος θα πρέπει να συντάξει σε χαρτί ή σε ηλεκτρονικό πρόγραμμα EXCELL μια «κατάσταση ανάλωσης κεφαλαίου», μια μορφή πίνακα με τρεις τουλάχιστον σειρές και με αριθμό στηλών ίσο με τον αριθμό των παρελθόντων ετών στα οποία ανατρέχει συν μία ακόμη στήλη για τα σύνολα των ποσών όλων των ετών. Στην πρώτη σειρά κάθε στήλης πρέπει να αναγράψει τα εισοδήματα και τα έσοδα που δήλωσε στη φορολογική δήλωση του κάθε έτους, στη δεύτερη σειρά τα ποσά των τεκμηρίων του ιδίου έτους τα οποία αφαιρούνται και στην τρίτη σειρά το υπόλοιπο εναπομείναν «κεφάλαιο» που μπορεί να επικαλεστεί για το ίδιο έτος. Στην τελευταία στήλη του πίνακα θα πρέπει να αναγράφονται, ως αθροίσματα, στην πρώτη σειρά τα συνολικά ποσά εισοδημάτων και εσόδων όλων των παρελθόντων ετών που επικαλείται ο φορολογούμενος, στη δεύτερη σειρά τα συνολικά ποσά τεκμηρίων που εκπίπτουν από τα εισοδήματα και έσοδα όλων των ετών και στην τρίτη σειρά το συνολικό εναπομείναν «κεφάλαιο προς ανάλωση» από όλα τα παρελθόντα έτη.